Με «κενά αέρος» έρχονται και πάλι αντιμέτωπες οι αεροπορικές εταιρείες μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, παρά το γεγονός ότι πολλές χώρες έχουν αποφασίσει να αφήσουν πίσω τους την υγειονομική κρίση, χαλαρώνοντας ταξιδιωτικούς περιορισμούς κι ανοίγοντας τα σύνορά τους στους τουρίστες. Μεγαλύτερες διαδρομές, εκτόξευση της τιμής των καυσίμων, και ανησυχία από πλευράς επιβατών είναι μόνο μερικές από τις παράπλευρες απώλειες του πολέμου που έχουν να αντιμετωπίσουν οι αερομεταφορείς, καθώς βγαίνουν από μια διετία με βαριές απώλειες λόγω της υγειονομικής κρίσης που περιόρισε κατά 60% και πλέον τα έσοδά τους.
Πτώση στη ζήτηση
Στις πρώτες επιπτώσεις που παρατηρήθηκαν ευθύς αμέσως της έναρξης των εχθροπραξιών συγκαταλέγεται η πτώση της ζήτησης. Ενδεικτικό είναι το γεγονός ότι ήδη από την πρώτη εβδομάδα της Ρωσικής εισβολής, η ζήτηση για αεροπορικά ταξίδια στην Ευρώπη έκανε βουτιά της τάξης του 8% για τις ευρωπαϊκές εγχώριες μετακινήσεις και 9% για τις διεθνείς. Βάσει δε των στοιχείων της Διεθνούς Ένωσης Αερομεταφορών (IATA), η πτώση έγινε πιο αισθητή στην Ανατολική Ευρώπη φτάνοντας το 14% την πρώτη εβδομάδα της πολεμικής σύρραξης σε σχέση με την προηγούμενη.
Παρότι οι ακυρώσεις δεν είναι προς ώρας μαζικές, οι ταξιδιώτες δείχνουν επιφυλακτικοί στο να προχωρήσουν σε κρατήσεις. Για παράδειγμα σε πρόσφατη έρευνα της MMGY Global σε περίπου 350 Αμερικανούς ταξιδιώτες σχετικά με τον αντίκτυπο του πολέμου, ένα 47% δήλωσε ότι ζυγίζει τις εξελίξεις στην Ουκρανία προτού καταστρώσει τα ταξιδιωτικά του σχέδια για την Ευρώπη.
Η πτώση ήρθε μάλιστα την ώρα που η ζήτηση για αεροπορικά ταξίδια βρισκόταν σε ανοδική τροχιά τις εβδομάδες πριν τις 24 Φεβρουαρίου 2022 με τις κρατήσεις για τις ευρωπαϊκές εγχώριες πτήσεις να προσεγγίζουν το 90% των επιπέδων του 2019 και τις διεθνείς κρατήσεις να ξεπερνούν το 50% των προ κρίσης επιπέδων.
Περισσότερο διαρκούν τα ταξίδια
Πρόσθετα προσκόμματα προκάλεσε και το κλείσιμο του εναέριου χώρου των δύο χωρών. Να θυμίσουμε ότι ο εναέριος χώρος της Ουκρανίας παραμένει κλειστός για λόγους ασφαλείας από τις 24 Φεβρουαρίου, με αποτέλεσμα ελάχιστες πτήσεις να περνούν από τη Μολδαβία και πολύ λίγες από τη Λευκορωσία. Αντίστοιχα πάνω από 30 χώρες, μεταξύ των οποίων τα μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης και οι ΗΠΑ, έχουν βγάλει «κόκκινη κάρτα» στα ρωσικά αεροσκάφη την ώρα που η Μόσχα απέκλεισε από τον εναέριο χώρο της τους αερομεταφορείς 36 χωρών.
Η εν λόγω απόφαση οδήγησε πρακτικά σε ακυρώσεις δρομολογίων, σε επανεξέταση της χωρητικότητας των αεροσκαφών αλλά και σε μεγάλες παρακάμψεις οι οποίες σε συνδυασμό με την αύξηση της τιμής των καυσίμων αναμένεται να επιδράσουν αρνητικά στην ανάκαμψη των αερομεταφορών που υπολογιζόταν για φέτος.
