Για «καταστροφή» της τεχνικής εκπαίδευσης που συντελέστηκε τις τελευταίες δεκαετίες στην Ελλάδα έκανε λόγο ο υφυπουργός Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, αρμόδιος για θέματα Κοινωνικής Ασφάλισης και πανεπιστημιακός, Πάνος Τσακλόγλου, σε πάνελ για την αγορά εργασίας με τίτλο «A perspective on the current status of the labor market» που συνδιοργάνωσαν το Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο της Αθήνας με το 8ο Οικονομικό Φόρουμ των Δελφών. Τη συζήτηση συντόνισε η διεθύντρια του Fortune Greece, Αναστασία Παρετζόγλου.
Ο υφυπουργός Εργασίας στο πλαίσιο της συζήτησης για την αγορά εργασίας, έθεσε το θέμα της σύνδεσής με την εκπαίδευση και σημείωσε: «Στην πορεία των τελευταίων δεκαετιών καταστρέψαμε την τεχνική εκπαίδευση, ό,τι και αν ήταν αυτή. Σταδιακά το κάναμε και στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Πολλοί δεν ολοκληρώνουν τις σπουδές τους, κάποιοι βγαίνουν με λίγα προσόντα» ενώ σημείωσε πως «Ένα καλό πανεπιστήμιο δεν σου δίνει μόνο τεχνικές γνώσεις. Σου δείχνει πώς να μαθαίνεις και πώς να προσαρμόζεσαι σε καταστάσεις που προκύπτουν».
Παράλληλα τόνισε πως για την κυβέρνηση αποτελεί προτεραιότητα η σύνδεση των πανεπιστημίων με την αγορά εργασίας. «Κάνουμε προσπάθεια για να στήσουμε ποιοτική τεχνική εκπαίδευση. Να αναστήσουμε ένα κομμάτι που γινόταν από τα ΤΕΙ και παλιότερα από τα ΚΑΤΕΕ. Από το Ταμείο Ανάκαμψης έχουμε δεσμεύσει σημαντικό ποσό για εκπαίδευση».
Απαντώντας σε εύρημα έρευνας που λέει ότι πολλές επιχειρήσεις δυσκολεύονται να βρουν τις δεξιότητες που αναζητούν, ο Πάνος Τσακλόγλου ανέφερε: «Η αγορά εργασίας είναι μια αγορά. Έχει προσφορά, ζήτηση, τιμή. Σε πάρα πολλές περιπτώσεις η απάντηση στο ερώτημα δεν είναι ακριβώς “δεν βρίσκω” αλλά “δεν βρίσκω με τον μισθό που θέλω να δώσω”. Ψηλότεροι μισθοί προσελκύουν καλύτερους εργαζόμενους».
Δεν θα υπάρχει πρόβλημα με τις συντάξεις αν τηρηθούν οι κανόνες
Την εκτίμηση ότι η Ελλάδα δεν θα έχει πρόβλημα με το συνταξιοδοτικό της, αν τηρήσει τους κανόνες του παιχνιδιού, διατύπωσε ο υφυπουργός Κοινωνικής Ασφάλισης. «Ουσιαστικά, αυτό που προβλέπεται στο επίπεδο των συντάξεων, αν δεν αλλάξουμε τους κανόνες του παιχνιδιού, είναι καλό. Στην τελευταία έκθεση της Κομισιόν, του Aging Working Group (AWG), η Ελλάδα αναφέρεται ως μια από τις ελάχιστες ευρωπαϊκές χώρες, ίσως λιγότερες από 10, οι οποίες δεν θα έχουν πρόβλημα με το συνταξιοδοτικό, αν τηρήσουν τους κανόνες» σημείωσε ο κ.Τσακλόγλου και πρόσθεσε ότι σε περίπτωση που οι κανόνες δεν τηρηθούν, θα υπάρξουν επιπτώσεις στο αφανές χρέος.
Ερωτηθείς αν είμαστε σε καλό δρόμο, εφόσον κρατήσουμε τον νόμο Κατρούγκαλου και το ΤΕΚΑ (Ταμείο Επικουρικής Κεφαλαιοποιητικής Ασφάλισης), ο κ.Τσακλόγλου επισήμανε πως αυτό όντως ισχύει. Σημείωσε ωστόσο ότι ο συγκεκριμένος νόμος έκανε σε μαζική κλίμακα «grandfathering», δηλαδή προστάτεψε τους τότε συνταξιούχους σε βάρος των μελλοντικών γενεών συνταξιούχων. Παρόλα αυτά, τα ποσοστά αναπλήρωσης (τι σύνταξη θα λάβει κάποιος σε σχέση με τις εισφορές), που έχει το ελληνικό συνταξιοδοτικό σύστημα - και θα εξακολουθήσει να έχει παρά τις προσαρμογές - είναι από τα υψηλότερα στην ΕΕ. Ως προς αυτό βέβαια, έχει πολύ μεγάλη σημασία το πώς θα κινηθεί η οικονομία, δεδομένου ότι μεγαλύτερη ανάπτυξη σημαίνει υψηλότερους μισθούς και άρα και υψηλότερες συντάξεις.
