Κεφάλαια 8 δισ. ευρώ από προβλέψεις που κρατούσαν για την κάλυψη μη εξυπηρετούμενων δανείων (ΜΕΔ), απελευθέρωσαν μέσα σε μόλις έξι μήνες οι τράπεζες χάρη στη συνεχιζόμενη μείωση των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων τους με τις τιτλοποιήσεις του «Ηρακλή». Οι προβλέψεις που είχαν σωρευτικά σχηματίσει οι τράπεζες έως το τέλος του α΄ εξαμήνου του 2021 για την κάλυψη των ΜΕΔ μειώθηκαν σε 12,8 δισ. ευρώ, έναντι 20,8 δισ. ευρώ στο τέλος του 2020, όπως διαπιστώνει η Έκθεση Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (Δεκέμβριος 2021) της Τράπεζας της Ελλάδος. Όσον αφορά στον δείκτη κάλυψης των ΜΕΔ από προβλέψεις ανήλθε στο τέλος του α΄ εξαμήνου του 2021 σε 43,5% από 44,0% το 2020.
Λόγω κυρίως των μεγάλων τιτλοποιήσεων που διενήργησαν η Alpha Bank και η Τράπεζα Πειραιώς, τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια του τραπεζικού συστήματος υποχώρησαν κατά 17,8 δισ. ευρώ (ποσοστό 37,8%) στο α΄ εξάμηνο του 2021 και διαμορφώθηκαν στα 29,4 δισ. ευρώ από 47,2 δισ. ευρώ (με στοιχεία εντός ισολογισμού) στο τέλος του 2020. Σημειώνεται ότι οι διαγραφές δανείων που διενήργησαν οι τράπεζες το α΄ εξάμηνο του 2021 ανήλθαν σε 0,6 δισ. ευρώ, εκ των οποίων τα 0,4 δισ. ευρώ αφορούν καταγγελμένες απαιτήσεις, κυρίως επιχειρηματικών δανείων.
Η συνολική μείωση των ΜΕΔ σε σχέση με το υψηλότερο σημείο τους που καταγράφηκε το Μάρτιο του 2016, έφθασε στο τέλος του α΄ εξαμήνου 2021 στο 73% ή 78 δισ. ευρώ. Ο λόγος των ΜΕΔ προς το σύνολο των δανείων στο τέλος του α΄ εξαμήνου του 2021 υποχώρησε σε 20,3%, έναντι 30,1% στο τέλος του 2020, με την εξέλιξη αυτή να οφείλεται στη μεγαλύτερη μείωση του ποσοστού του αποθέματος των ΜΕΔ (-37,8%), συγκριτικά με τη μείωση του συνολικού αποθέματος των δανείων, κατά τη διάρκεια του α΄ εξαμήνου (-8,0%). Ο λόγος παραμένει ωστόσο πολλαπλάσιος του ευρωπαϊκού μέσου όρου, που διαμορφώνεται σε 2,3%.
Η μείωση των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων συμβαδίζει και με σαφή βελτίωση της κατάστασης σε επίπεδο καθυστερήσεων.
Όπως διαπιστώνει η ΤτΕ, τα δάνεια αβέβαιης είσπραξης (unlikely to pay) ανήλθαν σε 9,9 δισ. ευρώ (34% των ΜΕΔ) στο τέλος του α΄ εξαμήνου του 2021, μειωμένα κατά 28,6% σε σχέση με το τέλος του 2020 (13,9 δισ. ευρώ). Επιπλέον, παρατηρείται βελτίωση του λόγου των δανείων τα οποία είναι σε καθυστέρηση από 1 έως 90 ημέρες προς το σύνολο των εξυπηρετούμενων δανείων (πρώιμες ληξιπρόθεσμες οφειλές). Συγκεκριμένα, ο λόγος ανήλθε σε 5,3% στο τέλος του α΄ εξαμήνου 2021, έναντι 6,7% στο τέλος του 2020.
Τα δάνεια σε καθυστέρηση μεγαλύτερη των 90 ημερών (χωρίς να συμπεριλαμβάνονται οι καταγγελμένες απαιτήσεις – denounced) συνέχισαν την πτωτική τους πορεία κατά τη διάρκεια του α΄ εξαμήνου 2021 και ανήλθαν σε 9,1 δισ. ευρώ (31% των ΜΕΔ), σημειώνοντας μείωση κατά 17,3% σε σχέση με το τέλος του 2020 (11,0 δισ. ευρώ). Όπως επισημαίνει, ωστόσο, η ΤτΕ το 69,6% των ΜΕΔ που εμπίπτουν σε αυτή την κατηγορία έχει καθυστέρηση μεγαλύτερη του ενός έτους, ποσοστό αυξημένο σε σχέση με το τέλος του 2020 (67,2%). Το αντίστοιχο ποσοστό καθυστέρησης για τα στεγαστικά δάνεια ανέρχεται σε 61,9%, για τα επιχειρηματικά σε 73,9%, ενώ για τα καταναλωτικά δάνεια διαμορφώνεται σε 62,4%.