Για να γίνει κατανοητό το παραπάνω αρκεί να αναφέρουμε ότι ένα αεροπλάνο που εκτελεί σήμερα ένα δρομολόγιο μεταξύ Ευρώπης - Ασίας, χρειάζεται να πραγματοποιήσει από 2 έως και 4,5 ώρες επιπλέον πτήσης εξαιτίας των κλειστών εναέριων χώρων των δύο κρατών.
Για παράδειγμα μια πτήση από το Παρίσι στο Τόκιο χρειάζεται επιπλέον 2 ώρες και 30 λεπτά για να ολοκληρωθεί, από τη Φρανκφούρτη στο Τόκιο 2 ώρες και 20 λεπτά επιπλέον, ενώ από την Φρανκφούρτη στο Πεκίνο ένα αεροπλάνο απαιτείται να διανύσει 700 ναυτικά μίλια επιπλέον, δηλαδή μιάμιση ώρα παραπάνω για να ολοκληρωθεί η πτήση.
Ένα αεροπλάνο που ξεκινά από το Ελσίνκι και κατευθύνεται στο Τόκιο, θα πρέπει να ταξιδέψει 4 ώρες και 46 λεπτά επιπλέον, έχοντας διανύσει 2.137 ναυτικά μίλια παραπάνω ώστε να παρακάμψει τα νότια σύνορα Ουκρανίας και Ρωσίας και να περάσει πάνω από το Αζερμπαϊτζάν για να φτάσει στην Ιαπωνία. Αντίστοιχα, για τη διαδρομή από το Ελσίνκι στο Πεκίνο ένα αεροσκάφος χρειάζεται να διανύσει σήμερα 1.729 ναυτικά μίλια παραπάνω, γεγονός που μεταφράζεται σε περίπου 4 ώρες επιπλέον. Αντίστοιχα η διάρκεια των πτήσεων από Μεγάλη Βρετανία προς Ινδία αυξάνεται από 15 έως 60 λεπτά.
Σημειωτέον ότι πριν τους αποκλεισμούς πραγματοποιούνταν περίπου 90 πτήσεις ημερησίως από αερομεταφορείς της ΕΕ οι οποίοι πετούσαν πάνω από τον εναέριο χώρο της Ρωσίας για κάποιον προορισμό.
Αυξάνουν τις απώλειες οι τιμές των καυσίμων
Τα πρόσθετα ναυτικά μίλια που απαιτείται να διανύσουν οι αεροπορικές συνδυάζονται με την εκρηκτική άνοδο της τιμής των καυσίμων, τα οποία αντιστοιχούν στο 20% περίπου του λειτουργικού κόστους των αεροπορικών. Ενδεικτικό είναι το γεγονός ότι τις αμέσως επόμενες ημέρες της έναρξης των εχθροπραξιών τα αεροπορικά καύσιμα αυξήθηκαν κατά 14% σύμφωνα με το Eurocontrol, ξεπερνώντας τα 140 δολάρια το βαρέλι, 27% περισσότερο σε σχέση με τον προηγούμενο μήνα. Αποτέλεσμα αυτού είναι οι νέες διαδρομές που χαράσσονται με στόχο την αποφυγή του ρωσικού εναέριου χώρου να προσθέτουν από 3.600 ως και 15.000 ευρώ στα κόστη των αεροπορικών ανά μία ώρα πτήσης, επιβαρύνοντας ταυτόχρονα και το περιβαλλοντικό αποτύπωμα των αεροπορικών.
Για μια τάξη μεγέθους να αναφέρουμε ότι βάσει της τελευταίας οικονομικής πρόβλεψης της IATA για τον κλάδο τον περασμένο Οκτώβριο, οι απώλειες των αεροπορικών υπολογίζονταν για την τρέχουσα χρονιά στα 11,6 δισ. δολάρια, με τις τιμές των καυσίμων να εκτιμώνται στα 78 δολάρια το βαρέλι.
Οι αλυσιδωτές αντιδράσεις θα μπορούσαν να περάσουν και στην πλευρά των καταναλωτών δεδομένου ότι η αναδρομολόγηση μπορεί να απαιτήσει διακοπή ανεφοδιασμού, εάν η εμβέλεια του αεροσκάφους δεν επαρκεί. Οι αερομεταφορείς μάλιστα φέρεται να αξιολογούν ήδη ποιες πτήσεις θα συνεχιστούν ή αν θα μετακυλήσουν το κόστος στους καταναλωτές.