Τα «λεφτόδεντρα» και οι συντάξεις των επόμενων γενεών
Αναφερόμενος στις παθογένειες του ελληνικού συστήματος, ο κ. Τσακλόγλου επισήμανε ότι από το 2001 μέχρι το 2010, οπότε η Ελλάδα μπήκε στα μνημόνια, τα δύο τρίτα της αύξησης του δημοσίου χρέους αντιστοιχούσαν σε μεταβιβάσεις προϋπολογισμού προς το συνταξιοδοτικό σύστημα της χώρας - και αυτό πριν αρχίσουν να γίνουν εντονότερα αισθητές οι συνέπειες της δημογραφικής γήρανσης.
«Με επώδυνο τρόπο έγιναν πάρα πολλές αλλαγές στα προηγούμενα χρόνια. Λύσαμε το πρόβλημα; Όχι» σημείωσε και πρόσθεσε ότι, φέτος, η δαπάνη για τις κύριες συντάξεις προβλέπεται να ανέλθει στα 31 δισ. ευρώ και από αυτά τα 15,5 δισ. δεν είναι από εισφορές εργαζόμενων, όπως θα έπρεπε, αλλά από πληρωμές φορολογουμένων. «Η εθνική σύνταξη είναι γύρω στα 8,5 δισ. ευρώ. Σε ό,τι αφορά όλο το υπόλοιπο, επιδοτούμε ακόμα το ανταποδοτικό κομμάτι της κύριας σύνταξης, που θα έπρεπε να καλύπτεται από τις εισφορές των εργαζομένων. Αυτό είναι ένα τεράστιο πρόβλημα που βέβαια, προοπτικά, θα κλείνει» επισήμανε και πρόσθεσε ότι όταν δίνουμε για τον συγκεκριμένο σκοπό 15 δισ. ευρώ, πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι αυτά θα λείψουν από αλλού, καθότι «δεν υπάρχουν λεφτόδεντρα».
Ως κοινωνία, πρόσθεσε, κάνουμε λιγότερα παιδιά και ζούμε περισσότερο. Συνεπώς, αν θέλουμε οι μελλοντικές γενιές να έχουν αξιοπρεπείς συντάξεις, προκύπτουν επιπλοκές σε επίπεδο πολιτικής: οι γενιές αυτές θα πρέπει να είναι πάρα πολύ παραγωγικές και να μείνουν στη χώρα. Για να συμβεί το πρώτο, θα πρέπει να «πέσουν» τώρα πόροι στην εκπαίδευση, την κατάρτιση, τις υποδομές και την έρευνα και ανάπτυξη, χρήματα που τώρα είναι δεσμευμένα αλλού (στην καταβολή των συντάξεων). Επίσης, θα πρέπει να τρέξει «η διαβόητη αξιολόγηση» (στο εκπαιδευτικό σύστημα) και να εφαρμοστούν οι νέες τεχνολογίες στην εκπαίδευση.
Σε ερώτημα σχετικά με το προφίλ του ελληνικού χρέους, ο κ.Τσακλόγλου επισήμανε ότι χάρη στην προσπάθεια που έγινε την περασμένη δεκαετία με την αναδιάρθρωσή του και το PSI, το ελληνικό χρέος έχει το καλύτερο προφίλ στον κόσμο, με μέση ληκτότητα 20 ετών, το μεγαλύτερο κομμάτι του σε σταθερά -χαμηλά- επιτόκια και πολύ μεγάλο μέρος του να οφείλεται στον διακρατικό και όχι τον ιδιωτικό τομέα. Ωστόσο, ο εφησυχασμός θα πρέπει να αποφευχθεί, καθώς όσο περνούν τα χρόνια το χρέος αυτό θα μπαίνει σε όρους αγορών. «Στα δάνεια που έχουμε πάρει από τον ESM (Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας) αυτή τη στιγμή πληρώνουμε μόνο τόκους. Μετά το 2032 θα έχουμε και τα τοκοχρεωλύσια. Έχουμε κάποια αύξηση, αλλά όχι κάτι τρομαχτικό και μέχρι να φτάσουμε εκεί (στο 2032), το συμβολαιοποιημένο χρέος πρέπει να πέσει σε αρκετά χαμηλότερα επίπεδα σε σχέση με σήμερα, γιατί δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι παρά την πολύ καλή δομή του, παραμένει (ως ποσοστό επί του ΑΕΠ) από τα υψηλότερα στον κόσμο» σημείωσε ότι τα μη συμβολαιοποιημένα χρέη θα έρθουν αργότερα μπροστά μας.