Πριν από λίγες ημέρες είχα μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα συζήτηση με τον Νίκο Κούλη, CEO της Deca Investments. Είναι ο επενδυτικός βραχίονας ενός fund το οποίο έχει επενδύσει πάνω από 130 εκατ. ευρώ σε ελληνικές, εξωστρεφείς επιχειρήσεις και ετοιμάζεται να επενδύσει πάνω από 150 εκατ. ευρώ επιπλέον.
Κοινό χαρακτηριστικό των επενδύσεων είναι ότι έχουν μεσο-μακροπρόθεσμο χαρακτήρα (3-5 χρόνια τουλάχιστον) και στοχεύουν στο να βελτιώσουν την παραγωγικότητα, τη διοίκηση και στο τέλος την κερδοφορία των εταιρειών στις οποίες μπαίνουν.
Ένα ακόμα χαρακτηριστικό είναι ότι οι επενδυτές δεν παρακολουθούν παθητικά τα όσα συμβαίνουν στις εταιρείες, αλλά ασχολούνται ενεργά με αυτές, προσφέρουν τεχνογνωσία και μεταφέρουν τις γνώσεις τους, προκειμένου να τις βελτιώσουν.
Ας κρατήσουμε τα παραπάνω και ας κάνουμε τη σύγκριση με πολλά από τα funds που ήδη έχουν πάρει χαρτοφυλάκια κόκκινων δανείων και όσα σκοπεύουν να το κάνουν στο αμέσως προσεχές χρονικό διάστημα. Στη δεύτερη περίπτωση, ο επενδυτικός ορίζοντας είναι βραχυπρόθεσμος και αυτό που κάνουν είναι να αποψιλώνουν τις εταιρείες από τα περιουσιακά τους στοιχεία και να τα πωλούν με στόχο το άμεσο κέρδος.
Το ποια από τις δύο επενδύσεις είναι πιο συμφέρουσα για την οικονομία είναι πασιφανές.
Θα μου πείτε, συγκρίνεις μήλα με πορτοκάλια. Γιατί στην πρώτη περίπτωση μιλάμε για βιώσιμες επιχειρήσεις που με κεφάλαια και καθοδήγηση μπορούν να μεγαλουργήσουν και στη δεύτερη με «καμένα χαρτιά».
Δεν είναι όμως ακριβώς έτσι τα πράγματα. Γιατί ανάμεσα στις δεκάδες χιλιάδες κόκκινες επιχειρήσεις υπάρχουν πάμπολες που μπορούν να «γυρίσουν», αν βρουν φρέσκα κεφάλαια και σωστή καθοδήγηση. Και αυτές οι εταιρείες απασχολούν προσωπικό και παράγουν προϊόντα και υπηρεσίες. Αν λοιπόν τις αφήσουμε βορά στα κερδοσκοπικά funds, αυτές θα εξαφανιστούν, παίρνοντας μαζί τους θέσεις εργασίας και ποσοστό του ΑΕΠ.
Η λύση
Θα μου πεις, υπάρχει λύση ή θα δημιουργήσουμε μια νέα γενιά προβληματικών επιχειρήσεων όπως αυτές της δεκαετίας του ’80; Αντί απάντησης, θα σας παραπέμψω σε ένα άλλο fund, αυτό του Νίκου Καραμούζη. Η λογική του είναι ακριβώς αυτή: να βρει «κόκκινες» επιχειρήσεις που όμως μπορούν να ορθοποδήσουν και να τις βοηθήσει –με κεφάλαια και γνώσεις- να τα καταφέρουν. Προφανώς και ζητούμενο είναι και σε αυτή την περίπτωση το κέρδος, όμως προς όφελος της οικονομίας και των εργαζομένων.
Και εδώ ακριβώς βρίσκεται η ηθική και ουσιαστική υποχρέωση των τραπεζών αλλά και της πολιτείας. Να δώσουν σαφείς κατευθύνσεις σε όσους διαχειριστούν τα κόκκινα δάνεια, ώστε να βάλουν ως πρώτη προτεραιότητα τη διατήρηση όσων επιχειρήσεων μπορούν να ορθοποδήσουν και όχι τις μαζικές πωλήσεις των περιουσιακών τους στοιχείων, με στόχο το βραχυπρόθεσμο κέρδος.
Γιατί, για να γυρίσει η ελληνική οικονομία, θέλει σίγουρα ένα γερό ξεκαθάρισμα, από το οποίο όμως ζητούμενο είναι να ξεχωρίσει η ήρα από το στάρι και όχι να μείνει καμένη γη.