Μετά από μια εντυπωσιακή εκλογική νίκη και μια σύνοδο κορυφής του ΝΑΤΟ, όπου έπαιξε το ρόλο του «πονηρού κακού», αλλά και του περιζήτητου αστέρα, ο Τούρκος πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν επισκέφθηκε τις πλούσιες πολιτείες του Περσικού Κόλπου σε μια περιοδεία που είχε σκοπό να επιδείξει την ιδιότητά του ως συνομιλητή μεταξύ Ανατολής και Δύσης, Βορρά και Νότου. Παράλληλα όμως, αναζήτησε συνεργασίες και κυρίως κεφάλαια που θα κρατήσουν την οικονομία της Τουρκίας στον... αφρό.
Ωστόσο, όπως αναφέρει το World Politics Review, παραμένει αβέβαιο εάν η δυναμική από την επανεκλογή του Ερντογάν στις εκλογές του Μαΐου, οι νίκες που κέρδισε στο Βίλνιους κατά τη σύνοδο του ΝΑΤΟ και τα μετρητά του Κόλπου θα είναι αρκετά για να κερδίσει τον επόμενο στόχο του: Την ανατροπή των δημοσκοπικών τάσεων και τα σοβαρά οικονομικά προβλήματα, για να κερδίσει την Κωνσταντινούπολη από την αντιπολίτευση στις δημοτικές εκλογές τον ερχόμενο Μάρτιο.
Προς το παρόν, ο Ερντογάν βρίσκεται ψηλά τόσο σε εγχώριο όσο και σε διεθνές επίπεδο μετά τη νίκη του στις εκλογές, που πολλοί πίστευαν ότι θα έχανε. Στο Βίλνιους, υποχώρησε στην ένταξη της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ, την οποία εμπόδιζε, με αντάλλαγμα τη διαβεβαίωση των ΗΠΑ να πουλήσουν μαχητικά αεροσκάφη F-16 στην Τουρκία, ευνοϊκές εμπορικές συμφωνίες με τη Δύση και μια ασαφή υπόσχεση από τις Βρυξέλλες για επανέναρξη των συνομιλιών για την ένταξη της Τουρκίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Ο Ερντογάν κέρδισε επίσης τον έπαινο της Δύσης επειδή αψήφησε τη Ρωσία και επέτρεψε στους διοικητές του τάγματος του Αζόφ να επιστρέψουν στην Ουκρανία, αφού υποσχέθηκαν ότι θα παραμείνουν κατά τη διάρκεια του πολέμου στην Τουρκία, ως μέρος μιας ανταλλαγής αιχμαλώτων που μεσολάβησε η Άγκυρα μεταξύ Κίεβου και Μόσχας πέρυσι. Το τελευταίο διάστημα, μείωσε τις εντάσεις με την Ελλάδα μετά τη ρήξη πολλών ετών, με τις δύο χώρες να συμμετέχουν πλέον στην πρώτη κοινή ναυτική τους επιχείρηση εδώ και χρόνια.
Ο Ερντογάν, ένας «μάστερ» του πολιτικού παιχνιδιού, μπορεί τώρα να ανακτήσει τον μανδύα του κυρίαρχου πολιτικού και παγκόσμιου παίκτη, ενός ρόλου που είχε καλλιεργήσει κατά τη διάρκεια της πρώτης δεκαετίας του στην εξουσία από το 2003 έως το 2013, πριν ακολουθήσει στη συνέχεια μια πιο αυτόνομη και συχνά εμπρηστική προσέγγιση αναφορικά με τους δεσμούς με τις ΗΠΑ και την Ευρώπη.
