Ως έτος προκλήσεων για την ελληνική οικονομία και το ελληνικό τραπεζικό τομέα περιγράφουν οι θεσμοί το 2021, στην έβδομη έκθεση ενισχυμένης εποπτείας που έδωσε σήμερα, Τετάρτη, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στη δημοσιότητα. Οι θεσμοί αναμένουν πως εφέτος η Ελλάδα θα σημειώσει ύφεση 9% του ΑΕΠ, πρωτογενές έλλειμμα άνω του 5,8% του ΑΕΠ και ανεργία 20%.
Ωστόσο, αν και σημειώνουν πως το 2021 θα είναι έτος ανάκαμψης δεν προσδιορίζουν το βαθμό της και ξεκαθαρίζουν πως ειδικά για τις τράπεζες το επόμενος έτος θα είναι γεμάτο προκλήσεις.
Οι θεσμοί ξεκαθαρίζουν πως η πανδημία θα επηρεάσει σημαντικά την ελληνική οικονομία. «Συνολικά, η οικονομική δραστηριότητα το 2020 αναμένεται να παραμείνει πολύ χαμηλότερα από τα επίπεδα του 2019 και να ανακάμψει πλήρως μόλις το 2022, με μερική ανάκαμψη το 2021, με το ΑΕΠ να υποχωρεί κατά 9% το 2020 και να αυξάνεται κατά 6% το 2021», σημειώνεται στην έκθεση.
Επιδεινώνονται οι δημοσιονομικές προοπτικές
Στο δημοσιονομικό πεδίο οι θεσμοί αναφέρουν πως οι δημοσιονομικές προοπτικές για το 2020 έχουν επιδεινωθεί σε σχέση με την έκτη αξιολόγηση των θεσμών και πλέον το πρωτογενές έλλειμμα του προϋπολογισμού αναμένεται στο 5,8% του ΑΕΠ χωρίς να λαμβάνονται υπόψη οι πληρωμές για τα αναδρομικά των συνταξιούχων, οι οποίες κατά τους θεσμούς θα ανέλθουν στο 0,8% του ΑΕΠ. Ακόμη, αναφέρεται πως υπάρχουν ληξιπρόθεσμες οφειλές του Δημοσίου που κινούνται σε υψηλότερα από τα αναμενόμενα επίπεδα (σε 1,5 δισ. ευρώ, δηλαδή 667 εκατ. ευρώ πάνω από τους στόχους).
Ωστόσο, στην έκθεση υπογραμμίζεται πως οι ευνοϊκοί όροι χρηματοδότησης της Ελλάδος και τα μεγάλα ταμειακά αποθέματα που διαθέτει της παρέχουν προστασία, για την απορρόφηση των σημαντικών χρηματοδοτικών κινδύνων που απορρέουν από την πανδημία. «Η διατήρηση ενός επαρκούς ταμειακού μαξιλαριού, μαζί με την εκπόνηση μιας στρατηγικής ανάπτυξης, θα είναι καθοριστικής σημασίας για την υποστήριξη του επενδυτικού αισθήματος», σημειώνεται στην έκθεση. Διευκρινίζεται δε πως η πλευρά των θεσμών θα προχωρήσει σε αναθεώρηση των δημοσιονομικών προβλέψεων στο πλαίσιο της αξιολόγησης του σχεδίου προϋπολογισμού του 2021.
Ανησυχία για την εξέλιξη των «κόκκινων» δανείων
Για τον τραπεζικό τομέα, οι θεσμοί εμφανίζονται εξαιρετικά ανήσυχοι για την εξέλιξη των «κόκκινων» δανείων. Όπως αναφέρουν, τα μέτρα αναστολής των δανείων που τέθηκαν σε εφαρμογή, σε συνδυασμό με την ευελιξία που δόθηκε στις τράπεζες από τον SSΜ, θα έχουν ως αποτέλεσμα ο αντίκτυπος της πανδημίας στους ισολογισμούς των τραπεζών να είναι περιορισμένος εφέτος.
Κατά τους θεσμούς περισσότερο από το 10% του συνολικού χαρτοφυλακίου δανείων των τραπεζών έχει επωφεληθεί από το μορατόριουμ, το οποίο ισχύει επί του παρόντος έως τις 31 Δεκεμβρίου, κάτι που σημαίνει πως η πλήρης αποτύπωση των αναγκών των τραπεζών για νέες προβλέψεις θα γίνει το 2021.
«Οι αυξημένες προβλέψεις μπορούν να ασκήσουν πίεση στις ήδη χαμηλές προοπτικές κερδοφορίας των ελληνικών τραπεζών. Η χαμηλή κερδοφορία σε συνδυασμό με το κόστος των επικείμενων τιτλοποιήσεων ενδέχεται να δημιουργήσουν προκλήσεις για την κεφαλαιακή θέση των τραπεζών στο εγγύς μέλλον», σημειώνουν οι θεσμοί, προσθέτοντάς πως η ποιότητα των κεφαλαίων των τραπεζών παραμένει χαμηλή, λόγω του υψηλού ποσού των αναβαλλόμενων φορολογικών απαιτήσεων.
Τα θετικά βήματα
Αν και η έκθεση διαπιστώνει καθυστερήσεις σε μεταρρυθμίσεις που είχαν ήδη ξεκινήσει προ της υγειονομικής κρίσης και έχουν να κάνουν με τον χρηματοπιστωτικό τομέα, την εκκαθάριση των οφειλών του Δημοσίου, τη φορολογική διοίκηση, την υγειονομική περίθαλψη, το κτηματολόγιο και την ατζέντα των ιδιωτικοποιήσεων, ωστόσο σύμφωνα με τους θεσμούς η Ελλάδα έχει σημειώσει σημαντική πρόοδο σε άλλες μεταρρυθμίσεις τους τελευταίους μήνες, ιδίως στην οριστικοποίηση της πολυαναμενόμενης νομοθετικής πρότασης για την πλήρη αναθεώρηση του Πτωχευτικού Κώδικα. Επιπλέον, σημειώθηκε ικανοποιητική πρόοδος στους εξής τομείς:
• Στη μεταρρύθμιση των αδειών για επενδύσεις, με την κατάργηση του ξεπερασμένου συστήματος ταξινόμησης των οχλήσεων και την επαναταξινόμηση των οικονομικών δραστηριοτήτων με βάση περιβαλλοντικά κριτήρια εναρμονισμένα με τη νομοθεσία της ΕΕ.
• Στην ενεργειακή πολιτική, με τον συνεχιζόμενο παροπλισμό των λιγνιτικών μονάδων και την πρόοδο στο target model.
• Στη δημόσια διοίκηση, όπου η ανεξάρτητη αρχή που είναι επιφορτισμένη με την επιλογή δημοσίων υπαλλήλων έχει φτάσει στο τελικό στάδιο της υιοθέτησης της ανοιχτής διαδικασία διορισμού για ανώτερα στελέχη του δημόσιου τομέα.
Τέλος, κατά τους θεσμούς η κυβέρνηση έχει επίσης σημειώσει ικανοποιητική πρόοδο σε άλλες μεταρρυθμίσεις, οι οποίες δεν σχετίζονται ειδικά με τις δεσμεύσεις προς το Eurogroup, αλλά αναμένεται να έχουν σημαντικό αντίκτυπο στο επιχειρηματικό περιβάλλον. Αυτές περιλαμβάνουν τη μεταρρύθμιση της επαγγελματικής εκπαίδευσης και την πρόοδο στην ψηφιακή διακυβέρνηση.