Πέντε σημαντικά συγκριτικά πλεονεκτήματα του Ομίλου ΔΕΗ εγγυώνται τον υπερδιπλασιασμό του χαρτοφυλακίου του στις ΑΠΕ μέσα στην επόμενη 5ετία, ο οποίος αποτελεί βασικό πυλώνα του αναθεωρημένου business plan 2022-2026. Έτσι, ατού όπως οι μεγάλες εκτάσεις γης στα παλιά λιγνιτωρυχεία, αλλά και η προοπτική σύναψης ενδο-ομιλικών «πράσινων» PPAs, θα αποτελέσουν «σύμμαχο» της επιχείρησης για την ακόμη πιο επιθετική στροφή της στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.
Η στροφή αυτή «μεταφράζεται» στον στόχο η εγκατεστημένη ισχύς «πράσινων» μονάδων ηλεκτροπαραγωγής να ανέρχεται το 2026 σε 8,2 GW, από 3,4 GW το 2021 (συμπεριλαμβανομένων των υδροηλεκτρικών μονάδων). Κάτι που σημαίνει πως, σε ορίζοντα 5ετίας, το portfolio της επιχείρησης στις ΑΠΕ προβλέπεται να αυξηθεί πάνω από 140%.
Με δεδομένο ότι ο παραπάνω στόχος προϋποθέτει σημαντικές «πράσινες» επενδύσεις, για τον κλάδο των ΑΠΕ προορίζεται ένα μεγάλο μερίδιο των κεφαλαίων 8,4 δισ. ευρώ μέχρι το 2026 που προβλέπει το business plan, και τα οποία θα προέλθουν μεταξύ άλλων και από τη σχεδιαζόμενη αύξηση μετοχικού κεφαλαίου, για την άντληση ενός ποσού ύψους 750 εκατ.
Αισιοδοξία για άντληση μεγαλύτερου ποσού από τις αγορές
Μάλιστα, όσον αφορά την αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου, σύμφωνα με πληροφορίες η επιχείρηση προσδοκά σε ακόμη μεγαλύτερα κεφάλαια από τις αγορές, έναντι του ενδεικτικού στόχου που έχει τεθεί στα 750 εκατ. ευρώ, με εκτιμήσεις για άντληση ακόμη και 1 δισ.
Σύμφωνα με πληροφορίες, η αισιοδοξία αυτή εδράζεται τόσο στην υψηλή συμμετοχή στις ομολογιακές εκδόσεις με «ρήτρα αειοφορίας» που προηγήθηκαν, όσο και στο ενδιαφέρον που εκδηλώθηκε για τη διαδικασία ιδιωτικοποίησης του 49% του ΔΕΔΔΗΕ. Έτσι, σύμφωνα με αναλυτές, δεν θα αποτελέσει έκπληξη αν στην ΑΜΚ συμμετάσχουν και fund τα οποία διεκδίκησαν την «είσοδο» στον Διαχειριστή του δικτύου διανομής, όπως η Blackrock και η KKR.
Σε κάθε περίπτωση, τελικό κριτή για το ύψος της κεφαλαιακής ενίσχυσης της ΔΕΗ θα αποτελέσει η ίδια η διαδικασία του book building και η ζήτηση που θα καταγραφεί. Επομένως, πρόκειται να ξεκινήσουν άμεσα (σύμφωνα με ορισμένες πληροφορίες ακόμη και σήμερα) οι επαφές της επιχείρησης με θεσμικούς επενδυτές, για την ενημέρωσή τους.
Το «παρών» και στις 5 τεχνολογίες ΑΠΕ
Η διασφάλιση της χρηματοδότησης αποτελεί, όπως είναι φυσικό, απαραίτητο όρο για την επιθετική στροφή στις ανανεώσιμες πηγές. Την ίδια στιγμή, υπάρχουν επίσης πέντε σημαντικοί λόγοι που εγγυώνται παράλληλα την τεχνική και λειτουργική ετοιμότητα της ΔΕΗ, η οποία είναι επίσης απαραίτητη για την εξέλιξή της σε «πράσινη» επιχείρηση.
Ένας τέτοιος σημαντικός λόγος αποτελεί η τεχνογνωσία και πολυετής εμπειρία στις ΑΠΕ, κάτι που καταδεικνύεται εξάλλου από το ότι η ΔΕΗ πιστώνεται το πρώτο αιολικό πάρκο της Ευρώπης, το οποίο κατασκεύασε στην Κύθνο στις αρχές της δεκαετίας του ΄80.
