Το κόστος στέγασης ολοένα και αυξάνεται, χωρίς να έχει αρχίσει ακόμη να φαίνεται το βάρος που θα προκαλέσει η ανάγκη για θέρμανση. ΟΙ λογαριασμοί ρεύματος, παρά τη (γενναία) επιδότηση προκαλούν πονοκεφάλους. Οι τιμές των ενοικίων ολοένα και αυξάνονται, το ίδιο και το κόστος αγοράς κατοικίας, με προοπτική νέας ανόδου και το 2023. Αλλά και τα επιτόκια των στεγαστικών δανείων συνεχίζουν την αυξητική τους πορεία.
Το πρόβλημα είναι πως η εν λόγω πληθωριστική κρίση δεν κάνει ακριβό μόνο το σπίτι της κάθε οικογένειας, επηρεάζει το διαθέσιμο εισόδημα από πολλές πλευρές λόγω της αύξησης του κόστους ζωής, στα τρόφιμα, στις μετακινήσεις, σε άλλα αγαθά και υπηρεσίες. Ο λόγος για μία αύξηση που αναμένεται να συνεχιστεί και το 2023, σε όλα τα σενάρια για την εξέλιξη της παγκόσμιος πληθωριστικής κρίσης.
Προφανώς ο μόνος τρόπος θωράκισης των νοικοκυριών είναι η τόνωση του διαθέσιμου εισοδήματος που εξαερώνεται. Μία τόνωση που προφανώς δεν θα καλύψει όλες τις απώλειες και μπορεί να έρθει είτε από αυξήσεις στις αποδοχές είτε μέσω μέτρων στήριξης ή μόνιμων ελαφρύνσεων. Το εν λόγω αίτημα γίνεται όλο και πιο πιεστικό όσο γίνεται πιο ξεκάθαρο πως η κρίση αυτή δεν θα περάσει εύκολα και ανώδυνα, αλλά και όσο πλησιάζει η ώρα των εκλογών.
Αλλά, πρέπει να είναι επίσης ξεκάθαρο πως όλα δεν μπορούν να γίνουν. Πρέπει να γίνει κατανοητό πως η δυνατότητα αντίδρασης σήμερα δεν είναι η ίδια με αυτή που ίσχυε την εποχή της πανδημίας. Η επιβράδυνση των τιμών είναι αναγκαία για να συγκρατηθεί η άνοδος του κόστους δανεισμού αλλά και της ακρίβειας γενικότερα. Και αυτή η επιδιωκόμενη επιβράδυνση στον πληθωρισμό (που πλέον έχει διαχυθεί στην αγορά) συνδέεται, δυστυχώς, και με την συγκράτηση της ζήτησης και των εισοδημάτων…
Εδώ υπάρχει όμως μία δύσκολη ισορροπία. Γιατί σε μία χώρα χαμηλού διαθεσίμου εισοδήματος και υψηλού επιπέδου φτώχειας και ανεργίας, είναι πολύ δυσδιάκριτη η διαφορά ανάμεσα στη συγκράτηση της ζήτησης που «απαιτεί» ο πληθωριστικός κύκλος και στην αδυναμία κάλυψης βασικών αναγκών. Για αυτόν τον λόγο παρεμβάσεις πρέπει να συνεχίσουν να υπάρχουν, ενδεχομένως και σε άλλα πεδία. Το 2022 η Ελλάδα έδωσε από τα πιο πολλά χρήματα (ως αναλογία του ΑΕΠ) ανά την ΕΕ. Το 2023 θα πρέπει να μπορεί να πράξει το ίδιο.
Τα «διαπιστευτήρια» που λαμβάνει αυτές τις μέρες η κυβέρνηση από τους θεσμούς για την επιτυχή εφαρμογή μέτρων στήριξης παράλληλα με τη δημοσιονομική προσαρμογή ας είναι ένα «εισιτήριο» για νέες κινήσεις στήριξης. Προφανώς έχουν ήδη δρομολογηθεί σημαντικά επόμενα βήματα που έχουν εγγραφεί στον Προϋπολογισμό και θα φανούν στα νοικοκυριά: από το πακέτο για το ρεύμα και την αύξηση συντάξεων, τον νέο κατώτατο, τα επιδόματα που έρχονται τα Χριστούγεννα, αλλά και τις μόνιμες μειώσεις που θα εφαρμόζονται από το 2023.
Ωστόσο, καθώς το «σπίτι» είναι, ειδικά για τον Έλληνα, ένα πολύ σημαντικό αγαθό, είναι κρίσιμο και για κοινωνικούς λόγους αλλά και για το «κλίμα» που θα επικρατεί στην οικονομία να μπορεί να το διαφυλάξει. Το πακέτο για τους νέους κινείται προς τη σωστή κατεύθυνση και θα δώσει αναμφισβήτητα μία ανάσα. Αλλά, αν η κρίση συνεχισθεί, αν το κόστος δανεισμού αυξηθεί και άλλο, θα πρέπει να γίνουν και άλλα βήματα. Στοχευμένα και σωστά προσανατολισμένα, με χρήμα ή με θεσμικές παρεμβάσεις, ώστε να δώσουν μία μικρή βοήθεια και μία ανάσα όσο υπάρχει και αυτή η κρίση σε αυτούς που την έχουν ανάγκη.