Η έναρξη των αγροτικών κινητοποιήσεων για εφέτος δεν έγινε από τους κάμπους αλλά από την Κρήτη. Η δήλωση ενός μικρο-τυροκόμου ότι «οι βοσκοί μας κουράστηκαν να πεινούν οι ίδιοι για έχουν τα ζώα τους χορτάτα» που φτιάχνει με βιοτεχνικό-οικοτεχνικό τρόπο γραβιέρα κάπου στο Νομό Ρεθύμνης, καλύπτει πλήρως το ένα από τα τρία μεγάλα αγροτικά προβλήματα του νησιού, την κτηνοτροφία. Τα άλλα δύο είναι το ελαιόλαδο και τα κηπευτικά.
Η κτηνοτροφία στο νησί είναι συνυφασμένη με την ίδια του την ταυτότητα. Δεν γίνεται γάμος και βάφτιση χωρίς αρνιά, κατσίκια, στάκα και γαμοπίλαφο. Η καθημερινότητα του κρητικού, περιλαμβάνει με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο ένα κομμάτι γραβιέρα. Κι όμως, η δραστηριότητα αυτή με τις τόσο βαθιές ρίζες και την τόσο έντονη προσωπικότητα, περνάει μια πολύ δύσκολη κατάσταση, για να μην πούμε ότι βρίσκεται σε κρίση.
Τα προβλήματα που αντιμετωπίζει η κτηνοτροφία στο νησί δεν είναι μόνο διαφορετικά από αυτά της υπόλοιπης Ελλάδας αλλά είναι και πρωτάκουστα! Πέρυσι, η ονομαστή γραβιέρα δεν έφευγε με τίποτα, παρόλο το καλό της όνομα στο εσωτερικό και τα 10 εκ τουρίστες το χρόνο που επισκέπτονται το νησί!!! 10 εκ στόματα επί πόσες ημέρες το καθένα, υπολογίστε πόσα εκ γεύματα χωρίς την τοπική γραβιέρα. Και όπου σταθείς κι όπου βρεθείς, εδώ και 10 τουλάχιστον χρόνια ακούς δηλώσεις ή διαβάζεις σε στόχους προγραμμάτων, ότι η διασύνδεση πρωτογενούς παραγωγής και τουρισμού είναι αναγκαία. Ερώτηση: εάν ένα όνειρο δεν υλοποιείται σε 10 χρόνια, πόσο ακόμη μπορεί κάποιος να περιμένει;
Πέρυσι, καταμεσής του καλοκαιριού, έγινε σύσκεψη στην περιφέρεια Κρήτης, για να βρεθεί τρόπος να αυξηθεί η κατανάλωση γραβιέρας από τους επισκέπτες μέσω κυρίως των ξενοδοχείων, η οποία είχε κολλήσει και δεν έφευγε με τίποτα από τα ψυγεία. Η λύση βρέθηκε, όταν η τιμή της έπεσε σε επίπεδα που δεν συγκινούσαν κανέναν. Δηλαδή εφαρμόστηκε ο προφανής και εύκολος τρόπος του ξεπουλήματος. Το γάλα του νησιού, τιμάται σήμερα λίγο πάνω από το 1 ευρώ το κιλό, όταν στη υπόλοιπη Ελλάδα φτάνει μέχρι και το 1,5 ευρώ. Προφανώς, όταν ένας κρίκος της αλυσίδας συνθλίβεται, τότε οι υπόλοιποι ίσως και να χωρέσουν από μια στενωπό. Όταν όμως κληθεί το όλο σύστημα να αντέξει κραδασμούς, τότε όλοι μαζί θα πέσουν με κρότο.
Διότι οι Κρήτες κτηνοτρόφοι αντιμετωπίζουν και το τεράστιο κόστος μεταφοράς ζωοτροφών στο νησί, το οποίο υποτίθεται θα θεραπεύσουν πρωτοβουλίες όπως το μεταφορικό ισοδύναμο. Αλλά όταν αυτό αποδίδεται, όταν μπορέσουν οι διάφορες εμπλεκόμενες υπηρεσίες και όχι όταν υπάρχει ανάγκη αγοράς ζωοτροφών, τότε το πράγμα αρχίζει να στραβώνει και η αποτελεσματικότητα του προγράμματος δεν είναι η επιθυμητή.