Στοχεύοντας το εσωτερικό
Αλλά οι κινήσεις εξωτερικής πολιτικής του Ερντογάν έχουν σχεδόν πάντα μια εσωτερική προοπτική. Η επιστροφή του στη Δύση και οι προσπάθειές του να κερδίσει την εύνοια του ΝΑΤΟ, καθώς και η επιστροφή του στις ορθόδοξες οικονομικές πολιτικές, αφού επέμενε καταστροφικά στη διατήρηση των επιτοκίων χαμηλά τα τελευταία χρόνια, θα μπορούσαν όλα να έχουν στόχο να κερδίσουν την εύνοια των ψηφοφόρων των αστικών κέντρων, ενόψει των δημοτικών εκλογών του 2024. Και τα κράτη του Κόλπου, που βοήθησαν στη στήριξη της οικονομίας της Τουρκίας με δισεκατομμύρια δολάρια σε καταθέσεις κεντρικών τραπεζών και εμπορικές συμφωνίες λίγο πριν τις εκλογές του Μαΐου, φαίνεται να αποτελούν τον ακρογωνιαίο λίθο των σχεδίων του Ερντογάν για την αντιμετώπιση της οικονομικής δυσφορίας της χώρας τους επόμενους μήνες. Νέες ενέσεις μετρητών από τον Κόλπο θα μπορούσαν να σταθεροποιήσουν την τουρκική λίρα, η οποία υπήρξε κύριο θύμα της οικονομικής κακοδιαχείρισης του Ερντογάν, και να βοηθήσουν τις πιθανότητές του στις δημοτικές εκλογές στην Κωνσταντινούπολη και σε άλλες πόλεις σε ολόκληρη τη χώρα.
Κατά την επίσκεψή του στη Σαουδική Αραβία, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και το Κατάρ, ο Ερντογάν ηγείτο μιας αποστολής 200 ανώτατων αξιωματούχων και Τούρκων επιχειρηματιών που αναζητούσαν επενδύσεις για την οικονομία της Τουρκίας και αγορές για τα αγαθά της. Και σύμφωνα με τις πρώτες πληροφορίες, βρήκαν και τα δύο.
Σε αυτό που περιγράφηκε ως η μεγαλύτερη πώληση όπλων της Τουρκίας ποτέ -δηλαδή πάνω από το εύρος του 1,5 δισεκατομμυρίου δολαρίων- η αμυντική εταιρεία Baykar Technologies η οποία είναι συνδεδεμένη με το καθεστώς Ερντογάν, υπέγραψε συμφωνία για την προμήθεια της Σαουδικής Αραβίας με οπλισμένα εναέρια drones Akinci, τα οποία είναι μεγαλύτερα, ταχύτερα και πιο περίπλοκα από τα drones Bayraktar που έγιναν διάσημα από τον πόλεμο στην Ουκρανία. Η Τουρκία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα υπέγραψαν επίσης μνημόνια συνεννόησης αξίας 50 δισεκατομμυρίων δολαρίων, που περιελάμβαναν δεσμεύσεις για επιχειρηματική δραστηριότητα στους τομείς της ενέργειας, των φυσικών πόρων, του διαστήματος και της άμυνας, καθώς και μια συμφωνία με το Άμπου Ντάμπι να δεσμεύσει 8,5 δισ. δολάρια για να βοηθήσει στην ανοικοδόμηση των νοτιοανατολικών περιοχών της Τουρκίας που χτυπήθηκαν από τους σεισμούς του Φεβρουαρίου.
Δυτικές επενδύσεις «γιοκ» καθώς δεν υπάρχει εμπιστοσύνη
Όμως, παρά τις επιτυχίες, υπήρχε μια νότα απόγνωσης στη μεγαλοπρέπεια και την κλίμακα της επίσκεψης του Ερντογάν στον Κόλπο, υπογραμμίζοντας την έλλειψη εναλλακτικών πηγών επενδύσεων. Πίσω στα μέσα της δεκαετίας του 2000, οι Ευρωπαίοι επενδυτές εντυπωσιασμένοι από τους ρυθμούς ανάπτυξης της Τουρκίας και τους φιλικούς προς τις επιχειρήσεις κανόνες έσπευσαν στον χρηματοοικονομικό τομέα, την αυτοκινητοβιομηχανία, καθώς και σε άλλους οικονομικούς τομείς της χώρας, παρέχοντάς τους φθηνά κεφάλαια. Αλλά αυτό άλλαξε τα τελευταία χρόνια, καθώς η αμφιλεγόμενη επιμονή του Ερντογάν να διατηρεί χαμηλά τα επιτόκια και ο διορισμός πιστών του -συμπεριλαμβανομένου του γαμπρού του- σε σημαντικές θέσεις χάραξης οικονομικής πολιτικής, οδήγησαν σε κατάρρευση της τουρκικής λίρας και μείωση των ξένων επενδύσεων.
