H πράσινη μετάβαση και το ESG αποτελούν πηγή έμπνευσης για τους επενδυτές και το χρηματοπιστωτικό σύστημα αλλά η βιώσιμη χρηματοδότηση προσκρούει σε εμπόδια που ανακόπτουν την επιτάχυνσή της σε μια εποχή όπου ο χρόνος μετρά πλέον αντίστροφα.
Όπως ανέφεραν εκπρόσωποι του χρηματοπιστωτικού κλάδου αλλά και θεσμικών φορέων μιλώντας στο 7ο Οικονομικό Φόρουμ των Δελφών, παρά το γεγονός ότι οι βιώσιμες χρηματοδοτήσεις κατέγραψαν και καταγράφουν εντυπωσιακή ανάπτυξη, η συγκεκριμένη αγορά απέχει πολύ από το να χαρακτηριστεί ώριμη ενώ το κατακερματισμένο και περίπλοκο ρυθμιστικό πλαίσιο δυσχεραίνει τη σωστή λήψη αποφάσεων. Η κατεύθυνση κεφαλαίων προς βιώσιμες επενδύσεις γίνεται ακόμη πιο δύσκολη αν συνυπολογιστεί η αοριστία που υπάρχει στην αγορά ως προς την αξιολόγηση των ESG κριτηρίων ενώ η πράσινη ανάπτυξη εξακολουθεί όπως είναι αναμενόμενο να αποτελεί μία μετάβαση δύο ταχυτήτων δημιουργώντας διαφορετικές προκλήσεις για τις αναπτυγμένες και τις αναπτυσσόμενες χώρες.
Ο καθηγητής Jeffrey Sachs, Διευθυντής του Κέντρου Βιώσιμης Ανάπτυξης στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια αναλύοντας τις προκλήσεις της μετάβασης σε μια πράσινη οικονομία έθεσε στην πρώτη γραμμή την ενέργεια μηδενικών εκπομπών με την ανάπτυξη των ΑΠΕ και του εξηλεκτρισμού ενώ αναφέρθηκε στους τρεις καθοριστικούς παράγοντες που θα ωθήσουν την οικονομία προς αυτή την κατεύθυνση.
Ο πρώτος, είναι η πολιτική που εφαρμόζουν οι κυβερνήσεις, μια πολιτική που δεν θα πρέπει να είναι βραχυπρόθεσμη αλλά να βασίζεται σε λεπτομερή μακροπρόθεσμα πλάνα και εξειδίκευση. Ο δεύτερος παράγοντας είναι το lobbying υπέρ των ορυκτών καυσίμων και η δραστηριότητα χωρών όπως είναι ο Καναδάς, οι ΗΠΑ, η Αυστραλία, η Ρωσία και οι χώρες του Κόλπου και ο τρίτος είναι η χρηματοδότηση. Όπως επεσήμανε, για την πράσινη μετάβαση πρέπει να συνεκτιμώνται κάποια στοιχεία: οι ΑΠΕ οι οποίες είναι έντασης κεφαλαίου και απαιτούν εμπροσθοβαρείς επενδύσεις, οι μη ανανεώσιμες πηγές οι οποίες είναι «έντασης καυσίμου». Σε αυτή τη λογική, όταν εξετάζουμε ποια επιλογή είναι φθηνότερη, πρέπει να εξετάζουμε τη διάρκεια της χρηματοδότησης και το επιτόκιο, όπως εξήγησε. Αν το επιτόκιο είναι 5% για 30 χρόνια, τότε είναι φθηνότερα τα αιολικά και η ηλιακή ενέργεια, αν είναι 10-15% όπως συμβαίνει στις αναπτυσσόμενες χώρες τότε είναι φθηνότερα τα ορυκτά. Χρειαζόμαστε αλλαγή του χρηματοπιστωτικού συστήματος σε πολλά διαφορετικά επίπεδα στο τραπεζικό, στα συστήματα αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας, στους διεθνείς οργανισμούς ώστε να γεφυρωθεί το χάσμα μεταξύ του τι πληρώνουν οι αναπτυσσόμενες χώρες και του τι πληρώνουν οι ανεπτυγμένες για τέτοιες χρηματοδοτήσεις, μια διαφορά της τάξεως 5%-10% το χρόνο, όπως σημείωσε.
Σε αυτό το πλαίσιο καθοριστικής σημασίας είναι το τι θα γίνει σε 10 χρόνια και όχι στην επόμενη διετία και για το λόγο αυτό είναι σημαντικές οι χρηματοδοτήσεις σε έργα που βλέπουν έναν ευρύ χρονικό ορίζοντα όπως είναι για παράδειγμα οι διασυνδέσεις. «Οι κυβερνήσεις συζητούν σε βραχυπρόθεσμο ορίζοντα. Η Πράσινη Συμφωνία αποτελεί εξαίρεση σε αυτό αλλά η Πράσινη Συμφωνία δεν είναι πλάνο. Είναι απλώς ένα πλαίσιο», τόνισε.
