Ο Ούγγρος υπουργός Άμυνας Kristóf Szalay-Bobrovniczky, χρειάστηκε περισσότερο από μία εβδομάδα για να επιβεβαιώσει τη μεγαλύτερη αναμόρφωση στις τάξεις του ουγγρικού στρατού τις τελευταίες δύο δεκαετίες, μετά την εμφάνιση των πρώτων άρθρων για ένα μεγάλο κύμα απολύσεων από τις τάξεις των ενόπλων δυνάμεων. Επί μέρες κυκλοφορούσαν στον ουγγρικό Τύπο ειδήσεις για την απόλυση εκατοντάδων υψηλόβαθμων αξιωματικών- ορισμένοι από τους οποίους μάλιστα προήχθησαν μόλις πρόσφατα- χωρίς κανένα επίσημο σχόλιο από την κυβέρνηση.
Όπως αναφέρει σε ανάλυση του το think tank CEPA, ο Szalay-Bobrovniczky σε συνέντευξή του ανέφερε ότι αρκετές εκατοντάδες αξιωματικοί απολύονταν, κυρίως από τις κορυφαίες βαθμίδες, με στόχο να προωθηθεί η «αξιοκρατία και ο ανταγωνισμός» στον στρατό και να καταστήσουν την οργάνωση του στρατού πιο ευέλικτη στην κορυφή της. Η απόφαση ελήφθη καθώς η κυβέρνηση αγωνίζεται να καλύψει έως και 10.000 θέσεις στις χαμηλότερες βαθμίδες του στρατεύματος, (το τρέχον ανώτατο όριο προσωπικού είναι 37.460). Οι απολύσεις έχουν ήδη πραγματοποιηθεί με βάση ένα διάταγμα που υπέγραψε ο πρωθυπουργός Βίκτορ Όρμπαν μια εβδομάδα νωρίτερα, το οποίο επιτρέπει την απόλυση αξιωματικών που έχουν υπηρετήσει τουλάχιστον 25 χρόνια και είναι τουλάχιστον 45 ετών, με προειδοποίηση δύο μηνών. Πολλοί από αυτούς είναι στον βαθμό του αντισυνταγματάρχη και άνω. Υπήρξαν αναφορές για αξιωματικούς που κλήθηκαν από θέσεις στο εξωτερικό, για να απολυθούν με συνοπτικές διαδικασίες.
Δεδομένης της απροθυμίας της κυβέρνησης να δώσει πολλές εξηγήσεις, άλλοι άρχισαν να συμπληρώνουν τα κενά.
Η βουλευτής της αντιπολίτευσης και μέλος της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης του ΝΑΤΟ, Άγκνες Βαντάι, χαρακτήρισε την απόφαση «πολιτική εκκαθάριση». Η Βαντάι, η οποία είχε θητεύσει στο ΥΠΕΞ, ανέφερε ότι η απόφαση ήταν μια κυβερνητική απόπειρα να «απο-ΝΑΤΟϊκοποιήσει» τις ένοπλες δυνάμεις.
Άλλοι το αμφισβήτησαν, υποστηρίζοντας ότι πολλοί από τους απολυμένους αξιωματικούς είχαν προαχθεί από τότε που ξεκίνησε η τρέχουσα θητεία του Όρμπαν στην κυβέρνηση το 2010, και προέταξαν ότι οι απολύσεις θα δημιουργήσουν τελικά χώρο για νεότερους αξιωματικούς με μεγαλύτερη διεθνή εμπειρία. Ωστόσο, αν ο σκοπός είναι η αναζωογόνηση του στρατού με νεότερους ανθρώπους, είναι δύσκολο να εξηγηθεί γιατί το διάταγμα του Όρμπαν τράβηξε τη γραμμή στα 45 χρόνια, μια σχετικά νεαρή ηλικία.
Από την πλευρά του, ο υπ. Άμυνας Szalay-Bobrovniczky δήλωσε σε αυστηρό τόνο ότι ο στρατός δεν ήταν «ένας κοινωνικός θεσμός», αλλά «ένας στρατός... δίπλα σε έναν μαινόμενο πόλεμο στο κέντρο της Ευρώπης».
Αυτή η δήλωση προερχόμενη από υπουργό του Όρμπαν προκάλεσε μια κάποια έκπληξη. Τον περασμένο χρόνο, η κυβέρνησή Όρμπαν υποστήριξε ότι ο πρωθυπουργός έχει μια φιλική σχέση με τη Ρωσία και ότι οι συνεχείς απειλές για βέτο στις κυρώσεις της ΕΕ και η άρνηση παροχής στρατιωτικής βοήθειας στην Ουκρανία ήταν απαραίτητες για να κρατηθεί η Ουγγαρία μακριά από έναν πόλεμο, στον οποίο «οι απερίσκεπτοι αριστεροί πολιτικοί», όπως δήλωσε ο Όρμπαν, θα «έσερναν» τη χώρα και τον πληθυσμό της. Αξίζει να σημειωθεί ότι ακόμη και τώρα, ο υπουργός άμυνας δεν αναφέρθηκε στη Ρωσία ως απειλή- αντίθετα μίλησε μόνο για την ανατολική πτέρυγα του ΝΑΤΟ.
Πάντως η ουγγρική κυβέρνηση αύξησε σημαντικά τις στρατιωτικές δαπάνες τα τελευταία χρόνια, εν μέρει για να επιτύχει τον στόχο του ΝΑΤΟ για διοχέτευση του 2% του ΑΕΠ στην άμυνα- στόχο τον οποίο δεν έχει καταφέρει να υλοποιήσει εδώ και καιρό.
