Οι ελληνικές τράπεζες βρίσκονται σε συνεχή διάλογο με το Υπουργείο Οικονομικών για τη διεύρυνση των χρηματοδοτήσεων προς τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, αλλά με βάση βιώσιμα πιστωτικά κριτήρια, τόνισε μιλώντας στην ειδική συνεδρίαση για τη ρευστότητα στη Βουλή, ο νέος πρόεδρος της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών, Βασίλης Ράπανος.
«Η Πολιτεία πρέπει να συνεχίσει τις διαρθρωτικές παρεμβάσεις για να βελτιώσουν οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις την οικονομική τους εικόνα και να αξιοποιήσουν τα κίνητρα για τη μεγέθυνσή τους και τις επενδύσεις για τον εκσυγχρονισμό και τη βελτίωση της παραγωγικότητάς τους», τόνισε ο πρόεδρος της ΕΕΤ, υπονοώντας την ανάγκη επιμερισμού του κινδύνου μεταξύ κράτους και τραπεζών για την ενίσχυση των χορηγήσεων στις ΜμΕ (σ.σ. κάτι που τόνισε ως σκόπιμο και ο εκπρόσωπος της ΤτΕ, Διευθυντής Οικ. Ανάλυσης και Μελετών, Δημήτρης Μαλλιαρόπουλος).
Όπως είπε ο κ. Ράπανος, το οκτάμηνο Ιανουαρίου – Αυγούστου 2021 το ελληνικό τραπεζικό σύστημα προχώρησε σε χρηματοδοτήσεις (τακτής λήξης και μέσω αλληλόχρεων λογαριασμών) προς μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, ύψους 5,244 δισ. ευρώ. Από το ποσό αυτό, τα 2,6 δισ. ευρώ δόθηκαν σε επιχειρήσεις με ετήσιο τζίρο κάτω των 5 εκατ. ευρώ και τα υπόλοιπα σε επιχειρήσεις με τζίρο άνω των 5 εκατ. Οι δραστηριότητες που χρηματοδοτήθηκαν ήταν κυρίως η ενέργεια, τρόφιμα – ποτά, χονδρικό και λιανικό εμπόριο, κατασκευές και αγροτικός τομέας. Λαμβανομένων υπόψη χορηγήσεων προς τη ναυτιλία, κοινοπρακτικά και ομολογιακά δάνεια, το σύνολο της χρηματοδότησης προς τις επιχειρήσεις ανήλθε σε 11,2 δισ. ευρώ, εκ των οποίων 8,9 δισ. ευρώ από ίδια διαθέσιμα των τραπεζών.
Ο κ. Ράπανος εξήγησε ότι πολλές μικρομεσαίες επιχειρήσεις δεν μπορούν να δανειοδοτηθούν από τις τράπεζες διότι έχουν χαμηλή πιστοληπτική ικανότητα, τα επενδυτικά σχέδια που προτείνουν δεν κρίνονται σκόπιμα με βάση το αντικείμενο της δραστηριότητάς τους, ενώ παρουσιάζουν επίσης κίνδυνο μη αποπληρωμής του δανεισμού.
«Το τραπεζικό σύστημα δεν μπορεί να παραβεί τους κανονισμούς και τα κριτήρια της ΕΚΤ, της EBA και των λοιπών ευρωπαϊκών αρχών. Οι μικρές επιχειρήσεις δεν έχουν να παρουσιάσουν οικονομικά στοιχεία, δεν έχουν φορολογική και ασφαλιστική ενημερότητα, έχουν αρνητικά ή ανεπαρκή κεφάλαια, υπερβολική επιβάρυνση με δανεισμό και μάλιστα μη εξυπηρετούμενο, καθώς και πολύ μικρό μέγεθος», είπε ο πρόεδρος της ΕΕΤ, παραθέτοντας και στοιχεία που καταδεικνύουν ότι ο δανεισμός ΜμΕ σε Ελλάδα και λοιπές ευρωπαϊκές χώρες δεν μπορεί να είναι συγκρίσιμος διότι η βάση του (δηλ. μέγεθος και οικονομικά στοιχεία επιχειρήσεων) είναι πλήρως διαφοροποιημένη. Τα στοιχεία (από Ευρωπαϊκή Επιτροπή και ΟΟΣΑ) είναι συντριπτικά κατά των ελληνικών μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων.
