Η ανάπτυξη ήρθε, η Ελλάδα βγήκε στις αγορές με 5ετές, 10ετές και πλέον με 15ετές ομόλογο. Και μάλιστα με μεγάλη επιτυχία.
Οι επενδυτές δείχνουν ενδιαφέρον, το χρήμα αρχίζει να κυκλοφορεί και οι επιχειρηματίες νιώθουν αισιοδοξία. Μάλιστα, σύμφωνα με τα στοιχεία της έρευνας IBR της Grant Thornton, η αισιοδοξία των Ελλήνων επιχειρηματιών ανήλθε στο 68%. Δηλαδή, 2 στους 3 επιχειρηματίες Έλληνες επιχειρηματίες βλέπουν την ανάπτυξη και νιώθουν αισιοδοξία για το επόμενο 12μηνο. Όλα καλά λοιπόν, τίποτα... σάπιο δεν υπάρχει στο βασίλειο της Δανιμαρκίας.
Ή μήπως όχι;
Αν όλα πάνε τόσο καλά, τότε γιατί βλέπουμε -ακόμα- περιστατικά εργοδοτών που παίρνουν στο «κυνήγι» κυριολεκτικά και μεταφορικά τους εργαζομένους που ζητούν τα δεδουλευμένα τους; Μήπως με την κρίση ξεχάσαμε και τα αυτονόητα;
Η είδηση που κυκλοφόρησε την Τρίτη (28/1) μιλούσε για έναν εργοδότη στο Γραμματικό Αττικής, που άνοιξε κυριολεκτικά πυρ κατά εργαζομένων, επειδή του ζήτησαν τα δεδουλευμένα τους.
Σύμφωνα με τις πληροφορίες, δύο εργαζόμενοι είχαν έντονη λογομαχία με τον ιδιοκτήτη της εταιρείας στην οποία εργάζονται, επειδή τους χρωστούσε μισθούς. Τα αίματα «άναψαν» και ο εργοδότης άρπαξε την καραμπίνα του και πυροβόλησε εναντίον τους. Αποτέλεσμα να τραυματιστεί ένας εξ αυτών και να νοσηλεύεται στον «Ερυθρό Σταυρό», ενώ ο εργοδότης διέφυγε για να αποφύγει το αυτόφορο.
Τις πταίει;
«Φταίει» που ξεχάσαμε τα αυτονόητα.
«Φταίει» που ξεχάσαμε ότι ένας άνθρωπος δεν μπορεί και δεν είναι λογικό να ζει με «3 και 60». «Φταίει» που μάθαμε να λέμε... ευχαριστώ που έχουμε δουλειά, χωρίς κριτήριο αν η δουλειά αυτή είναι καλή και αν όντως πληρώνει.
Η γενιά των 500, 400 και 300 ευρώ μεγαλώνει, θέλει να «ανοίξει σπίτι» και να νιώσει την ανάπτυξη στην καθημερινότητα της, όμως όταν οι εργοδότες έχουν συνηθίσει στο «τζάμπα», δεν θέλουν να δώσουν αυτά που αρμόζουν στους εργαζομένους τους, ακόμα και όταν η επιχείρηση τους είναι κερδοφόρα.
Οι επιχειρηματίες που πάνε διακοπές 6 φορές το χρόνο, αλλά πληρώνουν «ψίχουλα» και με καθυστέρηση τους εργαζομένους τους δεν είναι και τόσο σπάνιο φαινόμενο, άλλωστε.
Την 1η Φεβρουαρίου 2019, για πρώτη φορά από τον Ιούλιο του 2011, ο κατώτατος μισθός αυξήθηκε και διαμορφώθηκε, ανεξαρτήτου ηλικίας, στα 758,33 ευρώ για 12 πληρωμές ετησίως, μικτά προφανώς.
Όμως, το Δεκέμβριο του 2019 η «Εργάνη» κατέγραψε αμοιβές κάτω από 700 ευρώ, για 1 στους 3 εργαζομένους στον ιδιωτικό τομέα. Για την ακρίβεια 406.416 εργαζόμενοι εισέπραξαν λιγότερα από 500 ευρώ και αυτός είναι ο λόγος που όσο και να «έρχονται επενδύσεις» η ελληνική οικονομία θα αργήσει να ορθοποδήσει. Το χρήμα πρέπει να κυκλοφορεί και στα μικρά πορτοφόλια.
Αν κάποιος δεν φταίει για αυτό, αυτή είναι η κυβέρνηση. Όχι ακόμα τουλάχιστον. Σύμφωνα με κυβερνητικές πηγές, το υπουργείο Εργασίας προωθεί μία σειρά εργασιακών αλλαγών που περιλαμβάνει την εκ νέου αύξηση του κατώτατου μισθού, αλλαγές στο συνδικαλιστικό νόμο και ψήφιση του σχεδίου νόμου ΕΡΓΑΝΗ ΙΙ με την υιοθέτηση της ηλεκτρονικής κάρτας και του ψηφιακού ωραρίου. Στόχος είναι να αυστηροποιηθεί όλο το εργασιακό πλαίσιο μέσω της ηλεκτρονικής καταγραφής όλων των παραβατικών συμπεριφορών.
Η κυβέρνηση δείχνει να θέλει να φέρει την «τάξη» και την «ασφάλεια» στη χώρα, αλλά καλό θα ήταν να μην εξαντλήσει τις δυνάμεις της στους αντιεξουσιαστές των Εξαρχείων, που τελικά ξέρουν να «επεκτείνονται» και σε άλλες περιοχές της Αθήνας ή στους καπνιστές που «σκοτώνουν» τους συμπολίτες τους, μέσω του παθητικού καπνίσματος. Ας στείλει «κλιμάκια» όχι μόνο για να δει αν οι επιχειρηματίες κόβουν αποδείξεις, αλλά για να δει πότε πλήρωσε τελευταία φορά τους εργαζομένους της και πόσα.
Το τελευταίο περιστατικό που θυμίζει «Μανωλάδα» καταδεικνύει ότι η πλήρης απορρύθμιση της αγοράς και η ανησυχητική εργοδοτική αυθαιρεσία, που ας μη γελιόμαστε πάντα υπήρχε και θα υπάρχει, χρήζουν άμεσης αντιμετώπισης.
Τα «σκοτεινά» χρόνια της κρίσης έδωσαν πρόσφορο έδαφος για την ανάπτυξή τους, όμως αν θέλουμε να μιλάμε για ανάπτυξη, πρέπει πρώτα να «θυμόμαστε» τα αυτονόητα και να «απασφαλίσουμε» τις καραμπίνες.