Gassmann (PWC): Οι Υποδομές των Χρηματοπιστωτικών Αγορών δεν έχουν αναπτυχθεί αρκετά
Παρά το γεγονός ότι οι βιώσιμες χρηματοδοτήσεις κατέγραψαν και καταγράφουν εντυπωσιακή ανάπτυξη, η συγκεκριμένη αγορά απέχει πολύ από το να χαρακτηριστεί ώριμη ενώ το κατακερματισμένο και περίπλοκο ρυθμιστικό πλαίσιο δυσχεραίνει τη σωστή λήψη αποφάσεων, μια εκτίμηση την οποία επιβεβαίωσε μιλώντας στο 7ο Οικονομικό Φόρουμ των Δελφών ο κ. Peter Gassmann, Global Leader Strategy& και Global ESG Leader, του παγκόσμιου δικτύου της PwC, επισημαίνοντας ταυτόχρονα πως υπάρχουν σοβαρές προκλήσεις ως προς τον τρόπο παρουσίασης και σύγκρισης των αναφορών σε θέματα ESG.
Ο κ. Gassmann, επεσήμανε τον κίνδυνο επιλεκτικών αναφορών σε στοιχεία που δημιουργούν στρεβλή εικόνα και μπορεί να οδηγήσουν σε φαινόμενα Greenwashing. Επιπλέον εστίασε στις ευκαιρίες που θα έφερνε σε παγκόσμια κλίμακα η αξιοποίηση και εφαρμογή των διασυνοριακών Υποδομών Χρηματοπιστωτικών Αγορών, που μπορούν να λειτουργήσουν ως καταλύτης ανάπτυξης, ειδικά μεταξύ των αναπτυσσόμενων χωρών.
Σημαντική πρόκληση, σύμφωνα με τον κ. Gassmann είναι το γεγονός ότι το ρυθμιστικό πλαίσιο αλλά και οι υποδομές των χρηματοπιστωτικών αγορών δεν έχουν αναπτυχθεί αρκετά, κάτι που με τη σειρά του έχει ως αποτέλεσμα οι υποψήφιοι επενδυτές να αντιμετωπίζουν δυσκολίες στη σύγκριση βιώσιμων τίτλων.
Ταυτόχρονα, καθώς η διαχείριση των κριτηρίων ESG και η αναστροφή των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής αποτελούν πρώτη προτεραιότητα, η βιώσιμη χρηματοδότηση είναι κομβική για την επίτευξη των στόχων.
Όπως ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ. Gassmann, παρά το ότι διατίθεται μια σειρά εργαλείων και πόρων για τη μεγέθυνση της συγκεκριμένης αγοράς, εντούτοις η αξιοποίηση τους δεν γίνεται με αποτελεσματικό τρόπο. Εφόσον όμως αυτό καταστεί εφικτό, η βιωσιμότητα των χρηματοπιστωτικών αγορών θα βελτιωθεί συνολικά. Μάλιστα, αν υπάρξει η απαραίτητη πολιτική βούληση σε διεθνές επίπεδο, ο αντίκτυπος θα είναι ακόμη μεγαλύτερος, καθώς - παρά την εντυπωσιακή άνοδο των τελευταίων ετών - η αγορά απέχει πολύ από το να χαρακτηριστεί ώριμη.
Επιπλέον, ο κ. Gassman τόνισε ότι τα σημαντικά θέματα που απασχολούν τον πλανήτη, όπως ο πόλεμος στην Ουκρανία, η ενεργειακή κρίση και η πανδημία αναμφισβήτητα επιταχύνουν την ενσωμάτωση των “S” και “G” παραγόντων του ESG οικοσυστήματος. Συγκεκριμένα, μέσα από τις παγκόσμιες κρίσεις αναδεικνύεται η ανάγκη για τη θέσπιση ισχυρών δομών διακυβέρνησης που θα διέπονται από αξίες ηθικής και διαφάνειας, ενώ σημαντικό ρόλο έχει και η προώθηση των αρχών της εταιρικής διακυβέρνησης για τη διαφύλαξη της κοινωνικής συνοχής.
Σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη του συγκεκριμένου τομέα θα διαδραματίσουν οι Υποδομές Χρηματοπιστωτικών Αγορών (Financial Market Infrastructures FMIs), οι οποίες, όπως τόνισε, αποτελούν βασικά στοιχεία του χρηματοπιστωτικού συστήματος. Μάλιστα, αν υπάρξει συμφωνία μεταξύ των εμπλεκομένων στην αγορά ως προς τη διαχείριση των δεδομένων, αυτό θα μπορούσε να οδηγήσει σε σημαντική αύξηση της ρευστότητας.