Οι πολεμικές συρράξεις στη «γειτονιά» μας και οι άλλες γεωπολιτικές εντάσεις, αλλά και η κλιματική κρίση είναι στο επίκεντρο όταν μιλάμε για κινδύνους. Ωστόσο, υπάρχει και ένα άλλο μεγάλο αγκάθι, η γήρανση του πληθυσμού. Το θέμα συνιστά μεγάλη πρόκληση, η «κουβέντα» έχει ανοίξει πανευρωπαϊκά και αφορά άμεσα στην Ελλάδα αφού – όπως όλα τα κράτη του «Νότου» - έχει ήδη αρχίσει να πλήττεται (σε όρους γήρανσης του πληθυσμού) και διαθέτει περιορισμένα δημοσιονομικά «όπλα» για να το αντιμετωπίσει.
Το άμεσο πλήγμα δεν έχει να κάνει μόνο με την αγορά εργασίας, αλλά και με το βάρος που θα επωμισθεί το συνταξιοδοτικό σύστημα και η υγειονομική περίθαλψη. Η πίεση όμως που προκαλείται είναι ευρύτερη: η γήρανση είναι εδώ και χρόνια μία από τις βασικές αιτίες για τις οποίες οι εκθέσεις των «θεσμών» καταγράφουν στην Ελλάδα μακροχρόνια χαμηλό ρυθμό ανόδου του ΑΕΠ, δηλαδή καταγράφουν μεγάλη απώλεια αναπτυξιακής δυναμικής. Η εν λόγω χαμηλή προβολή του ΑΕΠ επηρεάζει (αφού είναι παρονομαστής στον σχετικό δείκτη) και την εκτίμηση για την πορεία μείωσης του χρέους. Άρα έχει άμεση σχέση με την απαίτηση για υψηλά πλεονάσματα και για (στενά) όρια στη δυνατότητα για αύξηση δαπανών ή για μείωση φόρων.
Όσο για την ελληνική αγορά εργασίας, βασικός στόχος προς το παρόν είναι να «κλειδώσει» το μονοψήφιο ποσοστό ανεργίας (στο οποίο ευτυχώς επιστρέψαμε). Θα μπορούσε δηλαδή κανείς να πει ότι δεν υπάρχει ανάλογη πίεση με αυτή που αντιμετωπίζουν άλλα κράτη (πχ η Γερμανία) στην έλλειψη «χεριών». Τούτο όμως είναι μόνο εν μέρει αλήθεια γιατί υπάρχει διαρθρωτικό θέμα έλλειψης στην προσφορά εργασίας (το βλέπουμε στα χωράφια, αλλά και στον τουρισμό όπου ήδη η έλλειψη χεριών χτυπάει κόκκινο). Επιπλέον, σε μια ενιαία ευρωπαϊκή αγορά εργασίας ο εργαζόμενος μπορεί να επιλέξει την μετακίνηση σε ένα κράτος που θα αμειφθεί πολύ καλύτερα και έτσι δεν μπορεί να αποκλείσει κανείς μία νέα γενιά - άλλου είδους - brain drain. Αν πάλι υπάρξουν μεγάλες πιέσεις για αύξηση των αμοιβών μερίδα των οικονομολόγων μιλά για νέο κύμμα πληθωριστικών πιέσεων ή για άλλες παρενέργειες όπως η αύξηση της μαύρης οικονομίας με «γκρίζες» αμοιβές σε πολλά (εποχικά κυρίως) επαγγέλματα που ήδη ακούγεται πως δίνουν επιπλέον χρήματα «κάτω από το τραπέζι» ως κίνητρο απασχόλησης.
Ας πάμε στο τι πρέπει να γίνει και γιατί μιλάμε από τώρα για το 2060. Μια πολιτική ανάσχεσης της γήρανσης και των επιπτώσεών της απαιτεί πολλά χρόνια και σύνθετες παρεμβάσεις διαρκείας σε διάφορους τομείς. Απαιτεί και πολύ χρήμα για τη στήριξη της οικογένειας, του συστήματος υγείας, περίθαλψης, αλλά και της αγοράς εργασίας. Το καλό είναι πως το ελληνικό σχέδιο έχει αρχίσει να υλοποιείται. Αλλά, η πρόκληση είναι μεγάλη και σε συνθήκες δημοσιονομικών περιορισμών είναι δύσκολο να γίνουν όλα όσα πρέπει.
