H έκτη και πλέον κρίσιμη συνάντηση τραπεζών – ΟΤΟΕ, καθώς βρίσκεται στην εκπνοή του α΄ τριμήνου – διάστημα μέσα στο οποίο έχουν υπογραφεί όλες οι συλλογικές συμβάσεις του κλάδου -, πραγματοποιείται αύριο, Τετάρτη 30 Μαρτίου.
Το νέο ραντεβού καθορίστηκε από τις τράπεζες, καθώς διέκοψαν χθες από την πλευρά τους ώστε να επανέλθουν με νεότερη πρόταση, την πέμπτη συνάντηση που είχαν ορίσει με την ΟΤΟΕ. Η χθεσινή συνάντηση πραγματοποιήθηκε την ώρα της τετράωρης στάσης εργασίας που είχε κηρύξει η ΟΤΟΕ, μετά την αποτυχία της συνάντησης της προηγούμενης εβδομάδας στο θέμα των μισθολογικών αυξήσεων.
Σύμφωνα με τις πληροφορίες του insider.gr, κατά τη χθεσινή συνάντηση οι εκπρόσωποι των τραπεζών κατέθεσαν νέα πρόταση αποκλειστικά μόνο ως προς το μισθολογικό σκέλος, η οποία και απορρίφθηκε από την πλευρά της ΟΤΟΕ. Η μη ικανοποιητική για τις ανάγκες των εργαζόμενων, πρόταση των Διοικήσεων των τραπεζών έκανε λόγο για αύξηση 2% από την 1/12/2022 και στη συνέχεια 1,5% από την 1/12/2023 και 1,25% από 1/12/2024. Δηλαδή, οι τράπεζες πρότειναν συνολικά σταδιακή αύξηση 4,75% σε βάθος τριετίας, αρχής γενομένης από την 1η Δεκεμβρίου του 2022 (και όχι από 1/1/2022), καθώς η προηγούμενη τριετής κλαδική σύμβαση έληγε την 1η Δεκεμβρίου 2021.
Σημειώνεται ότι η έναρξη της διαπραγμάτευσης είχε γίνει με παροχή μισθολογικών αυξήσεων σε ποσοστό 3% έναντι 2,75% που είχε δοθεί με την κλαδική ΣΣΕ 2019 – 2021.
Η ΟΤΟΕ απέρριψε και τη χθεσινή πρόταση των τραπεζών, καθώς η μισθολογική αναπροσαρμογή που δίνουν οι τράπεζες δεν καλύπτει τις απώλειες στους μισθούς των τραπεζοϋπαλλήλων κατά τα χρόνια της κρίσης, δεν υπολογίζει την άνοδο του πληθωρισμού, αλλά ούτε και την αύξηση της παραγωγικότητάς τους.
Αν και η ΟΤΟΕ στοιχειοθετεί το αίτημα για μισθολογική αναπροσαρμογή με τις τρεις παραπάνω παραμέτρους, εντούτοις δεν έχει θέσει στις τράπεζες συγκεκριμένο ποσοστό αυξήσεων. Θεωρητικά «μπούσουλας» για το ποσοστό αυτό θα μπορούσε να είναι το 7% που αντιστοιχεί στις εισοδηματικές απώλειες των τραπεζοϋπαλλήλων της προηγούμενης περιόδου.
Ωστόσο, επειδή η υπογραφή των κλαδικών συμβάσεων δεν κρίνεται μόνο από το μισθολογικό, αλλά συνδυαστικά με τις υπόλοιπες παροχές (και τέτοιες έχει διεκδικήσει και λάβει επιτυχώς από τις τράπεζες κατά την παρούσα διαπραγμάτευση η ΟΤΟΕ), το ποσοστό της μισθολογικής αναπροσαρμογής δεν έχει προσδιοριστεί ποτέ από την ΟΤΟΕ σε καμία από τις κλαδικές συμβάσεις που έχει υπογράψει. Μένει έτσι ανοιχτό και ενόψει της αυριανής νέας συνάντησης με τους εκπροσώπους των Διευθύνσεων Προσωπικού των τραπεζών, με ζητούμενο να επιτευχθεί συμφωνία, αν και η ΟΤΟΕ έχει αποφασίσει για απεργία σε περίπτωση που απορρίψει και πάλι ως μη ικανοποιητική την πρόταση των τραπεζών.
Η ΟΤΟΕ θέτει ως κεντρικό της στόχο «την υπογραφή μιας ικανοποιητικής κλαδικής σύμβασης που θα σέβεται τις ανάγκες των εργαζόμενων και θα δίνει αξιοπρέπεια, ασφάλεια και προοπτική στους εργαζόμενους τόσο για την περαιτέρω θεσμική θωράκιση και προστασία της απασχόλησης, την ποιοτική και διαρκή επαγγελματική κατάρτιση, τη ρύθμιση της τηλεργασίας, όσο και για την ανάκτηση των μισθολογικών απωλειών, της παραγωγικότητας και την προστασία του εισοδήματος από τις πληθωριστικές πιέσεις».
Η ΟΤΟΕ επισημαίνει ότι οι θέσεις και τα επιχειρήματά της είναι αναλυτικά, τεκμηριωμένα, και ρεαλιστικά, και αντικατοπτρίζουν από τη μια πλευρά την ήδη σημαντική συνεισφορά των εργαζόμενων και από την άλλη πλευρά τη διαμορφούμενη δυναμική και ανάπτυξη των επιχειρήσεων του κλάδου, τόσο σήμερα όσο και για την αμέσως επόμενη περίοδο.