Για την ελαφρότητα που διακρίνει την ελληνική κοινωνία αλλά και για την ανάγκη να παραμείνουμε «εις τη Δύση» μιλά στο insider.gr o κ. Τάκης Θεοδωρόπουλος*.
Με αφορμή την κυκλοφορία του βιβλίου του «Στη χώρα του περίπου», αναφέρει τις σταθερές που υπάρχουν στην ελληνική κοινωνία αλλά και τα βήματα που απαιτούνται προκειμένου να ξεπεράσει τις αγκυλώσεις της
Το τελευταίο σας βιβλίο έχει τίτλο «Στη χώρα του περίπου». Υπάρχουν τελικά κάποιες σταθερές στην ελληνική κοινωνία;
Μα και βέβαια έχουμε σταθερές ως κοινωνία. Σκεφθείτε μόνον ότι ο Ιωάννης Καποδίστριας ήρθε το 1828 για να φτιάξει ένα σύγχρονο κράτος. Το 2016 εξακολουθούμε την προσπάθεια να φτιάξουμε ένα σύγχρονο κράτος. Το 1844 στην Εθνοσυνέλευση, ο καβγάς αφορούσε τους διορισμούς στο δημόσιο, αν δηλαδή θα διορίζονταν μόνον οι αυτόχθονες ή θα διορίζονταν και οι ετερόχθονες. Το 2016 εξακολουθούμε να τσακωνόμαστε για τους διορισμούς στο δημόσιο. Όμως για να σοβαρευτούμε. Υπάρχει, κατά τη γνώμη μου, μία σοβαρή σταθερά στη σύγχρονη Ελλάδα, κι αυτή ξεκινά από την προσπάθεια απαλλαγής της από το βάρος του Οθωμανικού της παρελθόντος η οποία ξέραμε εξαρχής ότι μπορεί να γίνει μόνον με τον δυτικοευρωπαϊκό προσανατολισμό.
Οι πνευματικές και οι πολιτικές μας ελίτ ήταν πάντα στραμμένες προς τη Δύση. Αυτό που είπε ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, ο κανονικός, ότι «ανήκομεν εις την Δύσιν» συμπύκνωνε μια ολόκληρη ιστορική πορεία. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι η ευρωπαϊκή ένταξη ήταν ο σταθερός στόχος των πρώτων 200 ετών της σύγχρονης Ελλάδας. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν υπήρξαν αντιστάσεις. Η ορθόδοξη εκκλησία με το βλέμμα στραμμένο πάντα στο βυζαντινό παρελθόν βρήκε ανταπόκριση σε αυτό που θα μπορούσαμε να ονομάσουμε «βαλκανική ενδοχώρα της ελληνικής ψυχής» με όλα τα συμπαρομαρτούντα, την πίστη στην οικογενειακή αλληλεγγύη η οποία επηρέασε το πελατειακό σύστημα της πολιτικής.
Για μας η έννοια του «συγγενούς» ήταν πάντα πολύ πιο ασφαλής από την έννοια του πολίτη. Κι έτσι, αντί να φτιάξουμε μια δημοκρατία που στηρίζεται στη συνείδηση του πολίτη φτιάξαμε μια δημοκρατία συγγενών που αργότερα περιέλαβε και τα «φιλαράκια». Ο πρώτος διχασμός Βενιζέλου-Κωνσταντίνου δεν επηρέασε τη σχέση μας με τη Δύση. Ο δεύτερος όμως του αιματηρού εμφυλίου την αμφισβήτησε. Γι’ αυτό πιστεύω ότι το ΚΚΕ δεν κινήθηκε τόσο από την ιδεολογία του όσο από τη «βαλκανική ενδοχώρα» που το συνέδεε με τη Μόσχα. Αυτό λειτούργησε, και λειτουργεί ακόμα και σήμερα, ως εσωτερικό ρήγμα. Θέλουμε την Ευρώπη, αλλά ταυτόχρονα την αντιμετωπίζουμε με δυσπιστία. Γι’ αυτό είμαστε περίπου Ευρώπη. Και έχουμε φτάσει στο σημείο να κινδυνεύουμε τα δεύτερα 200 χρόνια της Ιστορίας μας να αφορούν την ευρωπαϊκή μας επιβίωση. Κατά τα λοιπά την έννοια του «περίπου» την ορίζω ως μια αδυναμία να μετρήσουμε τις πραγματικές διαστάσεις της ύπαρξής μας. Πότε συμπεριφερόμαστε σαν να είμαστε πολύ μεγαλύτεροι από όσο είμαστε, πότε σαν να είμαστε στο κέντρο του κόσμου, και την επόμενη στιγμή αλλάζουμε πανικόβλητοι και συμπεριφερόμαστε σαν τον τελευταίο των περιθωριακών. Ας πούμε, μόνον ένα περιθωριακό και αδύναμο έθνος μπορεί να κάνει τόση φασαρία για την ονομασία των Σκοπίων. Η πραγματική κρίση ταυτότητας είναι κρίση διαστάσεων και μεγεθών. Αυτό μπορεί να οφείλεται και στην ψυχοπαθολογική σχέση που έχουμε με το παρελθόν μας που μας πέφτει λίγο μεγάλο και δεν τολμούμε να το σκεφτούμε πραγματικά. Δεν το μελετάμε καν και δεν το διδάσκουμε όπως θα έπρεπε στα σχολεία μας. Απλώς το επικαλούμεθα όποτε θέλουμε να βάλουμε τα καλά μας. Και μας αρέσει να ακούμε τον Ομπάμα να μιλάει για τον Περικλή, ενώ εμείς δεν μιλάμε ποτέ γι’ αυτόν.