Ειδικότερα, ο κύκλος εργασιών ανά απασχολούμενο στην Ελλάδα (σε επιχειρήσεις με προσωπικό έως 9 ατόμων) είναι ο μικρότερος στην ΕΕ, με μόλις 56.000 ανά εργαζόμενο όταν ο αντίστοιχος κύκλος εργασιών ανά εργαζόμενο είναι 312.000 ευρώ στην Ιρλανδία, 90.000 ευρώ στην Ισπανία, 105.000 ευρώ στην Ιταλία και 84.500 ευρώ στην Κύπρο.
Η παραγωγικότητα επίσης στις ελληνικές ΜμΕ είναι η μικρότερη στην ΕΕ. Την ίδια στιγμή, η Ελλάδα έχει τον υψηλότερο αριθμό αυτοαπασχολούμενων (24% άνδρες, 16,4% γυναίκες) και όλες αυτές οι μονάδες δεν έχουν ούτε έναν απασχολούμενο.
Όπως είπε ο κ. Ράπανος, το ποσοστό των δανείων προς τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις ανέρχεται στο 53,7% του συνόλου των δανείων των ελληνικών τραπεζών, ποσοστό μεγαλύτερο από χώρες όπως η Ισπανία, η Ιταλία, η Ιρλανδία κ.ά.
Σύμφωνα με την τελευταία έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τις ελληνικές μικρομεσαίες επιχειρήσεις, μόνο το 5,3% εξάγουν και 6,3% εισάγουν.
Ο κ. Ράπανος υπενθύμισε ότι οι τράπεζες έρχονται από μια μεγάλης χρονικής διάρκειας κρίση η οποία ήταν αποτέλεσμα της δημοσιονομικής κρίσης στη χώρα και έχουν κάνει άλματα για την εξυγίανση των ισολογισμών τους από τα κόκκινα δάνεια με τη βοήθεια των προγραμμάτων «Ηρακλής 1 και 2».
Αναφερόμενος στην κριτική που δέχονται οι τράπεζες ότι κλείνουν καταστήματα, ο κ. Ράπανος είπε ότι με τις τεχνολογικές αλλαγές η προσέλευση στα καταστήματα είναι πλέον πολύ περιορισμένη. «Έχουμε 1.702 τραπεζικά καταστήματα σε όλη την επικράτεια και περισσότερα από 6.000 ΑΤΜ, ενώ οι ηλεκτρονικές συναλλαγές έχουν αυξηθεί κατά 200%», είπε, τονίζοντας ότι οι τράπεζες δεν θα αφήσουν κανένα νησί και κανένα ακριτικό μέρος χωρίς τραπεζική παρουσία.
Τέλος, ο πρόεδρος της ΕΕΤ αναφέρθηκε και στις δραστηριότητες των τραπεζών για την προσφορά στο κοινωνικό σύνολο και την οικονομία που συχνά παραγνωρίζονται. «Οι τράπεζες αναπτύσσουν έντονη κοινωνική δράση. Στη διάρκεια της πανδημίας προσφέραμε 3,5 εκατ. ευρώ για την υποστήριξη του Εθνικού Συστήματος Υγείας, προχωρήσαμε σε αναστολές πληρωμών για πολίτες που επλήγησαν από θεομηνίες – αν και αυτό δεν μας το επιτρέπει το ρυθμιστικό πλαίσιο -, έχουμε συνδράμει το Ελληνικό Δημόσιο χρηματοδοτώντας με 6,5 εκατ. ευρώ τις πλατφόρμες του Υπουργείου Οικονομικών και του Υπουργείου Ανάπτυξης, στηρίζουμε εκτεταμένα τον πολιτισμό», ανέφερε ενδεικτικά ο κ. Ράπανος, τονίζοντας ότι δεν ισχύει ο χαρακτηρισμός ότι οι τράπεζες είναι άκαρδες, σκληρές, χωρίς κοινωνικό πρόσωπο.