Η επιτετραμμένη της πρεσβείας των ΗΠΑ στην Τύνιδα κλήθηκε χθες Παρασκευή στο τυνησιακό υπουργείο Εξωτερικών, όπου της επεδόθη διαμαρτυρία για την «ανάμιξη» στα πολιτικά πράγματα της χώρας και τις «απαράδεκτες» δηλώσεις Αμερικανών αξιωματούχων που επέκριναν το δημοψήφισμα της Δευτέρας για την αναθεώρηση του Συντάγματος και την εξέλιξη της πολιτικής κατάστασης στην αραβική χώρα.
Η Νατάσα Φρανσέσκι, το τρέχον διάστημα η πιο υψηλόβαθμη αξιωματούχος της πρεσβείας, χρειάστηκε να πάει στο τυνησιακό ΥΠΕΞ «μετά το δελτίο Τύπου του υπουργού Εξωτερικών (Άντονι Μπλίνκεν) για την πολιτική διαδικασία στην Τυνησία και τις απαράδεκτες δηλώσεις του διορισμένου αμερικανού πρεσβευτή στην Τυνησία» Τζόι Χουντ, σύμφωνα με δελτίο Τύπου της τυνησιακής διπλωματίας.
Ο υπουργός Οθμάν Τζαράντι στηλίτευσε στην ανακοίνωση «την απαράδεκτη ανάμιξη στις εσωτερικές υποθέσεις» της χώρας του από την Ουάσινγκτον και εξέφρασε την «κατάπληξη» της Τύνιδας για «τις δηλώσεις και την ανακοίνωση (του κ. Μπλίνκεν) που δεν αντανακλούν διόλου την πραγματικότητα της κατάστασης στην Τυνησία».
Μερικές ώρες νωρίτερα, ο ΥΠΕΞ Τζαράντι είχε συνάντηση με τον πρόεδρο Κάις Σάγεντ, ο οποίος τόνισε πως «απορρίπτει κάθε μορφής ανάμιξη στις εσωτερικές υποθέσεις» της χώρας, επιμένοντας ότι η «εθνική κυριαρχία και η ανεξαρτησία της Τυνησίας είναι πάνω απ’ όλα».
Ο κ. Σάγεντ αναφερόταν σε σειρά δηλώσεων στις ΗΠΑ που επέκριναν τη διαδικασία που οδήγησε στο δημοψήφισμα για το νέο Σύνταγμα. Ο θεμελιώδης νόμος εγκρίθηκε τη Δευτέρα από σχεδόν το 95% των Τυνήσιων, αλλά με μικρή συμμετοχή στη δημόσια διαβούλευση (30,5%).
Την επομένη, την Τρίτη, ο εκπρόσωπος του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, ο Νεντ Πράις, αναφέρθηκε στις «ανησυχίες» της Ουάσινγκτον, ιδίως στο ότι το νέο Σύνταγμα αποδυναμώνει «τους μηχανισμούς ελέγχου της εξουσίας» και «μπορεί να θέσει υπό αμφισβήτηση την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και θεμελιωδών ελευθεριών».
Την Τετάρτη, ο Τζόι Χουντ, που έχει ονομαστεί νέος πρεσβευτής των ΗΠΑ στην Τύνιδα αλλά ο διορισμός του μένει ακόμη να επικυρωθεί από τη Γερουσία, στηλίτευσε σε ακρόαση της επιτροπής διεθνών υποθέσεων του σώματος την «ανησυχητική αποσάθρωση των δημοκρατικών κανόνων και των θεμελιωδών ελευθεριών κατά τη διάρκεια της περασμένης χρονιάς» στην Τυνησία που «υποθήκευσε πολλά κεκτημένα που αποσπάστηκαν με δυσκολία μετά την ανατροπή του δικτάτορα το 2011».
«Οι ενέργειες του προέδρου Κάις Σάγεντ την περασμένη χρονιά, η αναστολή της δημοκρατικής διακυβέρνησης και η ενίσχυση της εκτελεστικής εξουσίας εγείρουν σοβαρά ερωτήματα», πρόσθεσε.
Την Πέμπτη, νέα δήλωση, αυτή τη φορά από τον ΥΠΕΞ Μπλίνκεν, πυροδότησε την οργή της Τύνιδας.
Μέσω Twitter, είπε πως υποστηρίζει «σθεναρά τους πόθους του τυνησιακού λαού για δημοκρατία», τονίζοντας πως είναι κρίσιμο να αρχίσει «διαδικασία μεταρρυθμίσεων» που θα είναι «χωρίς αποκλεισμούς και διαφανής» για να «αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη των εκατομμυρίων Τυνήσιων» που είτε δεν έλαβαν μέρος στο δημοψήφισμα ή «εναντιώνονται στο νέο Σύνταγμα».
Οι ΗΠΑ επικρίνουν ολοένα πιο έντονα τον Κάις Σάγεντ, που πήρε στα χέρια του πρακτικά όλες τις εξουσίες την 25η Ιουλίου 2021, υποστηρίζοντας ότι η χώρα ήταν αδύνατο να κυβερνηθεί προηγουμένως.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