Πώς προσδιορίζετε εν τέλει τους Έλληνες και πώς έχει αλλάξει αυτός ο προσδιορισμός τα τελευταία χρόνια;
Είμαστε στη συλλογική μας συμπεριφορά αβάσταχτα ελαφρείς. Από αρχαιοτάτων χρόνων που λένε. Την ελαφρότητά μας την αναδείξαμε σε κοινωνικό πρότυπο στα χρόνια της αστακομακαρονάδας. Μετατρέψαμε τη χώρα σε ένα απέραντο σκυλάδικο όπου ο επιτυχημένος ήταν αυτός που μπαίνοντας καθόταν στο «πρώτο τραπέζι πίστα». Χαρακτηριστικό παράδειγμα της ελαφρότητάς μας είναι το ποδόσφαιρο. Ξοδεύονται τόσα εκατομμύρια και γίνεται τόση κουβέντα γι’ αυτό που θα ’λεγες ότι η Ελλάδα πρέπει να έχει το καλύτερο ποδόσφαιρο στον κόσμο. Κι όμως δεν έχουμε ποδόσφαιρο της προκοπής. Η ελαφρότητά μας μας κυνηγάει ακόμα και σήμερα. Πόσοι από μας πιστεύουν ότι μια μέρα θα ξυπνήσουν και όλα θα είναι όπως ήταν πριν; Πιστεύω ότι όσοι ψήφισαν Σύριζα και Όχι στο δημοψήφισμα, γι’ αυτό ψήφισαν. Αυτό δείχνει την απέχθεια που μας προκαλεί ο κόπος που πρέπει να καταβάλεις για να συνειδητοποιήσεις τι είναι αυτό που σου συμβαίνει. Ενώ αν λες φταίει ο Schaeuble ή τα Μνημόνια, ξεμπερδεύεις χωρίς να κουράσεις τους νευρώνες του εγκεφάλου σου. Το άλλο συλλογικό μας χαρακτηριστικό είναι η δυστροπία μας. Αν δεν ήμασταν τόσο δύστροπος λαός θα μου πείτε, ούτε τη δημοκρατία θα είχαμε επινοήσει ούτε θα είχαμε επιβιώσει σε τόσους αιώνες και με τόσους κατακτητές. Τώρα όμως τη δυστροπία μας την εξαντλούμε ο ένας με τον άλλον. Κι αυτό πιστεύω ότι είναι το βασικό πρόβλημα της ελληνικής κοινωνίας.
Τελικά αυτός ο αυτοπροσδιορισμός ευθύνεται και για την οικονομική κρίση των τελευταίων ετών;
Για την οικονομική κρίση ευθύνονται πολλοί παράγοντες. Και διεθνείς και εγχώριοι. Πιστεύω όμως ότι ουσιαστικότερη κι από την οικονομική κρίση είναι η πολιτισμική. Αν είχαμε τα ίδια οικονομικά προβλήματα που έχουμε και η Ελλάδα είχε ένα σοβαρό πανεπιστήμιο φερ’ ειπείν διεθνούς κύρους, τα πράγματα θα ήταν διαφορετικά. Πόσο επηρεάζει την ψυχολογία μας η κατάσταση που επικρατεί, για παράδειγμα, γύρω από το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο; Έχουμε τη σημαντικότερη συλλογή αρχαιοτήτων στον κόσμο και την αφήνουμε να γειτονεύει με το άντρο των μπαχαλάκηδων και τις φυλές των Εξαρχείων. Εξάλλου μην ξεχνάτε ότι το κέντρο της Αθήνας καταστράφηκε πολύ πριν πτωχεύσει το ελληνικό δημόσιο. Η πτώχευση απλώς επιτάχυνε μια πορεία που είχε ήδη ξεκινήσει.
