Για τη μεταρρύθμιση του δικαστικού χάρτη μίλησε ο υπουργός Δικαιοσύνης, Γιώργος Φλωρίδης, στο 9o Οικονομικό Φόρουμ των Δελφών.
«Η μεταρρύθμιση δεν ήταν εύκολη. Στην Ελλάδα οι βαθιές τομές θέλουν χρόνο ωρίμανσης από 50 έως 100 χρόνια και η συγκεκριμένη είχε 114 χρόνια ωρίμανσης, από την εποχή του Ελευθερίου Βενιζέλου», δήλωσε ο Υπουργός. Όπως επισήμανε, από την ενοποίηση των ειρηνοδικείων με τα πρωτοδικεία αναμένεται να μειωθούν κατά πολύ οι καθυστερήσεις και 1.000 δικαστές να μπουν σε πλήρη λειτουργία, καθώς σημείωσε ότι μέχρι σήμερα το μισό δικαστικό προσωπικό πρώτου βαθμού υπολειτουργεί. Χαρακτηριστικά ανέφερε ότι στην αστική δικαιοσύνη απαιτούνται πάνω από 1.400 μέρες για μία απόφαση, όταν ο ευρωπαϊκός μέσος όρος είναι οι 630 μέρες, στόχος τον οποίο αναμένεται να πετύχουμε και στην Ελλάδα στο τέλος της τετραετίας.
Σε ερώτηση της δημοσιογράφου της εφημερίδας Καθημερινή, Ιωάννας Μάνδρου, για το αν επαρκούν τα σωφρονιστικά ιδρύματα μετά τις αλλαγές στον ποινικό κώδικα, απάντησε ότι το ποινικό σύστημα είναι πετυχημένο όταν λειτουργεί αποτρεπτικά. «Μέχρι τώρα για τα πλημμελήματα υπάρχει η βεβαιότητα ότι δεν υπάρχει καμία ποινή», ανέφερε ο κ. Φλωρίδης, σημειώνοντας ότι οι δικαστές θα μπορούν πλέον να επιβάλουν χρηματική ποινή, κοινωφελή εργασία, ηλεκτρονική επιτήρηση ή φυλάκιση για ποινές πάνω από δύο χρόνια.
Σχετικά με την ψηφιοποίηση του δικαστικού συστήματος, ο Υπουργός σημείωσε ότι, επειδή οι ενέργειες χρηματοδοτούνται από το Ταμείο Ανάκαμψης, θα πρέπει να έχουν ολοκληρωθεί μέχρι το πρώτο εξάμηνο του 2026, διαφορετικά θα χαθούν τα κονδύλια, ενώ σημείωσε ότι το καλοκαίρι θα παραδοθεί στο Υπουργείο, μελέτη για τις αλλαγές που πρέπει να γίνουν προς ενίσχυση του εξωδικαστικού μηχανισμού.
Από την πλευρά του, ο Ανώτατος Δικαστής και Αντιπρόεδρος του Ανώτατου Διοικητικού Δικαστηρίου Κωνσταντίνος Κουσούλης, επισήμανε τις στρεβλώσεις που εξανεμίζουν μέρος από τον μόχθο των δικαστών, φέρνοντας τελικά τη χώρα μας στις τελευταίες θέσεις στην Ευρώπη από άποψη αποτελεσματικότητας. Τόνισε, μάλιστα, την ανάγκη αναμόρφωσης διατάξεων του Συντάγματος που αναφέρονται στη δικαιοσύνη και έχουν προέλευση ακόμη και από τον προπερασμένο αιώνα, διαμορφώνοντας ένα περιβάλλον αναλογικής δικαιοσύνης στην ψηφιακή εποχή. “Νομοθετούμε με βάση τα τραύματα του παρελθόντος και κοιτάζουμε λιγότερο τις ανάγκες του μέλλοντος”, ανέφερε ο κ. Κουσούλης, σημειώνοντας ωστόσο ότι οι νέες τεχνολογίες μπορούν να βοηθήσουν, αλλά δεν είναι πανάκεια.
Στο πλαίσιο του Οικονομικού Φόρουμ εξετάστηκε ο τρόπος που επηρεάζει η καθυστέρηση απονομής δικαιοσύνης τις επενδύσεις στη χώρα μας με τον Υπηρεσιακό Πρωθυπουργό της Ελληνικής Δημοκρατίας (2023) και Πρόεδρο του Ελεγκτικού Συνεδρίου (2019-2023), Ιωάννη Σαρμά, να επιρρίπτει μερίδιο ευθύνης και στον τρόπο λειτουργίας της διοίκησης, τονίζοντας ότι σε ορισμένες περιπτώσεις δεν υπάρχει χωροταξικός σχεδιασμός ή δασικοί χάρτες. «Η κοινωνία γεννά περισσότερες υποθέσεις από όσες μπορεί να δικάσει το δικαστικό σύστημα. Είμαστε από τις λίγες χώρες που η δικαιοσύνη απονέμεται αποκλειστικά από οργανικά δικαστές», σημείωσε.
Ευθύνες και στους δικαστές για τις καθυστερήσεις εντόπισε από την πλευρά του ο Αντιπρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας, Μιχάλης Πικραμένος, τονίζοντας ότι υπάρχουν εργαλεία που δεν τα χρησιμοποιούν γιατί ορισμένοι έχουν συντηρητική, ακόμη και συντεχνιακή νοοτροπία. «Δεν χρειάζεται συνταγματική αναθεώρηση αλλά έναν δικαστικό χάρτη, νέες τεχνολογίες και άλλη αντίληψη για τη λειτουργία του δικαστή μέσα στην κοινωνία», σχολίασε, παρατηρώντας ωστόσο ότι τα τελευταία 10 χρόνια έχει σημειωθεί σημαντική πρόοδος.
Σταθερό φορολογικό πλαίσιο, ενεργειακό κόστος, απονομή δικαιοσύνης και πολυνομία είναι οι παράγοντες που καθορίζουν την απόφαση επιχειρηματιών για να προχωρήσουν ή όχι σε επενδύσεις, σύμφωνα με τον Πρόεδρο του Δ.Σ. του ΣΕΒ, Δημήτρη Παπαλεξόπουλο. Ερωτηθείς για την άρνηση του οίκου Moody’s να μας αναβαθμίσει, επικαλούμενος την καθυστέρηση στην απονομή δικαιοσύνης, τόνισε ότι ο οίκος δεν το έβγαλε από το καπέλο του αλλά μιλώντας με ξένους επενδυτές είδε ότι είναι το θέμα που τους απασχολεί περισσότερο.
«Το πρόβλημα δεν λύνεται μόνο νομοθετικά. Χωρίς κτηματολόγιο και σαφείς κανόνες παιχνιδιού, είναι δύσκολο να βρεις λύσεις», ανέφερε ο κ. Παπαλεξόπουλος, προτείνοντας για παράδειγμα να θεσπιστεί ειδικό τμήμα στο ΣτΕ για εκδίκαση εμπορικών θεμάτων. Τέλος, επισήμανε ότι το πρόβλημα δεν είναι μόνο ελληνικό, καθώς και στην Ευρώπη οι εταιρείες αδυνατούν να ενσωματώσουν τις χιλιάδες σελίδες νέων νόμων που βγαίνουν κάθε μήνα κι αυτό επηρεάζει περισσότερο τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις.