Σημαντική επιτάχυνση των διαδικασιών διαπραγμάτευσης των τιμών φαρμάκων και, κατ' επέκταση, της επίτευξης συμφωνιών μεταξύ του κράτους και των φαρμακευτικών εταιρειών και της ένταξης των αντίστοιχων σκευασμάτων στον Κατάλογο Αποζημιούμενων Φαρμάκων («θετική λίστα») παρατηρείται το τελευταίο διάστημα, βάζοντας -τουλάχιστον για την ώρα- «τελεία» στις μεγάλες καθυστερήσεις του παρελθόντος
Σύμφωνα με στοιχεία που παρουσίασε η μη εκτελεστική πρόεδρος του ΕΟΠΥΥ και πρόεδρος της Επιτροπής Διαπραγμάτευσης Τιμών Φαρμάκων, Βασιλική – Κωνσταντίνα Γκοκγοζώτου, στο πλαίσιο της διημερίδας που πραγματοποιήθηκε για τα 10 χρόνια λειτουργίας του Οργανισμού, κατά την περίοδο 2020-2023 έχουν υπογραφεί συνολικά 474 συμφωνητικά, ενώ 46 επιπλέον βρίσκονται σε επεξεργασία προς υπογραφή.
Οι αυξανόμενες ταχύτητες αποτυπώνονται στο γεγονός ότι το 2022 πραγματοποιήθηκαν 80 συνεδριάσεις, οι οποίες οδήγησαν σε 268 συμφωνίες, που αντιστοιχούν στο 62% του συνόλου της τριετίας. Οι 36 από τις 80 συνεδριάσεις έγιναν το τελευταίο τετράμηνο του έτους (Σεπτέμβριος – Δεκέμβριος) και κατέληξαν σε 151 συμφωνίες, για 327 σκευάσματα, τα οποία εντάχθηκαν στη «θετική λίστα».
Εκτός από 15 συμφωνίες που αφορούν μόνο σε νοσοκομειακά προϊόντα, όλες οι υπόλοιπες είναι για σκευάσματα που διακινούνται μέσω των φαρμακείων του ΕΟΠΥΥ και των ιδιωτικών φαρμακείων.
Ειδικότερα, στις συμφωνίες που αφορούν στους κλειστούς προϋπολογισμούς, από τα συνολικά 209 σκευάσματα, τα 72 διακινούνται από τα φαρμακεία του ΕΟΠΥΥ και τα 132 από τα ιδιωτικά φαρμακεία.
Αναφορικά με τις συμφωνίες που αφορούν στις πρόσθετες εκπτώσεις, από τα συνολικά 285 προϊόντα, τα 128 διατίθενται μέσω των φαρμακείων του ΕΟΠΥΥ και τα 148 μέσω των ιδιωτικών φαρμακείων.
Η Επιτροπή φαίνεται ότι διατηρεί την ταχύτητά της σε υψηλά επίπεδα και κατά το τρέχον έτος, αφού για το 2023 έχουν ήδη υπογραφεί 61 συμφωνητικά και άλλα 25 είναι σε επεξεργασία, ενώ υπό διαπραγμάτευση βρίσκονται διάφορες κατηγορίες προϊόντων που οι συμφωνίες τους έληξαν στις 31/12/2022.
Διχογνωμία για την εξοικονόμηση από τις διαπραγματεύσεις
Τα στοιχεία του ΕΟΠΥΥ καταδεικνύουν ότι τα τελευταία τρία χρόνια εξοικονομήθηκαν 630 εκατ. ευρώ από τις διαπραγματεύσεις στη δαπάνη για τα φαρμακεία του Οργανισμού και τα ιδιωτικά φαρμακεία, χωρίς να συμπεριλαμβάνεται το νομοθετημένο rebate. Το 2022 η εξοικονόμηση αυτή άγγιξε τα 390 εκατ. ευρώ , ενώ στα νοσοκομεία υπολογίζεται ότι το αντίστοιχο ποσό ανέρχεται σε τουλάχιστον 100 εκατ. ευρώ.
«Μέχρι την αλλαγή της σύνθεσης της Επιτροπής (σ.σ. Ιούλιος 2022) είχαν εξασφαλιστεί 110 εκατ. Δεσμευτήκαμε στον Υπουργό ότι θα του φέρουμε τουλάχιστον το ίδιο ποσό μέχρι το τέλος της χρονιάς. Ο πήχης μπήκε πολύ ψηλά και από τα 110 εκατ. φέραμε επιπλέον 280 εκατ. σε εξοικονόμηση. Εάν αυτή τη χρονιά η υπέρβαση για το φάρμακο θα είναι γύρω στα 800 εκατ., χωρίς την Επιτροπή Διαπραγμάτευσης θα είχε ξεπεράσει το 1,2 δισ.», σχολίασε η κ. Γκογκοζώτου.
Ωστόσο, διαφορετική προσέγγιση φαίνεται ότι έχει η φαρμακοβιομηχανία. Σύμφωνα με το Σύνδεσμο Φαρμακευτικών Επιχειρήσεων Ελλάδος (ΣΦΕΕ), με την τακτική των διαπραγματεύσεων και των κλειστών προϋπολογισμών που ακολουθείται δεν γίνεται εξοικονόμηση στη φαρμακευτική δαπάνη. Όπως ανέφερε πρόσφατα ο πρόεδρος του Συνδέσμου, Ολύμπιος Παπαδημητρίου, «η δημόσια συνεισφορά στη φαρμακευτική δαπάνη είναι λίγο πολύ σταθερή όλα τα τελευταία χρόνια και επομένως η κυβέρνηση δαπανά ούτως ή άλλως τα ίδια χρήματα, απλά χάρη στις διαπραγματεύσεις οι υποχρεωτικές επιστροφές προπληρώνονται από τις φαρμακευτικές εταιρείες».
«Το όφελος από αυτή την τακτική είναι βασικά η βελτίωση των ταμειακών ροών του ΕΟΠΥΥ», τόνισε νωρίτερα ο κ. Παπαδημητρίου.
Άνω του 1 εκατ. οι κλειστοί προϋπολογισμοί το 2023
Κατά την ίδια περίοδο, ολοένα και μεγαλύτερο κομμάτι της συνολικής δαπάνης για φάρμακα καταλαμβάνουν οι κλειστοί προϋπολογισμοί. Σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσιάστηκαν, το 2020 το ύψος τους ανήλθε σε περίπου 140 εκατ. ευρώ, το 2021 σχεδόν τριπλασιάστηκαν και το 2022 υπερδιπλασιάστηκαν, ξεπερνώντας τα 920 εκατ. ευρώ. Μιλώντας με ποσοστά επί του συνόλου, από 5,4 % το 2020, οι κλειστοί προϋπολογισμοί ανήλθαν στο 17,4% το 2021 και στο 36% το 2022. Ήδη για το 2023 έχουν δεσμευτεί σχεδόν 772 εκατ. σε κλειστούς προϋπολογισμούς και θεωρείται βέβαιο ότι το ύψος τους εφέτος θα ξεπεράσει το 1 εκατ. ευρώ.
«Οι κλειστοί προϋπολογισμοί δεν είναι απλώς μεταφορά εκπτώσεων νωρίτερα. Είναι και μια οριοθέτηση της αγοράς και αυτό δεν γίνεται τυχαία. Παίρνουμε στοιχεία τριετίας, βλέπουμε επιδημιολογικά στοιχεία, βλέπουμε την πορεία της νόσου στην ΕΕ και ορίζουμε την ανάπτυξη της κάθε κατηγορίας. Προσπαθούμε να χαλιναγωγήσουμε την ανεξέλεγκτη χρήση των προϊόντων αυτών», ανέφερε η κ. Γκογκοζώτου. Και πρόσθεσε:
«Ωστόσο, οι κλειστοί προϋπολογισμοί δεν γίνονται μόνο για εξοικονόμηση αλλά και για διασφάλιση σε ευαίσθητες κατηγορίες, όπως είναι τα προϊόντα αίματος, για διασφάλιση της ελληνικής αγοράς σε προϊόντα όπου υπάρχει πρόβλημα παγκόσμιας έλλειψης και ουσιαστικά προσπαθούμε με αυτόν τον τρόπο να συνεχίζεται η απρόσκοπτη πρόσβαση στα σκευάσματα αυτά».