Πάμε στο λάδι τώρα. Ερώτηση πάλι: ποιος καταναλωτής ελαιόλαδου σε ολόκληρο τον κόσμο δεν ήθελε να χρησιμοποιεί μεταξύ άλλων και κρητικό ελαιόλαδο; Ολοι ανεξαιρέτως! Άριστο προϊόν, με συνεχείς βραβεύσεις, με ατράνταχτες αποδείξεις και ισχυρισμούς υγείας (θυμηθείτε την κρητική διατροφή ως κορωνίδα της μεσογειακής), με προέλευση από ένα τόπο μαγικό, κι όμως είτε φεύγει με βυτία προς άγνωστη κατεύθυνση, είτε στιβάζεται στα ράφια μαζί με άλλα πολύ καλά αλλά όχι ίδια αξίας προϊόντα. Εδώ και λίγο καιρό, ακολουθεί το κρητικό ελαιόλαδο κατά πόδας την πτώση τιμής όπως και τα υπόλοιπα ελαιόλαδα. Ούτε τα 10 εκατ. τουρίστες τον χρόνο το έσωσαν, ούτε οι μελέτες κορυφαίων πανεπιστημίων όπως το Harvard το ευνόησαν, ούτε τα δεκάδες εκατομμύρια που έχουν δαπανηθεί γι α την προβολή του κατόρθωσαν να το διαφοροποιήσουν ώστε στην δύσκολη στιγμή να πέσει στα μαλακά!
Μια καλή ιδέα, θα ήταν κάποιος δάσκαλος σε οικονομική σχολή, να ανέθετε σε μια ομάδα φοιτητών του να μελετήσει το φαινόμενο, ώστε στο τέλος να συνταχθεί ένας οδηγός, τι να αποφεύγεται στην προβολή τοπικών προϊόντων! Δεκάδες δικαιολογίες και κατηγορίες μπορούν να διατυπωθούν αλλά το γεγονός είναι ένα: το ξεχωριστό και πολύ προικισμένο Κρητικό ελαιόλαδο αντιμετωπίζεται σαν ένα οποιοδήποτε προϊόν. Τη στιγμή που νέες χώρες όπως η Καλιφόρνια, η Χιλή ακόμη και η Βενεζουέλα, προσπαθούν να φτιάξουν εικόνα για τα δικά τους ελαιόλαδα ηλικίας λίγων χρόνων. Πλήρης αποτυχία απο όποια σκοπιά και να το δεις.
Δεν ξέρω γιατί αλλά τις τελευταίες ημέρες προετοιμαζόμενος για τις αγροτικές κινητοποιήσεις, μας έρχεται συνεχώς στο μυαλό το αλήστου μνήμης «όταν εμείς φτιάχναμε Παρθενώνες αυτοί τρώγανε βελανίδια” που είχε ξεστομίσει αμυνόμενος ο καταδεικασθείς για την υπόθεση καλαμποκιού πρώην Υπουργός Εμπορίου Αθανασόπουλος...
Κι ερχόμαστε τώρα στον στιλωβλάτη οχι μόνο της αγοράς κηπευτικών της Ελλάδος αλλά όλης της Νομισματικής της πολιτικής της χώρας, την περίφημη Ιεράπετρα. Οταν γίνεται κουβέντα οπουδήποτε για ακρίβεια και υψηλές τιμές, όλοι μα όλοι αναφέρονται στην τιμή της τομάτας, δηλαδή στην Ιεράπετρα. Οταν τα καλοκαίρια θέλουμε να πούμε ότι ως χώρα δεν παράγουμε τίποτα, αναφερόμαστε πάλι στην τομάτα που εισάγεται από διάφορα μέρη, την εποχή δηλαδή που η Ιεράπετρα δεν παράγει τίποτα. Και το αποτέλεσμα, για την περιοχή αυτή, δεν υπάρχει μια εξειδικευμένη πολιτική κατεύθυνση, ούτε ένας κάποιος οργανισμός/φορέας που να ασχολείται μαζί της. Εδώ και σχεδόν ένα χρόνο, τοπικά εκφράζονται φόβοι ότι το νερό δεν θα έφτανε ούτε για να τελειώσει ομαλά η συγκομιδή του 2024, αλλά κανείς δεν ανέλαβε δράση να δούμε τι θα γίνει ώστε να συνεχίσουμε να έχουμε τομάτες, αγγούρια και πιπέρια στα ράφια μας αλλά στις συνάλλαγμα στο ταμείο μας από τις πάμπολες εξαγωγές.
