Ένα "υψηλόβαθμο στέλεχος της Αλ-Κάιντα" στη Συρία, ο Σαλίμ Αμπου-'Αχμαντ, σκοτώθηκε στις 20 Σεπτεμβρίου σε αεροπορικό πλήγμα στην Ιντλίμπ, στη βορειοδυτική Συρία, ανακοίνωσε σήμερα ο αμερικανικός στρατός.
Ήταν "υπεύθυνος σχεδιασμού, χρηματοδότησης και έγκρισης διαπεριφερειακών επιθέσεων" που διαπράχθηκαν από την τζιχαντισιτκή οργάνωση, διευκρίνισε εκπρόσωπος της κεντρικής διοίκησης του αμερικανικού στρατού (Centcom), ο διοικητής Τζον Ρίγκσμπι, χωρίς να δώσει άλλες πληροφορίες.
Δεν υπάρχουν ενδείξεις για εν δυνάμει θύματα μεταξύ των πολιτών συνεπεία της επιχείρησης, προστίθεται στην ανακοίνωση.
"Το πλήγμα αυτό πραγματοποιείται στο πλαίσιο των αμερικανικών επιχειρήσεων για την αποδυνάμωση των διεθνών δικτύων τρομοκρατίας και τη στοχοθέτηση των υπευθύνων τρομοκρατών που προσπαθούν να επιτεθούν στο αμερικανικό έδαφος και στα συμφέροντά του, καθώς και στους συμμάχους του στο εξωτερικό", ανακοίνωσε ο εκπρόσωπος.
Το Συριακό Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων ανακοίνωσε στις 20 Σεπτεμβρίου ότι δυο διοικητές προσκείμενοι στην Αλ Κάιντα σκοτώθηκαν σε πλήγμα μη επανδρωμένου αεροσκάφους του αμερικανικού στρατού.
Η Centcom είχε επιβεβαιώσει τότε τον θάνατο υψηλόβαθμου στελέχους του τζιχαντιστικού δικτύου, χωρίς να ανακοινωσει την ταυτότητά του.
Σύμφωνα με το Παρατηρητήριο, οι επιδρομές είχαν στόχο ένα όχημα στον δρόμο που συνδέει την Ιντλίμπ με την πόλη Μπενίς, βορειοανατολικά, εντός της ίδιας επαρχίας, της οποίας ένα τμήμα τελεί υπό τον έλεγχο των τζιχαντιστών και η οποία συνεχίζει να παραμένει εκτός του ελέγχου του συριακού κράτους.
Ένα τμήμα της επαρχίας Ιντλίμπ και τμήματα των γειτονικών επαρχιών της Χάμας, του Χαλεπίου και της Λαττάκειας, ελέγχονται από τη Χάγιατ Ταχρίρ αλ-Σαμ (HTS), πρώην συριακή πτέρυγα της Αλ-Κάιντα.
Στην περιοχή υπάρχουν επίσης οργανώσεις ανταρτών και άλλοι σχηματισμοί τζιχαντιστών, σύμμαχοι της HTS.
Όλες αυτές οι οργανώσεις ήταν ήδη ο στόχος αεροπορικών επιδρομών του συριακού καθεστώτος, του Ρώσου συμμάχου του, αλλά και του υπό τις ΗΠΑ διεθνούς συνασπισμού κατά των τζιχαντιστών και του ίδιου του αμερικανικού στρατού.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