Ακάθεκτες προς υψηλότερα επίπεδα φαίνεται πως συνεχίζουν οι μετοχές των τεσσάρων συστημικών τραπεζών, παρά την όποια πρόσκαιρη ήπια αποφόρτιση (κινήσεις κατοχύρωσης κερδών) από τα υπεραγορασμένα επίπεδα στα οποία είχαν εισέλθει οι ζώνες τιμών, μετά την ανοδική εκλογική υπερφόρτιση.
Ο Οκτώβριος του 2022 αποτέλεσε την απαρχή μιας ισχυρής ανοδικής κίνησης, με τον τραπεζικό δείκτη να πραγματοποιεί 29 ανοδικά εβδομαδιαία κλεισίματα από τα συνολικά 39, τη στιγμή που η κεφαλαιοποίηση του κλάδου φτάνει πλέον στα 17,74 δισ. ευρώ από τα 9,12 δισ. ευρώ περίπου που ήταν εκείνη τη χρονική περίοδο. Η κίνηση αυτή, φυσικά συνάδει με τις αναπτυξιακές προοπτικές που ανοίγονται για τις ελληνικές τράπεζες και την οικονομία, με τη σταδιακή επαναφορά στη βασική τους θέση, στήριξης και χρηματοδότησης σημαντικών κλάδων και αναπτυξιακών μοντέλων, αλλά και με το κλείσιμο μιας δύσκολης ενότητας του παρελθόντος, της οικονομικής κρίσης, του βάρους των «κόκκινων» δανείων, της εξυγίανσης και της απομόχλευσης.
Υπό αυτό το πρίσμα, οι μετοχές των τεσσάρων συστημικών υπεραπέδωσαν σημαντικά έναντι των ευρωπαϊκών, κλείνοντας σε ένα βαθμό, τα υψηλά discounts, διαπραγματευόμενες πλέον με δείκτη P/TBV (σε όρους ενσώματης λογιστικής αξίας) στο 0,5x - 0,7x για το 2024. Επιπλέον, συνεχίζουν να προσφέρουν το ελκυστικότερο και υψηλότερο «risk - reward» μεταξύ των τραπεζών της ζώνης EEMEA (Ανατολική Ευρώπη, Μέση Ανατολή και Αφρική), κάτι που ενισχύεται περαιτέρω από τη συνεχιζόμενη βελτίωση των θεμελιωδών μεγεθών και των κεφαλαιακών τους επιπέδων, της σταδιακής έλευσης στη φάση αποεπένδυσης του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας και του στόχου της άμεσης ανάκτησης της επενδυτικής βαθμίδας.
Μάλιστα ως προς τα δύο τελευταία σημεία, αναμένεται επιτάχυνση των εξελίξεων μετά το πέρας και της δεύτερης εκλογικής αναμέτρησης και αφού καταλαγιάσει η όποια «πολιτική σκόνη» σηκώθηκε το τελευταίο διάστημα. Σύμφωνα με πληροφορίες του insider.gr, στελέχη της Moody's πραγματοποίησαν, προ ολίγων ημερών, σειρά συναντήσεων με τις διοικήσεις των ελληνικών τραπεζών, σε ένα πολύ καλό κλίμα, καταγράφοντας και αναγνωρίζοντας τη σημαντική, περαιτέρω βελτίωση των θεμελιωδών μεγεθών. Κάπως έτσι, δε θα πρέπει να αποκλείονται τυχόν έκτακτες αναβαθμίσεις, μετά τη δημοσίευση των αποτελεσμάτων του δευτέρου τριμήνου για οικονομία - κλάδο.
Επιπλέον, παρά το «ράλι» που έχει καταγράψει ο εγχώριος τραπεζικός δείκτης που φτάνει στο 53,38% από τις αρχές του έτους, έναντι 6,08% για τον Stoxx 600 Banks, οι αναλυτές ισχυρών επενδυτικών οίκων και χρηματιστηριακών συνεχίζουν να βελτιώνουν τις συστάσεις τους και να αυξάνουν τις τιμές στόχους, με τα re - rating να διαδέχονται το ένα το άλλο.