Οταν επιτέλους έβρεξε το φθινόπωρο, ο πρόεδρος του τοπικού οργανισμού άρδευσης, βγήκε περιχαρής και ανακοίνωσε ότι είδαμε τα μάτια μου το τάδε ρέμα κατέβαζε νερό, μου είπαν ότι το δείνα ρεύμα κατέβαζε και αυτό και μόλις κλείσουμε θα πάω να δω μήπως και το ποιο απομακρυσμένο είναι κι αυτό έτοιμο να κατεβάσει νερό στο φράγμα των Μπραμιανών! Ετσι όμως, δεν μπορούμε να διασφαλίσουμε ούτε ότι θα έχουμε αρκετές τομάτες του χρόνου, ούτε ότι οι τιμές τους θα είναι σε λογικές τιμές. Δεν μπορεί να αφεθεί μόνος του ο κ Καραλάκης, ο οποίος χαίρει της εμπιστοσύνης των συμπολιτών του αφού είναι και πρόεδρος μιας μεγάλης οργάνωσης παραγωγών και τρέχει μέρα νύχτα να τα βγάλει πέρα με την κλιματική αλλαγή, άντε με τη βοήθεια μελετών από το γνωστό ολλανδικό μελετητικό γραφείο.
Ο κ. Τσιάρας, ως αρμόδιος Υπουργός έκανε το καθήκον του και κατέβηκε τρεις ημέρες στο νησί μήπως και περισώσει κάτι. Φαίνεται όμως ότι η κατάσταση έχει εισέλθει σε άλλη τροχιά και τα συμβατικά μέτρα πολιτικής έχουν πια πολύ περιορισμένη δράση. Ναι, η επίσπευση καταβολής του μεταφορικού ισοδύναμου θα διευκόλυνε, αλλά σου λένε από την άλλη ότι η αγροτική οδοποιία είναι τόσο χάλια που δεν μπορούμε να πάμε στα περιβόλια και τα μιτάτα μας. Τι να πει όμως στους ελαιοκαλλιεργητές που πληρώνουν σε ημερομίσθια 70+ ευρώ και δεν βρίσκουν εργάτες, ότι όλα τα προγράμματα και τα ταξίδια σε διάφορες χώρες αποδείχτηκαν άκαρπα? Θα εισηγηθεί ότι θα μπορούν να ενταχθούν στο πρόγραμμα για τα θερμοκήπια και όσο οι υφιστάμενοι δεν έχουν έγκριση τύπου, δηλαδή έχουν αυτοσχέδιες κατασκευές. Οταν το λογικό θα ήταν να είχε εδώ και καιρό εξαγγελθεί ένα ξεχωριστό εξειδικευμένο πρόγραμμα θερμοκηπιακών καλλιεργειών για την Ιεράπετρα, στέλνοντας σήμα στις ντόπιες και διεθνείς αγορές ότι να, ο γίγαντας ξυπνάει. Και για να το τερματίσουμε, στο εν λόγω πρόγραμμα θα έπρεπε να είχε χορηγό την Τράπεζα της Ελλάδος, διότι εάν πέσει η Ιεράπετρα θα πέσει και το μέτωπο του πληθωρισμού!
O κ Τσιάρας αναφέρθηκε σε 7 πρωτοβουλίες του Υπουργείου του που δρομολογούν λύσεις σε αιτήματα των Κρητών αγροτών. Ο όγκος και ο παλμός όμως του συλλαλητηρίου, δείχνει είτε ότι οι αγρότες δεν είναι ικανοποιημένοι είτε τα θεώρησαν σαν εκτός προθεσμίας. Το κλίμα στην Κρήτη, όπως μεταδίδουν τοπικά μέσα δεν είναι καλό και ομάδες αγροτών αρνήθηκαν ακόμη και να συναντηθούν με τον Υπουργό.
Για όλους αυτούς, και πολλούς άλλους λόγους οι Κρητικοί κατέβηκαν στο Ηράκλειο και πραγματοποίησαν ένα ογκώδες συλλαλητήριο.
Επειδή βέβαια ο λόγο έχει και αντίλογο, δυστυχώς από την Κρήτη δεν λείπουν αυτό που λέμε «καλόπαιδα», που τα προηγούμενα χρόνια δήλωναν ζώα που δεν είχαν, βοσκοτόπια που δεν υπήρχαν και ελιές... τριώροφες. Ολα αυτά τα ερευνά τώρα ευρωπαϊκό κλιμάκιο, που με αφορμή τα τεκταινόμενα στον ΟΠΕΚΕΠΕ ασχολείται με πολλές υποθέσεις που μέχρι τώρα ήταν κοινό μυστικό αλλά κανείς δεν ασχολιόταν μαζί του. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι θα αμαυρωθεί η εικόνα του νησιού και της πρωτογενούς του παραγωγής. Ούτε ότι θα σβηστεί με μονοκονδυλιά η ιστορία αιώνων και κυρίως ο ιδρώτας χιλιάδων καλλιεργητών. Ούτε ότι η Ελλάδα θα σταματήσει να βασίζεται στην Κρήτη για να έχει το καθημερινό της τραπέζι γεμάτο εκλεκτά εδέσματα.