Προς την ίδια κατεύθυνση, η διαχείριση των υδροηλεκτρικών αποτελεί «πειστήριο» για την ικανότητα ανάπτυξης και λειτουργίας μεγάλων και περίπλοκων «πράσινων» πρότζεκτ. Ενδεικτικό όφελος από αυτή την πολυετή εμπειρία αποτελεί το γεγονός ότι, μέσω της ΔΕΗ Ανανεώσιμες, η εταιρεία υλοποιεί για πρώτη φορά στην Ελλάδα ένα ολοκληρωμένο σχέδιο ανακαίνισης (repowering) παλαιών αιολικών πάρκων της στο Αιγαίο.
Ένα ακόμη συγκριτικό πλεονέκτημα είναι πως η ΔΕΗ δραστηριοποιείται και στις πέντε υπάρχουσες τεχνολογίες ΑΠΕ, ενώ σχεδιάζει να έχει παρουσία και στις νέες καινοτόμες εφαρμογές. Έτσι, παράλληλα με την ανάπτυξη αιολικών και φωτοβολταϊκών μονάδων, έχει ήδη προχωρήσει στην κατασκευή καινούριων μικρών υδροηλεκτρικών σταθμών, εξετάζοντας παράλληλα την «είσοδό» της στο βιοαέριο-βιομάζα.
Μπαταρίες & offshore
Επίσης, σε σύμπραξη με την ΗΛΕΚΤΩΡ, σχεδιάζει τις πρώτες εφαρμογές αξιοποίησης της γεωθερμίας υψηλής θερμοκρασίας για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας, στη βάση των αδειών παραγωγής που κατέχει για τέσσερα γεωθερμικά πεδία (Λέσβος, Μήλος-Κίμωλος-Πολύαιγος, Νίσυρος και Μέθανα).
Την ίδια στιγμή, μέσω της ΔΕΗ Ανανεώσιμες, ο Όμιλος πρόκειται να επεκταθεί και στην αποθήκευση ηλεκτρικής ενέργειας, έχοντας ήδη υποβάλει οκτώ αιτήσεις για άδειες παραγωγής σταθμών με μπαταρίες, συνολικής ισχύος 850 MW.
Σύμφωνα με την παρουσίαση της ΔΕΗ στο conference call με τους αναλυτές την περασμένη Πέμπτη, με ορίζοντα το 2026 αναμένεται να έχει εγκαταστήσει σταθμούς συνολικής ισχύος 1050 MW σε Δυτική Μακεδονία και Πελοπόννησο. Με βάση την παρουσίαση, έως τότε αναμένεται να έχει υλοποιηθεί και το πρώτο βήμα του Ομίλου στα υπεράκτια αιολικά πάρκα, με ένα αρχικό χαρτοφυλάκιο 180 MW.
Όπως έχει αναφέρει ο διευθύνων σύμβουλος της ΔΕΗ Ανανεώσιμες, Κωνσταντίνος Μαύρος, η δραστηριοποίηση στα υπεράκτια αιολικά απαιτεί μεγάλες επενδυτικές συνέργειες. Επομένως, η εταιρεία θα επιδιώξει να «εισέλθει» μέσω κοινοπραξίας σε αυτό τον νέο κλάδο.
Διαθέσιμη γη και ηλεκτρικός «χώρος»
Πρόκριμα για την ανάπτυξη ενός τόσο μεγάλου χαρτοφυλακίου ΑΠΕ από τη ΔΕΗ αποτελεί επίσης η διαθεσιμότητα σημαντικών εκτάσεων γης με κρίσιμες υποδομές, με τις περιοχές στα παλιά λιγνιτωρυχεία σε Δυτική Μακεδονία και Πελοπόννησο, που θα παραμείνουν στην κυριότητα της επιχείρησης. Είναι ενδεικτικό ότι, στο σύνολο των 245.000 στρεμμάτων περίπου που καταλαμβάνουν τα λιγνιτωρυχεία στη Δυτική Μακεδονία, περίπου 80.000 στρέμματα θα παραμείνουν στην επιχείρηση, με τα υπόλοιπα 2/3 να «περνούν» στην εταιρεία ειδικού σκοπού (SPV) που θα συστήσει το Δημόσιο.
Το πλεονέκτημα αυτό είναι κρίσιμο, καθώς με τη συνεχιζόμενη ανάπτυξη των ΑΠΕ, περιορίζονται ολοένα περισσότεροι οι διαθέσιμοι χώροι για την εγκατάσταση νέων «πράσινων» μονάδων ηλεκτροπαραγωγής.
Εξίσου σημαντικό είναι όμως ότι επειδή οι συγκεκριμένες εκτάσεις γειτνιάζουν με τις λιγνιτικές μονάδες, στις περιοχές αυτές υπάρχουν ενισχυμένες υποδομές στα δίκτυα του ΑΔΜΗΕ και του ΔΕΔΔΗΕ, για τη μεταφορά της παραγόμενης ηλεκτρικής ενέργειας στα σημεία κατανάλωσης (π.χ. αστικά κέντρα). Επομένως, υπάρχει σημαντικός ηλεκτρικός «χώρος» για τη σύνδεση των μονάδων ΑΠΕ στο σύστημα.
