Ας δούμε τον απολογισμό των πληθωριστικών πιέσεων που δημοσίευσε χθες το ΙΟΒΕ στην τριμηνιαία του έκθεση. Ως ένα παράδειγμα του πώς μπορεί να εφαρμοστεί με μεγάλη επιτυχία μια ασπίδα προστασίας, όπως έγινε στο πεδίο των τιμών της ενέργειας, αλλά και του τι πρέπει να αποφευχθεί το επόμενο διάστημα στο τωρινό κύριο μέτωπο, σε αυτό των τροφίμων.
Σωρευτικά λοιπόν την περίοδο από τον Ιανουάριο του 2021 έως και τον Οκτώβριο του 2022, ο Εναρμονισμένος Δείκτης Τιμών Καταναλωτή κατέγραψε μεγάλη αύξηση, κατά 14,8%. Η άνοδος αυτή ήταν όμως αισθητά μικρότερη της αντίστοιχης του Δείκτη Τιμών Εισαγωγών ( κατά 47,7% την ίδια περίοδο) και του Δείκτη Τιμών Παραγωγού (κατά 61%). Δηλαδή το πλήγμα προς το παρόν στο καλάθι του νοικοκυριού είναι μικρότερο ή θα είναι μικρότερο από αυτό που καταγράφεται στις τιμές των εμπόρων/παραγωγών.
Ανά πεδίο του αναλύει το ΙΟΒΕ, υπάρχουν διαφορετικές «ταχύτητες» για διαφορετικούς λόγους. Το πλέον θετικό παράδειγμα είναι η σημαντικά εντονότερη πληθωριστική πίεση στις τιμές παραγωγού και εισαγωγών έναντι των τιμών καταναλωτή στις κατηγορίες ενεργειακών αγαθών. Με άλλα λόγια, στις τιμές λιανικής δεν έφτασε όλο αυτό το τσουνάμι της ακρίβειας καθώς ο μηχανισμός επιδοτήσεων των τιμών λιανικής του ρεύματος λειτούργησε σαν ασπίδα. Τα στοιχεία είναι εντυπωσιακά: σωρευτικά, από τον Ιανουάριο του 2021, καταγράφηκε ισχυρή άνοδος στις μεταβολές του δείκτη τιμών εισαγωγών και παραγωγού (κατά 113,4% και 112,5%, αντίστοιχα), όταν στην κατηγορία ενεργειακών αγαθών ο δείκτης τιμών καταναλωτή είχε άνοδο μεγάλη μεν αλλά συγκριτικά πολύ μικρότερη, κατά 46,6%.
Αντιθέτως, σε άλλα καταναλωτικά είδη που είχαν πιο χαμηλές αυξήσεις τιμών εισαγωγών ή παραγωγού (αυξήθηκαν κατά 3,4% και 2,2%, αντίστοιχα) υπήρξε μεγαλύτερη πληθωριστική πίεση τις τιμές καταναλωτή (5,8%). Και τούτο καθώς εκεί το κόστος της ενέργειας επέδρασε έμμεσα στο κόστος παραγωγής, ασκώντας πληθωριστικές πιέσεις στις τιμές του καταναλωτή.
Και ερχόμαστε στον κλάδο των τροφίμων όπου και πάλι καταγράφεται πληθωριστική πίεση στις τιμές εισαγωγών και παραγωγής (ενισχύθηκαν κατά 19,1% και 14,1%, αντίστοιχα από την αρχή του 2021), αλλά εδώ τα στοιχεία δείχνουν ότι οι αυξήσεις στις τιμές καταναλωτή ακολουθούν σχεδόν αμείωτες: το ίδιο διάστημα είχαν άνοδο 15,6% με μικρή ασπίδα την ηπιότερη αύξηση τιμών της εγχώριας παραγωγής. Το ΙΟΒΕ εκτιμά πως η επίδραση στις τιμές καταναλωτή γίνεται με υστέρηση 2-3 μηνών. Για παράδειγμα, η αύξηση τιμών παραγωγού του προηγούμενου Νοεμβρίου φαίνεται... τώρα στο «ράφι».
Τα στοιχεία αυτά λοιπόν δείχνουν τις δυνατότητες παρέμβασης που υπάρχουν, αναδεικνύουν όσα επιτεύχθηκαν στο πεδίο προστασίας από το ενεργειακό κόστος, αλλά και καθορίζουν το νέο στοίχημα. Δείχνουν την ανάγκη να πετύχει και ο νέος στόχος της κυβέρνησης για την συγκράτηση της ακρίβειας στα τρόφιμα. Για να διασφαλισθούν τα εισοδήματα, η αγορά, αλλά και η ανταγωνιστικότητα της οικονομίας.