Παράλληλα, το 35% των ΜΕΔ αφορά καταγγελμένες απαιτήσεις (denounced), οι οποίες στο τέλος του α΄ εξαμήνου του 2021 ανήλθαν σε 10,4 δισ. ευρώ, μειωμένες κατά 53,5% σε σχέση με το τέλος του 2020 (22,3 δισ. ευρώ), κυρίως λόγω των τιτλοποιήσεων και της διαγραφής καταγγελμένων απαιτήσεων ύψους 0,4 δισ. ευρώ.
Όπως αναφέρει η Έκθεση Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας της ΤτΕ, στο τέλος του α΄ εξαμήνου του 2021 ο τριμηνιαίος ρυθμός αποκατάστασης της τακτικής εξυπηρέτησης δανείων (cure rate) ανήλθε σε 1,8% και ο δείκτης αθέτησης (default rate) σε 1,1%. Επισημαίνεται, ότι το στεγαστικό χαρτοφυλάκιο εμφανίζει τον υψηλότερο ρυθμό αποκατάστασης (3,3%), ενώ το επιχειρηματικό χαρτοφυλάκιο τον χαμηλότερο (1,0%).
Τα πιστωτικά ιδρύματα συνεχίζουν να προσανατολίζονται στην υλοποίηση μακροπρόθεσμων ρυθμίσεων με έμφαση στην επιμήκυνση της διάρκειας του χρόνου αποπληρωμής, όπως αποτυπώνεται στη διαχρονική αύξηση των εν λόγω ρυθμίσεων κατά τα τελευταία έτη. Η τάση αυτή επιβεβαιώνεται και το α΄ εξάμηνο 2021, με τη μεγαλύτερη αύξηση να παρατηρείται στο χαρτοφυλάκιο στεγαστικών δανείων.
Το σύνολο των ρυθμισμένων (forborne) δανείων διαμορφώθηκε στο τέλος του α΄ εξαμήνου του 2021 σε 22,8 δισ. ευρώ, αντιπροσωπεύοντας το 15,8% των συνολικών δανείων, έναντι 18,0% στο τέλος του 2020 (28,2 δισ. ευρώ).
Το 17,7% των ήδη ρυθμισμένων δανείων εμφανίζει καθυστέρηση άνω των 90 ημερών, ποσοστό μειωμένο σε σχέση με το τέλος του 2020 (18,9%). Το 55,6% των ΜΕΔ άνω των 90 ημερών δεν έχει ρυθμιστεί, έναντι 51,6% στο τέλος του 2020, ενώ τα ποσοστά για τα στεγαστικά, καταναλωτικά και επιχειρηματικά δάνεια ανέρχονται σε 56,7%, 65,7% και 53,0%, αντίστοιχα.
Επισημαίνεται ότι 1,4 δισ. ευρώ, ήτοι 4,9% των ΜΕΔ εντός ισολογισμού, αφορούν απαιτήσεις που έχουν υπαχθεί σε καθεστώς νομικής προστασίας και για τις οποίες εκκρεμεί η έκδοση τελεσίδικης δικαστικής απόφασης. Από αυτά, 0,7 δισ. ευρώ αφορούν απαιτήσεις που έχουν ήδη καταγγελθεί. Τα δάνεια αυτής της κατηγορίας αφορούν είτε φυσικά πρόσωπα (π.χ. ν. 3869/201012), είτε νομικά πρόσωπα (π.χ. ν. 4307/2014, Πτωχευτικός Κώδικας). Σχετικά με τις επιμέρους κατηγορίες, περίπου το 11,2% των μη εξυπηρετούμενων στεγαστικών δανείων έχει υπαχθεί σε καθεστώς νομικής προστασίας, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό για τα καταναλωτικά δάνεια είναι 7,4%.
Ο δείκτης κάλυψης των ΜΕΔ από προβλέψεις ανήλθε στο τέλος του α΄ εξαμήνου του 2021 σε 43,5% από 44,0% το 2020. Η ΤτΕ επισημαίνει ότι το επίπεδο του δείκτη κάλυψης των ΜΕΔ από προβλέψεις υπολείπεται του μέσου όρου των ευρωπαϊκών ομίλων μεσαίου μεγέθους σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία του α΄ τριμήνου του 2021.
Ο δείκτης κάλυψης των ΜΕΔ από εξασφαλίσεις στο τέλος του α΄ εξαμήνου του 2021 ανήλθε σε 57,5%, σημειώνοντας μικρή άνοδο σε σχέση με το τέλος του 2020 (55,3%), ενώ ο δείκτης κάλυψης ρυθμισμένων ΜΕΔ από εξασφαλίσεις ανήλθε σε 62,6%, έναντι 61,4% στο τέλος του 2020.