Το πλεονέκτημα του net-buyer
Ανάλογη ευελιξία, αλλά σε επιχειρηματικό επίπεδο αυτή τη φορά, δίνει στη ΔΕΗ το γεγονός ότι αποτελεί net-buyer, δηλαδή το ότι η ηλεκτροπαραγωγή της υπολείπεται των ποσοτήτων ηλεκτρικής ενέργειας που χρειάζεται για να καλύψει την προμήθεια ενέργειας στους πελάτες της. Ο λόγος είναι πως το «κενό» αυτό δίνει τη δυνατότητα για τη σύναψη ενδο-ομιλικών «πράσινων» PPAs μεταξύ της ΔΕΗ Ανανεώσιμες και της μητρικής εταιρείας, η οποία έτσι θα αποκτά «πράσινη» ηλεκτρική ενέργεια απευθείας από τη θυγατρική της, καλύπτοντας ένα μέρος των ποσοτήτων που σήμερα παίρνει από τη χονδρεμπορική αγορά.
Στην πράξη, αυτό σημαίνει πως τη στιγμή που σταδιακά θα λιγοστεύουν τα νέα έργα ΑΠΕ που μπορούν να τεθούν υπό καθεστώς λειτουργικής ενίσχυσης, ως καθετοποιημένος Όμιλο, η ίδια η ΔΕΗ αποτελεί εγγυημένο πελάτη για την παραγωγή ενός σημαντικού τμήματος του χαρτοφυλακίου της στις ΑΠΕ. Επομένως, είναι διασφαλισμένη η εμπορική του αξιοποίηση.
Το πρώτο ενδο-ομιλικό «πράσινο» PPA αφορά έργο το οποίο αναπτύσσεται ήδη, και πιο συγκεκριμένα το ένα από τα φωτοβολταϊκά πάρκα (ισχύος 39 MW) του cluster φωτοβολταϊκών, συνολικής ισχύος 50 MW, που βρίσκεται υπό κατασκευή στη Μεγαλόπολη.
Η «αφετηρία» των 3 GW
Σημαντική είναι όμως και η ισχυρή «αφετηρία» που σηματοδοτούν οι διασφαλισμένες τεχνικά και αδειοδοτικά συνθήκες ωρίμανσης για έργα περί τα 3 GW τα οποία αναμένεται να υλοποιηθούν εντός της επόμενης 3ετίας, στον δρόμο για την ανάπτυξη νέων «πράσινων» μονάδων 4,8 GW έως το 2026, που προβλέπει το business plan.
Είναι ενδεικτικό ότι αυτή τη στιγμή βρίσκονται σε διαδικασία ηλέκτρισης δύο φωτοβολταϊκά συνολικής ισχύος 30 MW στην Πτολεμαΐδα, ενώ υπό κατασκευή είναι το mega-φωτοβολταϊκό 200 MW που ανήκει στην ίδια συστοιχία, ένα πάρκο 50 MW στην Μεγαλόπολη καθώς και μια σειρά μικρών υδροηλεκτρικών και αιολικών έργων, συνολικής ισχύος 42 MW.
To καλοκαίρι προκηρύχθηκαν οι διαγωνισμοί για cluster φωτοβολταϊκών 65 ΜW στη Δυτική Μακεδονία. Το επόμενο «κύμα» υλοποιήσεων, από αυτή τη «δεξαμενή» των 3 GW, περιλαμβάνει μονάδες αποθήκευσης 700 MW, καθώς και καινούρια φωτοβολταϊκά συνολικής ισχύος 2 GW στις λιγνιτικές περιοχές (Πτολεμαΐδα, Αμύνταιο, Μεγαλόπολη) και αιολικά 70 MW στη Βόρεια Ελλάδα.
Αξίζει να σημειωθεί ότι η κατακόρυφη ενίσχυση του μεριδίου των ΑΠΕ στο ενεργειακό μίγμα θα «θωρακίσει» κατ΄ αρχάς τη ΔΕΗ (αλλά σε μεγάλο βαθμό και το εγχώριο μίγμα ηλεκτροπαραγωγής στο σύνολό του) από τις ανατιμητικές πιέσεις στο ενεργειακό κόστος από τις τιμές του φυσικού αερίου και των δικαιωμάτων ρύπων. Επίσης, θα αυξήσει την αξία της επιχείρησης, με τη δραστηριότητα στις ανανεώσιμες πηγές έπειτα από μία 5ετία να συμβάλει κατά 39% στα EBITDA, ύψους 1,7 δισ. όπως προβλέπονται για το 2026, από 17% σήμερα.