Προβληματισμός στη φαρμακοβιομηχανία
Εκπρόσωποι της φαρμακευτικής βιομηχανίας, πάντως, εκφράζουν προβληματισμό για τους κλειστούς προϋπολογισμούς, εστιάζοντας κυρίως στα στενά περιθώρια χρηματοδότησης των σκευασμάτων που θα μείνουν εκτός αυτών.
«Ακόμη και αν δεχτούμε ότι οι κλειστοί προϋπολογισμοί καταρτίζονται με τον πλέον επιστημονικό τρόπο, η αλήθεια είναι ότι τα υπόλοιπα σκευάσματα θα πρέπει να "στριμωχτούν" σε έναν συνολικό κλειστό προϋπολογισμό ο οποίος έχει τεθεί αυθαίρετα, παραμένει καθηλωμένος για περισσότερο από μία δεκαετία και είναι εμφανέστατα ανεπαρκής, αφού καταλήγει σε επιστροφές άνω του 50%», ανέφερε η Έλενα Χουλιάρα, μέλος ΔΣ ΣΦΕΕ και PhRMA Innovation Forum. Η ίδια τόνισε ότι είναι επιτακτική η ανάγκη, να γίνει μία γενναία αύξηση της δημόσιας χρηματοδότησης για το φάρμακο, έτσι ώστε και οι φαρμακοβιομηχανίες να μην υποχρεώνονται σε εκπτώσεις άνω του 50-70% καθώς και να επισπευστούν όλες οι άλλες μεταρρυθμίσεις που έχουν κατά καιρούς προβλεφθεί και οι οποίες αποσκοπούν στον εξορθολογισμό της συνταγογράφησης, της τιμολόγησης και της αποζημίωσης.
Σε κάθε περίπτωση, η κ. Χουλιάρα συνεχάρη την Επιτροπή για το έργο της και υπογράμμισε την ανάγκη ενίσχυσής της, ούτως ώστε να συνεχίσει με τους ίδιους ρυθμούς και να μην επαναληφθούν οι μεγάλες καθυστερήσεις του παρελθόντος.
«Θα ήθελα να δώσω συγχαρητήρια στην Επιτροπή Διαπραγμάτευσης, γιατί το έργο το οποίο έχει επιτελεστεί, ιδίως με μια φοβερή επιτάχυνση των διαδικασιών τους τελευταίους μήνες, έκανε δυνατή την ένταξη πάρα πολλών θεραπειών στο θετικό κατάλογο. Θέλω να εκφράσω την ελπίδα ότι δεν θα ξαναβιώσουμε καταστάσεις όπως αυτές που είχαμε βιώσει πριν λίγα χρόνια, όταν είχαμε καινοτόμες θεραπείες να περιμένουν να ενταχθούν στο θετικό κατάλογο και να γίνουν διαθέσιμες στους Έλληνες ασθενείς για πάνω από 4 χρόνια μετά την έγκρισή τους από τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Φαρμάκων», ανέφερε χαρακτηριστικά η κ. Χουλιάρα.
Παράλληλα, έκρουσε καμπανάκι κινδύνου, σημειώνοντας ότι «είναι μαθηματικά βέβαιο πως αν δεν ενισχυθεί η Επιτροπή Διαπραγμάτευσης με στελέχη και πόρους, είναι μεγάλος ο κίνδυνος να βρεθούμε ξανά στην ίδια κατάσταση, καθότι η επαναδιαπραγμάτευση όλων αυτών των συμφωνιών που έχουν ήδη επιτευχθεί, μαζί με τη διαπραγμάτευση συμφωνιών για τα νέα φάρμακα που έρχονται, θα είναι πρακτικά αδύνατη».