Σε έναν κόσμο που παλεύει με την πλαστική ρύπανση, οι πρόσφατες διαπραγματεύσεις στο Μπουσάν της Νότιας Κορέας θεωρήθηκαν ως μια κρίσιμη ευκαιρία για τη σφυρηλάτηση μιας παγκόσμιας συνθήκης με στόχο τον περιορισμό των πλαστικών.
Όμως, παρά τον επείγοντα χαρακτήρα της λήψης μέτρων και τη συμμετοχή περισσότερων από 170 κρατών, οι εκπρόσωποι έφυγαν από το τραπέζι με άδεια χέρια, ανίκανοι να γεφυρώσουν βαθιές διαφορές σε κρίσιμα ζητήματα όπως τα όρια παραγωγής και τα επικίνδυνα χημικά.
Η ανάγκη για διεθνή συνεργασία
Η παγκόσμια κρίση της πλαστικής ρύπανσης έχει κλιμακωθεί δραματικά τις τελευταίες δεκαετίες. Με περίπου 400 εκατομμύρια μετρικούς τόνους πλαστικού που παράγονται ετησίως – αριθμός που προβλέπεται να αυξηθεί κατά 70% έως το 2040 – η ανάγκη για μια συλλογική διεθνή απάντηση έχει καταστεί επιτακτική.
Τα Ηνωμένα Έθνη ξεκίνησαν το 2022 μια διαδικασία για τη δημιουργία μιας νομικά δεσμευτικής διεθνούς συνθήκης με στόχο τον περιορισμό της πλαστικής ρύπανσης, με αποκορύφωμα τη συνάντηση του περασμένου μήνα στο Μπουσάν.
Ο πέμπτος γύρος διαπραγματεύσεων είχε ως στόχο να οριστικοποιήσει ένα πλαίσιο συνθήκης που θα αφορούσε όχι μόνο τη διαχείριση των απορριμμάτων αλλά και την παραγωγή και το σχεδιασμό πλαστικών. Ωστόσο, οι συνομιλίες έληξαν χωρίς συμφωνία παρά τις εκτενείς συζητήσεις στις οποίες συμμετείχαν περίπου 3.300 συμμετέχοντες, συμπεριλαμβανομένων κυβερνητικών εκπροσώπων και εκπροσώπων της κοινωνίας των πολιτών.
Αρχικά, καταγράφτηκε μεγάλο χάσμα μεταξύ δύο κύριων συνασπισμών: του Συνασπισμού Υψηλής Φιλοδοξίας (HAC), που επιδιώκει μια συνολική συνθήκη που περιλαμβάνει δεσμεύσεις για μείωση της παραγωγής πλαστικών, και της ομάδας ομοϊδεατών, με επικεφαλής χώρες παραγωγής πετρελαίου όπως η Σαουδική Αραβία, η Ρωσία, και το Ιράν.
Η HAC υποστηρίζει δεσμευτικές συμφωνίες για τη σταδιακή κατάργηση των επιβλαβών πλαστικών και χημικών, ενώ η ομάδα ομοϊδεατών προτιμά να επικεντρωθεί αποκλειστικά στη διαχείριση και την ανακύκλωση απορριμμάτων. Αυτή η θεμελιώδης διαφωνία εμπόδισε τις διαπραγματεύσεις, καθώς κάθε πλευρά παρέμεινε στη θέση της χωρίς να βρει κοινό έδαφος
Ακόμη, ένα από τα πιο επίμαχα ζητήματα ήταν εάν η συνθήκη έπρεπε να περιλαμβάνει συγκεκριμένους στόχους για τη μείωση της παγκόσμιας παραγωγής πλαστικού.
Πολλές χώρες, ιδιαίτερα εκείνες που ευθυγραμμίζονται με τον Συνασπισμό Υψηλής Φιλοδοξίας, υποστήριξαν ότι ο περιορισμός της παραγωγής πλαστικών είναι απαραίτητος για την αποτελεσματική αντιμετώπιση της ρύπανσης στην πηγή της. Υποστήριξαν υποχρεωτικές δεσμεύσεις για τον περιορισμό της παραγωγής πρωτογενών πλαστικών, η οποία αναμένεται να τριπλασιαστεί έως το 2050, εάν δεν ελεγχθεί.
Χημικά που προκαλούν ανησυχία
Ένα άλλο σημαντικό σημείο διαφωνίας περιστράφηκε γύρω από τη ρύθμιση των επικίνδυνων χημικών ουσιών που χρησιμοποιούνται σε πλαστικά προϊόντα.
Ο Συνασπισμός Υψηλής Φιλοδοξίας προσπάθησε να συμπεριλάβει αυστηρές απαγορεύσεις και περιορισμούς σε ορισμένες χημικές ουσίες που θεωρούνται επιβλαβείς για την ανθρώπινη υγεία και το περιβάλλον. Υποστήριξαν ότι χωρίς την αντιμετώπιση αυτών των χημικών ουσιών, οποιαδήποτε συνθήκη θα ήταν αναποτελεσματική στον μετριασμό των δυσμενών επιπτώσεων της πλαστικής ρύπανσης. Αντίθετα, εκπρόσωποι από πλούσιες σε πετρέλαιο κράτη εξέφρασαν απροθυμία να εγκρίνουν αυστηρούς κανονισμούς για τα χημικά. Υποστήριξαν ότι τέτοια μέτρα θα μπορούσαν να διαταράξουν τις βιομηχανίες τους και επέμειναν στην εστίαση σε περιφερειακές λύσεις όπως η διαχείριση απορριμμάτων. Αυτό το χάσμα ανέδειξε μια θεμελιώδη σύγκρουση μεταξύ περιβαλλοντικών προτεραιοτήτων και οικονομικών συμφερόντων.
Οι διαπραγματεύσεις αποκάλυψαν επίσης διαφορετικές προοπτικές για τον καλύτερο τρόπο αντιμετώπισης της πλαστικής ρύπανσης. Ενώ πολλές χώρες υποστήριξαν μια ολοκληρωμένη προσέγγιση που περιλαμβάνει μέτρα για ολόκληρο τον κύκλο ζωής των πλαστικών – από την παραγωγή έως την απόρριψη – άλλες προτίμησαν απλώς την εστίαση στις στρατηγικές διαχείρισης απορριμμάτων.