Από τις εκλογές του Μαΐου και μετά, ο Ερντογάν αντέστρεψε τη θέση του σχετικά με τα επιτόκια και διόρισε παγκοσμίως σεβαστούς τεχνοκράτες να διευθύνουν την Κεντρική Τράπεζα και το Υπουργείο Οικονομικών της Τουρκίας. Αλλά εκτός από τις παγκοσμίως επιτυχημένες εταιρείες τεχνολογίας, όπως η πανταχού παρούσα υπηρεσία παράδοσης τροφίμων Getir, οι δυτικοί επενδυτές εξακολουθούν να μην πλησιάζουν τη χώρα. Όπως ανέφερε ο Μουσταφά Ερντεμόλ στο αντιπολιτευόμενο HalkTV, «ο Ερντογάν δεν μπόρεσε να πάρει αυτό που ήθελε από τους δυτικούς συμμάχους ή να εμπνεύσει εμπιστοσύνη στο δυτικό κεφάλαιο, παρά τις προσπάθειές του να τους ευχαριστήσει».
Παράλληλα υπάρχει και μια άλλη διάσταση. Οι επαγγελματίες του χρηματοπιστωτικού κλάδου εκμυστηρεύονται ότι ανησυχούν για τις υπερεξουσίες της προεδρίας που κατοχυρώθηκαν με το σύνταγμα που ο Ερντογάν πέρασε το 2018- κάτι που θα του επέτρεπε να αλλάξει την πορεία των επιτοκίων στο μέλλον, το ίδιο εύκολα όπως έκανε μετά τις 28 Μαΐου.
Τόσο στελέχη του χρηματοπιστωτικού κλάδου, όσο και διπλωμάτες αναφέρουν επίσης ότι ένας απρόβλεπτος Ερντογάν θα μπορούσε ακόμα να επιλέξει να αντιστρέψει την πορεία της ένταξης της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ, κάτι που θα μπορούσε να συμβεί από τώρα ως τη στιγμή που το τουρκικό κοινοβούλιο θα συγκληθεί στις αρχές Οκτωβρίου για να επικυρώσει την ένταξη. Μια εξέλιξη που θα μπορούσε να τορπιλίσει για άλλη μια φορά τις σχέσεις της Άγκυρας με τη Δύση. Οτιδήποτε, από μια προσβλητική πολιτική γελοιογραφία, μέχρι μια άλλη καύση ενός Κορανίου στη Στοκχόλμη, θα μπορούσε να χρησιμεύσει ως πρόσχημα για μια νέα κρίση, εάν ο Ερντογάν τη βρει πολιτικά πρόσφορη.
Ο «παλιός» Ερντογάν μπορεί να επιστρέψει
Πιο ανησυχητικό για την Τουρκία, είναι ότι παρά τα μνημόνια συνεννόησης, τα κράτη του Κόλπου που φλερτάρει ο Ερντογάν, έχουν δείξει παραδοσιακά πολύ μικρό ενδιαφέρον για επενδύσεις στους τομείς της τουρκικής τεχνολογίας και ενέργειας που θα δημιουργούσαν θέσεις εργασίας για τους μορφωμένους νεαρούς Τούρκους που τώρα προσπαθούν απεγνωσμένα να φύγουν από τη χώρα για τη Δύση. Για δεκαετίες, πλούσιοι επενδυτές από τη Σαουδική Αραβία, το Ιράκ, το Κουβέιτ, το Κατάρ και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα διοχέτευαν σχεδόν αποκλειστικά χρήματα στον τομέα των ακινήτων της Τουρκίας, αγοράζοντας γη και πολυτελή ακίνητα αξίας δισεκατομμυρίων δολαρίων ως κερδοσκοπικά παιχνίδια ή απλά για να αποκτήσουν εξοχικές κατοικίες.
Αυτές οι πωλήσεις γης και διαμερισμάτων αποφέρουν έσοδα στους Τούρκους κατασκευαστές, αλλά επιδεινώνουν, αντί να επιλύουν, τα βασικά οικονομικά προβλήματα της Τουρκίας: Τα εκτοξευόμενα ενοίκια και οι τιμές των ακινήτων, σε συνδυασμό με μια σειρά πρόσφατων αυξήσεων σε φόρους και στις τιμές των καυσίμων, είναι οι κύριοι παράγοντες που τροφοδοτούν την εγχώρια δυσαρέσκεια. Ως απάντηση στη δημόσια οργή, οι αρχές διεύρυναν πρόσφατα και αυστηροποίησαν τον κατάλογο των γειτονιών στην Κωνσταντινούπολη και σε άλλες πόλεις της χώρας, όπου απαγορεύεται να κατοικούν μη Τούρκοι - ακόμη και όταν κατασκευαστές κοντά στην κυβέρνηση φλερτάρουν με επενδυτές από τον Κόλπο και αλλού, που θα ήθελαν ακίνητα σε ορισμένες από αυτές τις γειτονιές.
Αυτό είναι μόνο ένα από τα πολλά δεσμά που βρίσκεται ο Ερντογάν και αποτελεί έναν λόγο όπου πολλοί φοβούνται ότι η ανατρεπτική φιγούρα που έκανε τους επενδυτές και τα δυτικά κεφάλαια να απομακρυνθούν την τελευταία δεκαετία, θα μπορούσε να αναδυθεί ξανά από όπου κι αν κρύβεται αυτή τη στιγμή.
Ο Ερντογάν και το Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης(ΑΚΡ), έχουν δηλώσει ότι επιθυμούν να ανακτήσουν τον έλεγχο της Κωνσταντινούπολης από τον δήμαρχο της αντιπολίτευσης, Εκρεμ Ιμάμογλου. Η πόλη των 16 εκατομμυρίων κατοίκων είναι η γενέτειρα του Ερντογάν, καθώς το μέρος όπου ξεκίνησε την πολιτική του καριέρα, ως μεταρρυθμιστής δήμαρχος τη δεκαετία του 1990. Το πιο σημαντικό, η Κωνσταντινούπολη και άλλες πόλεις όπου η υποστήριξη του ΑΚΡ πέφτει σταθερά εδώ και χρόνια, είναι σημαντικές για τους συμμάχους του Ερντογάν οι οποίοι προσφέρουν πολιτική προστασία με τη μορφή βοήθειας, προγραμμάτων πρόνοιας, θέσεων εργασίας και συμβάσεων.
Ο Ιμάμογλου είναι αναμφισβήτητα ο πιο δημοφιλής πολιτικός της Τουρκίας μετά τον Ερντογάν, έχοντας διοικήσει με επιτυχία τη μεγαλύτερη πόλη της χώρας μέσω της πανδημίας του COVID-19. Πιο πρόσφατα, κινητοποίησε αποτελεσματικά πόρους και προσωπικό για να ανταποκριθεί στους σεισμούς του Φεβρουαρίου. Αλλά στα τέλη του 2022, το δικαστικό σύστημα που ελέγχεται σε μεγάλο βαθμό από το ΑΚΡ, τον καταδίκασε με μια απατηλή κατηγορία για προσβολή δικαστικών αξιωματούχων το 2019, κάτι που ουσιαστικά τον έθεσε εκτός υποψηφιότητας στις προεδρικές εκλογές του Μαΐου. Η συγκεκριμένη καταδίκη συνεχίζει να κρέμεται πάνω από το πολιτικό μέλλον του Ιμάμογλου σαν «Δαμόκλειος σπάθη».
Αν και είναι απίθανο ο Ιμάγκογλου να φυλακιστεί, ο Ερντογάν θα μπορούσε να επιδιώξει να σχεδιάσει την απομάκρυνσή του από τις δημοτικές εκλογές, κατεβάζοντας ένα υψηλού προφίλ υποψήφιο του AKP, όπως ο πρώην υπουργός Εσωτερικών Σουλεϊμάν Σοϊλού, απέναντι σε έναν αντιπολιτευόμενο αντίπαλο χαμηλής δυναμικότητας. Όμως, δεδομένων των αυξανόμενων οικονομικών προβλημάτων και της πολιτικής πόλωσης, ο αποκλεισμός του Ιμάμογλου από την κούρσα μπορεί να μην είναι αρκετός για να εξασφαλίσει μια νίκη του AKP. Θα μπορούσε επίσης να επιδεινώσει τις εντάσεις με τη Δύση, όπου ο Ιμάμογλου έχει γίνει μια γνωστή και συμπαθής φιγούρα, προκαλώντας ενδεχομένως μια ακόμη κρίση στις σχέσεις.
Όμως, είτε τα χρήματα του Κόλπου, οι πολιτικοί ελιγμοί και η ορθόδοξη οικονομική πολιτική αρκούν, είτε όχι για να κερδίσει την Κωνσταντινούπολη, ο Ερντογάν όπως τον γνωρίσαμε μετά την απόπειρα πραξικοπήματος του 2016, θα μπορούσε εύκολα να εμφανιστεί ξανά μετά τις δημοτικές εκλογές του Μαρτίου.
Επιμέλεια Τέρρυ Μαυρίδης