Σε ολόκληρο τον ανεπτυγμένο κόσμο, η διδακτορική βαθμίδα σπουδών αναγνωρίζεται ως κινητήριος μοχλός οικονομικής ανάπτυξης και ευημερίας, καθώς συμβάλλει άμεσα στην προαγωγή της γνώσης και στην παραγωγή καινοτομίας. Με την ψηφιακή τεχνολογία, το διεθνή ανταγωνισμό, το τεχνολογικό περιεχόμενο των προϊόντων και υπηρεσιών, οι γνώσεις και δεξιότητες που απαιτούνται από εργαζόμενους (και εν δυνάμει εργαζόμενους) προϋποθέτουν διαρκώς αναβαθμισμένο γνωσιακό περιεχόμενο.
Εκτός από τις δεξιότητες, όπου υπάρχει σημαντικό κενό με αποτέλεσμα τη δυσκολία πλήρωσης θέσεων σε επιχειρήσεις όπως ανέδειξε πρόσφατη έρευνα του ΣΕΒ, καίριας σημασίας είναι και οι διδακτορικές σπουδές. Παραδοσιακά, τα διδακτορικά ανήκαν στη σφαίρα των θεωρητικών επιστημών με έμφαση στη βασική έρευνα. Αυτός ο μονοσήμαντος προσανατολισμός των διδακτορικών στη βασική έρευνα, υπάρχει και στην Ελλάδα ως απόρροια και της απουσίας κουλτούρας συνεργασίας μεταξύ της ακαδημαϊκής και της επιχειρηματικής κοινότητας. Είναι μια κατάσταση που αναστέλλει τη δημιουργία και συστηματική αξιοποίηση ερευνητικών αποτελεσμάτων για την παραγωγική οικονομία. Όμως, αν θέλουμε επιχειρήσεις που αντέχουν στο διεθνή ανταγωνισμό, καινοτομία σε προϊόντα και υπηρεσίες και αυξανόμενη συμμετοχή σε παγκόσμιες αλυσίδες αξίας, είναι εντελώς απαραίτητη η οργανική διασύνδεση της εκπαίδευσης με την αγορά εργασίας και την παραγωγική βάση.
Ο καλύτερος τρόπος για την επίτευξη αυτής της προϋπόθεσης είναι σαφώς περισσότερη και καλύτερη συνεργασία μεταξύ του εκπαιδευτικού συστήματος (κάθε βαθμίδας) και των επιχειρήσεων. Σε αυτή την κατεύθυνση, ο θεσμός των βιομηχανικών διδακτορικών διατριβών είναι ένας πραγματικός συνδετικός κρίκος που συνδέει την έρευνα με την εξεύρεση λύσεων. Πρόκειται για εφαρμοσμένου προσανατολισμού ερευνητικά έργα, δηλαδή ερευνητικές προσπάθειες που στοχεύουν στην εξεύρεση επιστημονικά τεκμηριωμένων, πρωτότυπων, λύσεων σε συγκεκριμένα προβλήματα μιας, ή πολλών, επιχειρήσεων.
Για την Ελλάδα, αυτή η ανάγκη είναι πιο επείγουσα από ποτέ. Έχουμε 44.000 διδάκτορες, αριθμό τριπλάσιο σε σχέση με το 2000, που ωστόσο κατευθύνονται επαγγελματικά προς τον ακαδημαϊκό χώρο, ή τον ευρύτερο δημόσιο τομέα (και λόγω της αντικειμενικότητας των κριτηρίων και της μοριοδότησης που λαμβάνουν). Την ίδια στιγμή, οι Έλληνες επιστήμονες συμμετέχουν σε πολύ μεγάλο βαθμό στα ευρωπαϊκά ανταγωνιστικά προγράμματα. Βρισκόμαστε στην 6η θέση στην ΕΕ, κάτι που αναδεικνύει και την ποιότητα τους, αλλά και, ενδεχομένως, την έλλειψη εναλλακτικών κατευθύνσεων. Άλλωστε, στην παραγωγή καινοτομίας η Ελλάδα βρίσκεται συστηματικά στις τελευταίες θέσεις.
