Σε κορωνίδα της προεκλογικής ατζέντας της κυβέρνησης αναδεικνύεται η προστασία πρώτης κατοικίας, μαζί με την αύξηση του κατώτατου μισθού, αναφέρουν στο insider.gr πηγές με γνώση των διαδικασιών.
Πρόθεση του κυβερνητικού επιτελείου είναι τη συμφωνία των Πρεσπών να διαδεχθεί η οικονομική ατζέντα και, συγκεκριμένα, ο Νόμος Κατσέλη και ο κατώτατος μισθός –δύο μέτρα φιλολαϊκού χαρακτήρα που αναμένεται να «στρώσουν» τον δρόμο προς τις εκλογές του 2019.
Σημειώνεται ότι στο τέλος του 2018 έληξε -μετά από οκτώ χρόνια- η ευνοϊκή διάταξη για τα υπερχρεωμένα νοικοκυριά η οποία προέβλεπε όριο προστασίας για τις πρώτες κατοικίες κάτω των 180.000 ευρώ (για ένα άτομο). Ο νόμος πήρε παράταση έως τα τέλη Φεβρουαρίου προκειμένου κυβέρνηση, τράπεζες και Θεσμοί να καταλήξουν στο διάδοχο καθεστώς. Αυτό, σύμφωνα με πληροφορίες, θα περιλαμβάνει μια ευρύτερη «ομπρέλα προστασίας», η οποία θα έχει στόχο να διευκολύνει τα υπερχρεωμένα νοικοκυριά να αντιμετωπίσουν τις δανειακές οφειλές τους κυρίως με εξωδικαστικά μέσα.
Θυμίζεται ότι το 44,3% των συνολικών στεγαστικών δανείων είναι «κόκκινα», σύμφωνα με τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος τον Ιούνιο. Το συγκεκριμένο χαρτοφυλάκιο, όμως, είναι εξαιρετικά ευαίσθητο και απαιτεί λεπτούς χειρισμούς εκ μέρους των τραπεζών. Η κυβέρνηση θέλει πάσει θυσία να αποφύγει ένα «κύμα» πλειστηριασμών πρώτης κατοικίας –ιδίως εν μέσω προεκλογικής περιόδου. Τραπεζικές πηγές αναφέρουν ενδεικτικά ότι η Εθνική Τράπεζα δεν σκοπεύει να κινηθεί δυναμικά το 2019 με στόχο την πώληση κόκκινων στεγαστικών δανείων, είτε πρόκειται για πωλήσεις χαρτοφυλακίων, είτε για τιτλοποιήσεις.
Τι θα περιλαμβάνει η «ομπρέλα προστασίας»
Μεταξύ των ευνοϊκών ρυθμίσεων που εξετάζονται είναι και το «κούρεμα» μέρους των οφειλών έναντι στεγαστικών δανείων. Τραπεζικά στελέχη υπογραμμίζουν, πάντως, ότι το οριζόντιο κούρεμα για αποτελεί «κόκκινη γραμμή» και διαβεβαιώνουν ότι κάθε περίπτωση θα εξετάζεται χωριστά. Στόχος των τραπεζών, αλλά και των εποπτικών αρχών στη Φρανκφούρτη, είναι ο «νέος Νόμος Κατσέλη» να μην προσφέρει ασυλία στους στρατηγικούς κακοπληρωτές –όπως έχει συμβεί έως σήμερα- αλλά να προστατεύει τους πραγματικά οικονομικά αδύναμους.
Μια άλλη διευκόλυνση αφορά στην επιδότηση της δόσης για τους οικονομικά πολύ ανίσχυρους, στα πρότυπα του κυπριακού σχεδίου «ΕΣΤΙΑ» που εξετάζουν οι εμπλεκόμενες πλευρές στη χώρα μας. Στρατηγικός στόχος είναι, σε κάθε περίπτωση, να μειωθούν δραστικά οι υποθέσεις που καταλήγουν στα δικαστήρια, αφού αυτό συνεπάγεται πολυετής καθυστερήσεις και «ασυλία» για περιπτώσεις δανειστών που μπορούν αλλά δεν θέλουν να πληρώσουν τα δάνειά τους, γνωστοί ως «στρατηγικοί κακοπληρωτές». Σημειώνεται ότι το 30% των κόκκινων στεγαστικών δανείων βρίσκεται σε καθεστώς νομικής προστασίας, συνολικού ύψους 13 δισ. ευρώ, ενώ 135.000 υποθέσεις δεν έχουν ακόμη τελεσιδικήσει.
Πού γίνεται «σκληρό» παζάρι
Το βασικό σημείο «ζυμώσεων» είναι το όριο ένταξης στο νέο καθεστώς προστασίας, αφού οι τρεις εμπλεκόμενες πλευρές έχουν θέσει τον πήχη σε διαφορετικά σημεία: η κυβέρνηση επιδιώξει τις 150.000 ευρώ τουλάχιστον, οι τράπεζες δεν δέχονται πάνω από 100.000 ευρώ, ενώ οι δανειστές πιέζουν για τα επίπεδα των 70-80.000 ευρώ. Τα μεγέθη αυτά αφορούν σε εμπορικές αξίες, και όχι αντικειμενικές, όπως ίσχυε έως το καλοκαίρι, γεγονός που καθιστά ακόμη πιο ευνοϊκό το πλαίσιο. Τραπεζικές πηγές, πάντως, βλέπουν ως πιθανότερο σενάριο η «μπίλια» να κάθεται στα 120.000 ευρώ
Μια άλλη σημαντική παράμετρος είναι το πλαίσιο ρύθμισης των οφειλών από τα υποχρεωμένα νοικοκυριά και πόσο αυστηροί θα είναι οι όροι τήρησης αυτών των ρυθμίσεων, αφού σε περίπτωση αθέτησης τα σπίτια θα καταλήγουν στη μέγγενη των πλειστηριασμών.
Τέλος, τα εισοδηματικά κριτήρια είναι μια πολύ κρίσιμη παράμετρος που εξετάζουν κυβέρνηση και Θεσμοί. Αυτό που υπογραμμίζουν στο insider.gr ευρωπαϊκές πηγές είναι ότι η προστασία της πρώτης κατοικίας είναι μεν σημαντική σε ένα ευνομούμενο κράτος, πλην όμως εμπεριέχει σοβαρό ηθικό κίνδυνο, καθώς μπορεί να αποτελέσει αντικίνητρο εξυπηρέτησης δανείων για τους συνεπείς οφειλέτες. Γι αυτό διαμηνύουν σε όλους τους τόνους ότι ο «νέος Νόμος Κατσέλη» πρέπει να σχεδιαστεί πολύ προσεκτικά ώστε να μην αποτελεί τροχοπέδη στην εξυγίανση του εγχώριου τραπεζικού κλάδου.