Οι δαπάνες αυξήθηκαν το 2018, όταν μια ηγεσία πιο επικεντρωμένη στις επιχειρήσεις ανέλαβε το Υπουργείο Άμυνας. Οι Γερμανοί και σε κάπως μικρότερο βαθμό, αμυντικές βιομηχανίες των ΗΠΑ και του Ισραήλ, ήταν οι κύριοι ωφελούμενοι από αυτές τις συμφωνίες. Κάποιες από αυτές τις συμφωνίες φέρεται να ωφέλησαν επίσης επιχειρηματικούς κύκλους γύρω από το κυβερνών κόμμα Fidesz. Μια άλλη εξήγηση που κυκλοφορεί γύρω από τις απολύσεις στο στράτευμα, ήταν ότι έγιναν για να επιτρέψουν στην κυβέρνηση να κάμψει τις αντιθέσεις σε ορισμένες συμφωνίες από την πλευρά των στρατιωτικών.
Δυσπιστία
Όποιοι κι αν είναι οι πραγματικοί λόγοι των τελευταίων εξελίξεων, οι περιστάσεις και ο τρόπος με τον οποίο αντιμετώπισε η κυβέρνηση το ζήτημα, υπογραμμίζουν μεγαλύτερα και πιο βαθιά ριζωμένα προβλήματα- πολιτικού και όχι στρατιωτικού χαρακτήρα.
Με δεδομένη την ανατρεπτική εξωτερική πολιτική του Ορμπάν, είναι εύκολα κατανοητό γιατί υπάρχουν υποψίες. Υπάρχουν επίσης ανησυχίες ότι τέτοιες απότομες αλλαγές μπορεί να είναι αποτέλεσμα απώτερων κινήτρων και των κινδύνων περαιτέρω διάβρωσης της εμπιστοσύνης μεταξύ της Ουγγαρίας και των συμμάχων της. Η κυβέρνηση Όρμπαν έχει εξαπολύσει διαβήματα κατά των δυτικών κυρώσεων και της στρατιωτικής βοήθειας προς την Ουκρανία, έχει ασκήσει βέτο σε πρωτοβουλίες που θέλουν να φέρουν την Ουκρανία πιο κοντά στο ΝΑΤΟ, έχει υιοθετήσει μια επιεική προσέγγιση για τους Ρώσους διπλωμάτες και οργανώσεις που ελέγχονται από τη ρωσική κυβέρνηση. Επίσης εξακολουθεί να παρέχει δικαιώματα διαμονής στον γιο του επικεφαλής της ρωσικής υπηρεσίας ξένων πληροφοριών (SVR).
Το ότι έχουν πραγματοποιηθεί σημαντικές αλλαγές προσωπικού στο στράτευμα από τον Szalay-Bobrovniczky, έναν επιχειρηματία χωρίς εμπειρία στον τομέα της άμυνας, είναι ίσως πιο ανησυχητικό δεδομένου ότι πριν αναλάβει τα καθήκοντά του, ήταν συνιδιοκτήτης μιας εταιρείας με τη Russian Transmashholding (τον μεγαλύτερο κατασκευαστή σιδηροδρομικών μηχανών και τροχαίου υλικού της Ρωσίας), της οποίας ο πρώην πρόεδρος τελεί υπό καθεστώς δυτικών κυρώσεων.
Ακόμη και αν οι ίδιες οι αποτάξεις δεν συνιστούν εκκαθάριση με πολιτικά κίνητρα, είναι δύσκολο να υποστηριχθεί η άποψη της κυβέρνησης. Η χώρα είναι επί του παρόντος το πιο διεφθαρμένο κράτος μέλος στην Ευρωπαϊκή Ένωση, σύμφωνα με τη Διεθνή Διαφάνεια, ενώ δεν είναι απίθανο κάποιος να ισχυριστεί ότι το διάταγμα θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για να ασκήσει πολιτική πίεση στους νέους αξιωματικούς, καθώς πλησιάζουν τα 45 τους χρόνια.
Ίσως το πιο σημαντικό, ακόμα κι αν οι απολύσεις προωθούν πολλά υποσχόμενους νεότερους αξιωματικούς σε τομείς που απελευθερώθηκαν πρόσφατα, είναι απίθανο να λύσουν τα κύρια προβλήματα του ουγγρικού στρατού: Την έλλειψη εξειδικευμένων στελεχών, ικανών να χειριστούν τον σύγχρονο εξοπλισμό που η κυβέρνηση έχει αποκτήσει τα τελευταία χρόνια.
Όπως παραδέχτηκε πρόσφατα ο ίδιος ο υπουργός Άμυνας, ο ουγγρικός στρατός δεν είναι ελκυστικό μέρος για να εργαστούν νέοι επαγγελματίες. Οι κακώς εκτελεσμένες και οι κακώς εξηγημένες απολύσεις, καθώς και οι επίμονες φήμες για υπερβολική πολιτικοποίηση, είναι απίθανο να το αλλάξουν αυτό.
Όπως ακριβώς συνέβη με το διπλωματικό σώμα της Ουγγαρίας, το οποίο επίσης γνώρισε μαζικές απολύσεις και την εισροή μιας νέας ομάδας αξιωματούχων με προσέγγιση «επικεντρωμένη στις επιχειρήσεις» και τις πολιτικές διασυνδέσεις, υπάρχει πολύ σαφής κίνδυνος οι βασικοί θεσμοί της χώρας, που εγγυώνται την ασφάλεια και ήθος του κράτους, να γίνουν κούφιοι και σάπιοι.
Επιμέλεια Τέρρυ Μαυρίδης