Η συνεχιζόμενη επιμονή ορισμένων να αναφέρονται στις επικείμενες εκλογές για την ανάδειξη αρχηγού της «κεντρο-αριστεράς» στον υπό εκκόλαψη φορέα του κέντρου έχει πολλαπλές συμπαραδηλώσεις:
Στην πρώτη ομάδα εντάσσονται εκείνοι που θέλουν το νέο να είναι συνέχεια του παλιού (άρα, όχι και τόσο νέο). Σ’ αυτήν συγκαταλέγονται παλαιο- και νεο-πασόκοι. Αυτοπροσδιορίζονται ως συνεχιστές του «πράσινου ήλιου» και των δοξαστικών του πάλαι ποτέ κραταιού ΠΑΣΟΚ και η σοβαρότητά τους ποικίλλει. Η ομάδα αυτή στοχεύει να συγκινήσει και να προσελκύσει όλους εκείνους που αντιλαμβάνονται την πολιτική με όρους συναισθηματισμού (πολλούς, δηλαδή) και παρουσιάζουν ένα σύμπτωμα καθήλωσης: Αρνούνται να δεχτούν ότι η ανάπτυξη φαινομένων κρατισμού, λαϊκισμού και οχλοκρατίας που θέριεψαν εκείνη την περίοδο ευθύνονται, τα μάλα, για την τραγωδία που βιώνουμε επί ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ. Μάλλον δεν πολυ-πιστεύουν ότι αυτό που ζούμε είναι τραγωδία. Γι’ αυτό και πολλοί απ’ αυτούς που μετοίκησαν στον «αντιμνημονιακό» ΣΥΡΙΖΑ του 2015, αφού απογοητεύτηκαν από την μεταστροφή του Αλέξη Τσίπρα, ξαναγυρίζουν πίσω στο κόμμα-μαμά.
Η δεύτερη ομάδα περιλαμβάνει κάποιους με δυσδιάκριτη πολιτική ταυτότητα. Κινούνται (ψαρεύουν, είναι το σωστό ρήμα) μεταξύ των παλαιο-πασόκων και των «εκσυγχρονιστών» της μετα- ανδρεοπαπανδρεϊκής περιόδου. Αυτοί είναι περισσότερο ευέλικτοι. Παρ’ όλον ότι τα έργα τους δεν συνάδουν προς τα λόγια τους, επενδύουν περισσότερο σε λαϊφστυλιστικά χαρακτηριστικά και λιγότερο σε πολιτικά. Η συναίνεση, η ηπιότητα, το μειλίχιο της έκφρασης, όλα αυτά δημιουργούν μια εικόνα κάποιου που μπορεί- μόνο και μόνον εξ αυτού του λόγου- να ανταπεξέλθει στις πολλαπαλές προκλήσεις και εμπόδια που έχει μπροστά της η καθημαγμένη Ελλάς. Μάλλον δεν τα φαντάζονται- ούτε στην ποσοτική ούτε στην ποιοτική τους διάσταση.
Στην τρίτη ομάδα συγκαταλέγονται οι outsiders. Είναι εκείνοι που επεχείρησαν να κάνουν αλλαγές. Όσες πέτυχαν, λειτουργούν ως οδοδείκτες των πραγματικών μεταρρυθμίσεων που έχει ανάγκη η Ελλάδα. Αυτοί βρίσκονται στην άλλη πλευρά της όχθης της αναξιοκρατίας, της ευνοιοκρατίας και της πελατοκρατίας. Δυσκολεύονται να προσδιορίσουν, επακριβώς, το στίγμα τους μέσα στην κινούμενη άμμο του κέντρου και επιχειρούν να σηματοδοτηθούν ως «φιλελεύθερο κέντρο» ή «σύγχρονη σοσιαλδημοκρατία».
Αν θα αποκτήσει ενδιαφέρον για την πλειονότητα των πολιτών η εκλογή αρχηγού στον νέο φορέα που θα δημιουργηθεί μετά απ’ αυτόν, αυτό θα οφείλεται σ’ εκείνον που θα καταφέρει να παρουσιάσει με συνεκτικό και κατανοητό τρόπο ένα σχέδιο απαλλαγής της πατρίδας από το καρκίνωμα του πελατειασμού. Εάν καταφέρει να δείξει ότι η προσωπική και η συλλογική ανάπτυξη μπορούν να επιτευχθούν, όταν κάθε οικονομική, κοινωνική και διοικητική δραστηριότητα απογαλακτιστεί από τον εναγκαλισμό του κόμματος που ασκεί την εξουσία.
Εύκολο δεν είναι. Λαϊκιστές, κρατιστές και πελατοκράτες όλων των πολιτικών χώρων συνασπίζονται, δικτυώνονται. Και δεν μιλάω μόνο για τους ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ. Οι αντιπελατειαστές, οι μεταρρυθμιστές που πασχίζουν να αποκαταστήσουν μια μηδέποτε ολοκληρωθείσα κοινωνική χειραφέτηση πρέπει να βρουν επίσης τον βηματισμό τους. Ακατόρθωτο δεν είναι.
Εάν αυτό συμβεί στο κομμάτι του πολιτικού φάσματος που οριοθετείται- λόγω παυλοφικών αντανακλαστικών- ως «κεντροαριστερά», τότε αυτός ο χώρος θα έχει προσφέρει μια μεγάλη υπηρεσία στον πολιτικό σύστημα και στην πατρίδα: Θα έχει χαράξει, για πρώτη φορά, ευκρινώς την μοναδική τέμνουσα διαφορά που ορίζει τα πολιτικά κόμματα στην Ελλάδα: Τους πελατοκράτες και τους αντιπελατειαστές.
Επιμέλεια: Στέλλα Κεμανετζή