Εάν κάποιος ρωτήσει έναν τυχαίο αξιωματούχο της ΕΕ, εάν το μπλοκ των 27 θα πρέπει να συνεχίσει να προσπαθεί να τιμωρεί τη Ρωσία για την εισβολή της στην Ουκρανία, θα λάβει πάντα μια θετική απάντηση. Όπως αναφέρει σε ανάλυση του το oilprice.com, η δυναμική των κυρώσεων φτάνει στο τέλος της, αλλά αυτός δεν είναι λόγος για την ΕΕ να εκτονώσει την πίεση, θα πει αυτός ο αξιωματούχος, όπως πολλοί άλλοι Ευρωπαίοι αξιωματούχοι έχουν πράξει σε ανάλογες συνομιλίες με τα μέσα ενημέρωσης. Και όμως, η ΕΕ έχει αρχίσει αθόρυβα να χαλαρώνει τις κυρώσεις της κατά της Μόσχας.
Η κατάσταση που έχει διαμορφωθεί δεν πέρασε απαρατήρητη: Η βρετανική εφημερίδα Express το χαρακτήρισε «υποχώρηση στον Πούτιν». Το Bloomberg το ονόμασε, «διορθώσεις σε προηγούμενες κυρώσεις». Όπως και να λέγεται, καταλήγει στο ίδιο πράγμα: Η ΕΕ λύνει τη θηλιά της Μόσχας. Και δεν είναι μόνο η ΕΕ.
Αρχικά, η Ευρωπαϊκή Ένωση αποφάσισε να προσθέσει εξαιρέσεις στις ρωσικές κυρώσεις, οι οποίες θα επιτρέψουν σε χώρες εκτός του μπλοκ να συναλλάσσονται με ρωσικές οντότητες που έχουν υποστεί κυρώσεις, συμπεριλαμβανομένων τραπεζών και κρατικών εταιρειών όπως η Rosneft. Σύμφωνα με αναφορά του Bloomberg, αυτές οι εξαιρέσεις αφορούν οντότητες που «κρίνονται απαραίτητες για αποστολές τροφίμων, γεωργικών αγαθών και πετρελαίου σε τρίτες χώρες εκτός ΕΕ».
Η ΕΕ φαίνεται να καταβάλλει μεγάλη προσπάθεια για να πείσει τους πάντες, ότι οι κυρώσεις της κατά της Ρωσίας δεν έχουν καμία απολύτως σχέση είτε με διακοπές του εφοδιασμού σε τρόφιμα, είτε με κάτι ανάλογο στον τομέα της ενέργειας ή τουλάχιστον, δεν είχαν ως στόχο να συμβεί κάτι σε αυτούς τους τομείς.
Ήταν μια θέση που εκφράστηκε ξεκάθαρα, μέσω δελτίου τύπου του Συμβουλίου της Ευρώπης, όταν η ΕΕ ανακοίνωσε τον τελευταίο γύρο κυρώσεων που στόχευαν τον χρυσό της Ρωσίας.
«Γενικότερα, η ΕΕ έχει δεσμευτεί να αποφύγει όλα τα μέτρα που μπορεί να οδηγήσουν σε επισιτιστική ανασφάλεια σε όλο τον κόσμο. Κανένα από τα μέτρα που εγκρίθηκαν σήμερα ή νωρίτερα, εν όψει των ενεργειών της Ρωσίας που αποσταθεροποιούν την κατάσταση στην Ουκρανία δεν στοχεύουν με οποιονδήποτε τρόπο το εμπόριο γεωργικών προϊόντων και τροφίμων, συμπεριλαμβανομένου του σιταριού και των λιπασμάτων, μεταξύ τρίτων χωρών και της Ρωσίας», ανέφερε το δελτίο τύπου.
Αυτό που ουσιαστικά σημαίνουν όλα αυτά, είναι η παραδοχή ότι οι κυρώσεις κατά της Ρωσίας δεν λειτουργούν πολύ καλά με τον επιδιωκόμενο τρόπο και αντίθετα βλάπτουν ή απειλούν να βλάψουν τρίτα μέρη που δεν εμπλέκονται στη σύγκρουση στην Ουκρανία.
Υπάρχουν κι άλλα. Ενώ η ΕΕ τροποποιεί τις κυρώσεις της για να επιτρέψει το εμπόριο περισσότερου ρωσικού πετρελαίου, προκειμένου να αποφευχθεί νέα άνοδος των τιμών του πετρελαίου, το Ηνωμένο Βασίλειο διστάζει να συμμετάσχει στην απαγόρευση ασφάλισης των πλοίων που μεταφέρουν ρωσικό αργό. Η συμμετοχή του Ηνωμένου Βασιλείου στην άσκηση πίεσης μέσω των ασφαλειών είναι απαραίτητη, λόγω του μεριδίου αγοράς που κατέχουν οι βρετανικές ασφαλιστικές εταιρείες στον τομέα της ναυτιλιακής ασφάλισης, κάτι όμως που καθυστερούν να εφαρμόσουν.
Μια πρόσφατη αναφορά των Financial Times σχετικά με το θέμα, δείχνει ότι αυτό μπορεί να έχει κάποια σχέση με τον «μεγάλο γεωπολιτικό αδελφό» του Ηνωμένου Βασιλείου και την ανησυχία του για τις τιμές του πετρελαίου. Οι ΗΠΑ, σε αντίθεση με την ΕΕ και το εμπάργκο της, επέλεξαν έναν εναλλακτικό τρόπο προσπάθειας να μειώσουν τα έσοδα της Ρωσίας από το πετρέλαιο: Θέσπισαν όρια ανώτατων τιμών η αν θέλετε ένα πλαφόν στην τιμή. Το Ηνωμένο Βασίλειο, ο Καναδάς, η Γερμανία, η Ιαπωνία, η Γαλλία και η Ιταλία συμφώνησαν να επιδιώξουν τιμές σε αυτά τα όρια.