Θεωρείτε ότι το προσφυγικό θα επηρεάσει την ελληνική κοινωνία, και αν ναι, σε ποιο βαθμό;
Και βέβαια θα επηρεάσει την ελληνική κοινωνία, κυρίως όμως η διαχείρισή του. Αυτά που συμβαίνουν στη Χίο για παράδειγμα είναι ένα δώρο της κυβέρνησης προς τη Χρυσή Αυγή. Αν δεν αποφασίσουν να το αντιμετωπίσουν με σοβαρότητα και να οργανώσουν κέντρα υποδοχής προστατευμένα και να ελέγξουν τις ροές, τότε είναι μάλλον βέβαιο ότι μεγάλα στρώματα θα ριζοσπαστικοποιηθούν επί το ακροδεξιότερον εννοείται. Εδώ όμως έχεις μια κυβέρνηση που σου λέει ή τους αφήνεις ανεξέλεγκτους στην πλατεία Βικτωρίας και την Ειδομένη ή είσαι φασίστας και ρατσιστής.
Πέραν της Ελλάδος, το 2016 σημαδεύτηκε από το Brexit και την εκλογή του Donald Trump. Toυς επόμενους μήνες έχουμε εκλογές σε μια σειρά από ευρωπαϊκές χώρες. Υπάρχει περίπτωση να γίνουμε «Ευρώπη του περίπου»;
Η Ευρώπη έχει πρόβλημα. Και το πρόβλημά της είναι η ασθενής παραγωγή πολιτικής. Έχεις έναν Λεβιάθαν που είναι οι Βρυξέλλες και αποκεί και πέρα κυβερνήσεις που κάνουν λογαριασμούς, λες και οι χώρες είναι ΕΠΕ. Η ήττα του Ρέντσι στην Ιταλία σ’ αυτό οφείλεται. Έκανε ένα τεχνικό δημοψήφισμα το οποίο οι ψηφοφόροι το πολιτικοποίησαν και το έστρεψαν εναντίον του. Δεν ψήφισαν εναντίον των μεταρρυθμίσεων. Ψήφισαν εναντίον του Ρέντσι. Εκεί οφείλεται και η άνοδος του ακροδεξιού λαϊκισμού. Ο Χόφερ μπορεί να έχασε στην Αυστρία, όμως το 46% που πήρε δεν είναι αμελητέο. Νομίζω ότι ο Φιγιόν αυτό το έχει καταλάβει και γι’ αυτό μιλάει πολιτικά. Μιλάει για τη μετανάστευση, για το σχολείο, μιλάει για εξωτερική πολιτική, για το μπουρκίνι. Και λέει ότι θα καταργήσει 500.000 θέσεις στο δημόσιο. Αν οι δημοκρατικές δυνάμεις στην Ευρώπη δεν εγκαταλείψουν τα στερεότυπα περί πολυπολιτισμικής κοινωνίας ή κοινωνίας των αγγέλων, και δεν πετάξουν στα σκουπίδια όλη την καλοπροαίρετη ανθρωπιστική σούπα, τότε η Ευρώπη κινδυνεύει να καταρρεύσει από την πλήξη που θα προκαλεί στους πολίτες της.
*Ο Τάκης Θεοδωρόπουλος γεννήθηκε στην Αθήνα το 1954. Σπούδασε στο Παρίσι συγκριτική λογοτεχνία, θεατρολογία και ανθρωπολογία του ελληνορωμαϊκού κόσμου. Το 1985 εξέδωσε με τον Μάνο Χατζιδάκι το πολιτιστικό περιοδικό Το Τέταρτο. Έχει εργαστεί στον εκδοτικό χώρο και διατηρεί στήλη χρονογραφήματος στην εφημερίδα Καθημερινή. Μυθιστορήματά του έχουν εκδοθεί σε αρκετές ξένες γλώσσες (γαλλικά, ιταλικά, σερβικά, τουρκικά, βουλγάρικα). Το μυθιστόρημά του Η δύναμη του σκοτεινού θεού τιμήθηκε το 1999 με το βραβείο του Ιδρύματος Κώστα και Ελένης Ουράνη της Ακαδημίας Αθηνών. Το 2004 η Γαλλική Ακαδημία του απένειμε ένα από τα μεγάλα της βραβεία, το Αργυρό Μετάλλιο για την ακτινοβολία της γαλλικής γλώσσας και της λογοτεχνίας. Μεταξύ Μαρτίου 2010 - Οκτωβρίου 2011 (οπότε παραιτήθηκε για προσωπικούς λόγους), διετέλεσε πρόεδρος του Δ.Σ. του Εθνικού Κέντρου Βιβλίου.