Με άλλα λόγια, η επιστημονική αριστεία που παράγεται στα ελληνικά πανεπιστήμια δεν μετουσιώνεται σε αλληλεπίδραση με την παραγωγική οικονομία στερώντας της καινοτομικές δυνατότητες και επιδρώντας αρνητικά στο brain drain. Από τη μία, αυτή η κατάσταση οφείλεται στην έλλειψη κουλτούρας συνεργασίας μεταξύ δημοσίου και ιδιωτικού τομέα. Από την άλλη, η εκπαιδευτική πολιτική, και κυρίως το αναχρονιστικό θεσμικό περιβάλλον λειτουργίας της Ανώτατης Εκπαίδευσης λειτουργεί ανασταλτικά ως προς τη συνεργασία μεταξύ ΑΕΙ και επιχειρήσεων στην Ελλάδα.
Έτσι, οι επιχειρήσεις δεν μπορούν να στηρίζουν διδακτορικές διατριβές (με υποτροφίες, χρήση εξοπλισμού, παροχή αναλώσιμων, κοκ). Από αυτή την κατάσταση, χαμένοι είναι όλοι. Τα πανεπιστήμια στερούνται πόρους και διασυνδέσεις με την αγορά εργασίας. Οι επιχειρήσεις στερούνται πρόσβαση στη γνώση. Οι ερευνητές στερούνται ευκαιρίες μελλοντικής απασχόλησης. Η οικονομία στερείται εμπορεύσιμες, καινοτόμες και εξαγώγιμες λύσεις.
Απαιτούνται άμεσες παρεμβάσεις σε τρεις βασικούς πυλώνες:
1. Ενίσχυση της κουλτούρας συνεργασίας με θέσπιση συνεργασιών, κοινών πρωτοβουλιών και μηχανισμούς αλληλοενημέρωσης για ανάδειξη θεμάτων που μπορούν να προωθηθούν στο πλαίσιο συνεργατικής έρευνας, αλλά και συνεργασία για την επιλογή θεμάτων διδακτορικών διατριβών. Ειδικά το τελευταίο θα συμβάλει ιδιαίτερα ως προς την επείγουσα ανάγκη για την αντιμετώπιση συγκεκριμένων επιχειρηματικών ή/και τεχνολογικών προκλήσεων στο πλαίσιο της 4ης βιομηχανικής επανάστασης.
2. Πρέπει να εκπονηθεί εθνική στρατηγική για μεταφορά της γνώσης από το εργαστήριο στην παραγωγή, παράλληλα με θεσμικές παρεμβάσεις για την αναγνώριση και οριοθέτηση του ρόλου που μπορούν να παίζουν οι επιχειρήσεις στην εκπόνηση βιομηχανικών διδακτορικών. Εδώ χρειάζεται και η δημιουργία σύγχρονου πλαισίου απασχόλησης διδακτόρων αλλά και ένα νομικό πλαίσιο προστασίας της πνευματικής ιδιοκτησίας. Η διεθνής πρακτική είναι γεμάτη από καλά παραδείγματα αποτελεσματικής μεταρρύθμισης.
3. Χρειάζεται πλαίσιο κινήτρων. Φορολογικές ρυθμίσεις θα ενθαρρύνουν τη συνεργασία, ένα εξειδικευμένο χρηματοδοτικό εργαλείο για τη διάδοση του θεσμού των βιομηχανικών διδακτορικών θα ακολουθήσει το επιτυχημένο παράδειγμα της Δανίας, ενώ μέτρα για την προώθηση της κινητικότητας μεταξύ έρευνας και επιχειρήσεων μπορούν να συμβάλουν στην αύξηση της απασχόλησης.