Η απάντηση και σε αυτό το θέμα (όπως και στην κλιματική κρίση και σε άλλες πληγές) πρέπει να είναι πανευρωπαϊκή. Προς το παρόν γίνεται μόνο η αποτίμηση της κατάστασης και οι «συμβουλές» προς τα κράτη.
Η Κομισιόν εκτιμά πως o πληθυσμός στην Ελλάδα, από 10,438 εκατομμύρια το 2022 μειώνεται σε 7,777 εκατομμύρια το 2070, οδηγώντας σε άνοδο του ορίου συνταξιοδότησης αλλά και σε σημαντική υποχώρηση των ποσοστών αναπλήρωσης μισθού/σύνταξης από το 76% του εισοδήματος, στο 65% το 2040 για να φθάσει στο 53% το 2070.
Το Bruegel σε μελέτη του επισημαίνει επίσης πως η γήρανση του πληθυσμού θα έχει σημαντικές διαρθρωτικές επιπτώσεις στις ευρωπαϊκές οικονομίες. Η σταδιακή αποχώρηση της μεγάλης γενιάς των baby boomer –των γεννημένων μεταξύ 1946 και 1964– θα επηρεάσει ευρέως την πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Εξηγεί πως η πράσινη και ψηφιακή μετάβαση δεν θα πετύχει χωρίς να ληφθεί υπόψη το γηράσκον και μεταβαλλόμενο εργατικό δυναμικό, ενώ η αύξηση του προσδόκιμου ζωής ναι μεν είναι ευπρόσδεκτη αλλά σε συνδυασμό με άλλους παράγοντες, παρουσιάζει μια σειρά από προκλήσεις.
Τοποθετεί την Ελλάδα ανάμεσα στα 4 κράτη με το πιο έντονο πρόβλημα αναλογίας ατόμων 65 και άνω. Και εκτιμά πως η επιδείνωση θα είναι συνεχής και μεγάλη έως το 2100.
Το Bruegel εξηγεί πως οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής (στα κράτη) πρέπει να στοχεύουν σε καλύτερη υγεία στην τρίτη ηλικία, προωθώντας την υγιή γήρανση. Τα ευρωπαϊκά κονδύλια θα πρέπει να υποστηρίξουν την έρευνα για τη θεραπεία γνωστικών ασθενειών που προκαλούν άνοια, και τα κράτη θα πρέπει να προετοιμασθούν για σημαντική αύξηση της ζήτησης μακροχρόνιας φροντίδας. Αυτό σημαίνει επενδύσεις σε εγκαταστάσεις και εξοπλισμό περίθαλψης και «λήψη μέτρων για την αύξηση του αριθμού των εργαζομένων στον τομέα της φροντίδας, για παράδειγμα με την αύξηση των μισθών ή τη βελτίωση των συνθηκών εργασίας». Οι κυβερνήσεις, προτείνει, θα πρέπει επίσης να διευκολύνουν την κατάρτιση σε επαγγέλματα φροντίδας, για παράδειγμα επιδοτώντας την εκπαίδευση και καταβάλλοντας επιδόματα. Ειδική μέριμνα αναφέρουν πρέπει να υπάρξει για τις γυναίκες από τις οποίες παρέχεται κυρίως η φροντίδα και έτσι είναι πιο πιθανό να μειώσουν τις ώρες εργασίας τους και άρα να έχουν χαμηλότερο εισόδημα, εισφορές και συντάξεις κάτι που θα πρέπει να αντισταθμισθεί.
Αυτές είναι κάποιες από τις συστάσεις. Αλλά πρέπει να βρεθεί και ο τρόπος χρηματοδότησης, ειδικά για τον υπερχρεωμένο και εκτεθειμένο και σε αυτήν την πρόκληση «Νότο»…