Κρίνοντας από τα τελευταία νέα από το στρατόπεδο των G7, ωστόσο, το ανώτατο όριο δεν προχωρά όπως είχε προγραμματιστεί. Πολλοί άνθρωποι - αναλυτές, γνώστες της ναυτιλιακής βιομηχανίας. καθώς και η ηγεσία της κεντρικής τράπεζας της Ρωσίας, μεταξύ άλλων - είπαν ότι ένα ανώτατο όριο τιμής στο ρωσικό αργό δεν θα λειτουργούσε. Φαίνεται ότι οι G7 δεν τους είχαν ακούσει.
Σύμφωνα με αναφορές του Reuters στις αρχές αυτής της εβδομάδας, οι G7 εξέτασαν «μια συνολική απαγόρευση όλων των υπηρεσιών που επιτρέπουν τη μεταφορά ρωσικού αργού πετρελαίου και προϊόντων πετρελαίου δια θαλάσσης παγκοσμίως, εκτός εάν το πετρέλαιο αγοράζεται στην τιμή (ή και κάτω από αυτή) που θα συμφωνηθεί σε συνεννόηση με διεθνείς εταίρους».
Ωστόσο, τα λόγια είναι φθηνά, ενώ οι πράξεις όχι. Βέβαια, το τι θα ειπωθεί είναι σημαντικό όταν ο κόσμος παρακολουθεί, έτσι οι σχεδιαστές της πολιτικής των G7 ανέφεραν επίσης ότι «κατά την εξέταση αυτής, αλλά και άλλων επιλογών, θα εξετάσουμε επίσης μηχανισμούς μετριασμού παράλληλα με τα περιοριστικά μέτρα μας, για να διασφαλίσουμε ότι οι πιο ευάλωτες και επηρεαζόμενες χώρες θα διατηρήσουν την πρόσβαση στις ενεργειακές αγορές, συμπεριλαμβανομένης της Ρωσίας».
Με άλλα λόγια, ακριβώς όπως η ΕΕ, έτσι και οι G7 θα ήταν επιφυλακτικές για να προκαλέσει ακούσια ζημιά σε χώρες που δεν εμπλέκονται στο χάος της Ουκρανίας, διασφαλίζοντας ότι το ρωσικό πετρέλαιο φτάνει σε αυτές ελεύθερα. Και τότε, τα διυλισμένα προϊόντα που παράγονται από ρωσικό πετρέλαιο θα μπορούσαν να επιστρέψουν στην ΕΕ.
Η Ινδία για παράδειγμα, αγοράζει ρωσικό πετρέλαιο, το διοχετεύει μέσω των διυλιστηρίων της και πουλάει «ινδικά διυλισμένα προϊόντα». Και πού τα πουλάει; Προς την Ε.Ε.. Το ίδιο και για τη Σαουδική Αραβία. Οι φορτωτικές αυτών των πλοίων δεν θα αναφέρουν πουθενά τη Ρωσία, καθώς φτάνουν στον προορισμό τους στην ΕΕ.
«Εν ολίγοις, η ΕΕ διευκολύνει αθόρυβα την παράκαμψη του δικού της καθεστώτος κυρώσεων», αναφέρει με τον Alastair Crooke, διευθυντής του μη κερδοσκοπικού οργανισμού Conflicts Forum με έδρα τον Λίβανο, αναφέρει η εφημερίδα Express.
Πρέπει να έγινε αντιληπτό στους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής της ΕΕ, του Ηνωμένου Βασιλείου και των ΗΠΑ, ότι η επιβολή κυρώσεων στη Ρωσία δεν θα ήταν τόσο εύκολη υπόθεση, όσο η επιβολή κυρώσεων σε έναν μικρότερο εξαγωγέα πετρελαίου, ειδικά εάν αυτός ο εξαγωγέας πετρελαίου εξάγει επίσης πολλά άλλα ζωτικής σημασίας πράγματα, όπως τρόφιμα και λιπάσματα.
Οι ΗΠΑ μάλιστα, εξέδωσαν ακόμη και ενημερωτικό δελτίο για να διευκρινίσουν ότι οι κυρώσεις τους δεν στοχεύουν τις εξαγωγές ρωσικών λιπασμάτων ή τις εξαγωγές αγροτικών προϊόντων. Και αυτό ενώ ο Amos Hochstein- ο ειδικός σύμβουλος του πρόεδρου Μπάιντεν για θέματα ενέργειας- είπε ότι «η οικονομία τους δεν έχει τίποτα άλλο. Παράγουν όπλα και παράγουν πετρέλαιο και φυσικό αέριο».
Φαίνεται ότι η «οικονομία τους» έχει τουλάχιστον πολλά λιπάσματα και γεωργικά προϊόντα, που χρησιμεύουν για τη διατροφή των ανθρώπων εκτός Ρωσίας επίσης- και αυτό χωρίς να αναφέρουμε και τα μέταλλα. Όσο για το πετρέλαιο, φαίνεται επίσης αρκετά κρίσιμο: Τίποτα λιγότερο από κρίσιμο δεν θα ανάγκαζε την ΕΕ, το Ηνωμένο Βασίλειο και τις ΗΠΑ να χαλαρώσουν τη θηλιά των κυρώσεων.
Επιμέλεια Τέρρυ Μαυρίδης