Τεχνικά, ο τραπεζικός δείκτης «χτύπησε» ανοδικά τις 1.035 μονάδες, ενώ έδειξε αντανακλαστικά στο πέρασμα κάτω από τις 980 μονάδες, αναμένοντας ουσιαστικά και την τελική έκβαση των εκλογών, ενώ και οι ταλαντωτές αποφορτίστηκαν από τα υπεραγορασμένα επίπεδα (κυρίως σε μικρότερα χρονικά διαστήματα αλλά και σε ημερήσιο - εβδομαδιαίο γράφημα). Μια πολύ σημαντική και ισχυρή στήριξη για τον τραπεζικό δείκτη εντοπίζεται στις 952,80 μονάδες, διάσπαση της οποίας θα επιφέρει ένα μεσοπρόθεσμο σχηματισμό αντιστροφής και μια βαθύτερη διόρθωση. Για ανοδική διάσπαση θα πρέπει να υπάρξει κίνηση και κατοχύρωση των 1.008,2 μονάδων, σε συνδυασμό με έναν θετικό MACD σε δίωρο γράφημα.
HSBC
Η HSBC θεωρεί πως οι «επιθετικοί» χειρισμοί της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και τα χαμηλά, μέχρι στιγμής, beta καταθέσεων, αναμένεται να οδηγήσουν σε υψηλότερα επίπεδα τα καθαρά έσοδα από τόκους (NII), που βρίσκονται εκτός των εκτιμήσεων του consensus και φυσικά εκτός των τρεχουσών αποτιμήσεων. Έτσι, ο βρετανικός οίκος αυξάνει εκ νέου τις εκτιμήσεις του για την κερδοφορία των ελληνικών τραπεζών κατά 8% - 18% - 21% κατά μέσο όρο για το 2023 - 2025, προσαρμόζοντας τις τιμές στόχους και επαναλαμβάνοντας σταθερά τη σύσταση «buy» για τις μετοχές και των τεσσάρων συστημικών.
Οι τιμές στόχοι διαμορφώνονται ως εξής, στα 2,20 ευρώ για την Alpha Bank (προτιμητέα επιλογή - από 1,45 ευρώ προηγουμένως), στα 1,95 ευρώ για τη Eurobank (από 1,60 ευρώ), στα 7,95 ευρω για την Εθνική Τράπεζα (από 6,75 ευρώ προηγουμένως) και στα 4 ευρώ για την Τράπεζα Πειραιώς (από 3,35 ευρώ πρηγουμένως).
Ο επενδυτικός οίκος διατηρεί σταθερή τη θέση σχετικά με το ότι, τα καθαρά έσοδα από τόκους (NII) θα φτάσουν στο ανώτατο σημείο τους προς το δεύτερο εξάμηνο του 2023, σε σχέση με την ανατιμολόγηση των δανειακών χαρτοφυλακίων, αλλά θα υποχωρήσουν το 2024 εξαιτίας της, εκ των υστέρων, μετακύλισης (pass - through) των αυξανόμενων επιτοκίων στις καταθέσεις. Ωστόσο, η εκτίμηση των αναλυτών πως το επιτόκιο αποδοχής καταθέσεων της ΕΚΤ θα φτάσει στο 4% (από 3,5% προηγουμένως) υποδηλώνει ακόμη πιο υψηλά επίπεδα NII. Επίσης, τα χαμηλότερα - από το αναμενόμενο - μέχρι στιγμής beta καταθέσεων και τα αυαξανόμενα χαρτοφυλάκια τίτλων των τραπεζών υποδηλώνουν ότι η πτώση του 2024 δε θα είναι τόσο απότομη. Συνολικά, η HSBC αυξάνει τις εκτιμήσεις για τα καθαρά έσοδα από τόκους κατά 5% - 13% - 13% για το 2023 - 2025 κατά μέσο όρο (ώστε να αντικατοπτρίζουν υψηλότερο επιτόκιο απόδοχης καταθέσεων της ΕΚΤ, το χαμηλότερο «pass - through» στις βασικές καταθέσεις και μεγαλύτερες παραδοχές στα χαρτοφυλάκια τίτλων των τραπεζών) αναμένοντας πως τα επαναλαμβανόμενα κέρδη των τραπεζών θα αυξηθούν κατά 59% το 2023 (από 47% προηγουμένως), με υποχώρηση κατά 12% το 2024 (έναντι 19% που αναμένονταν).
Morgan Stanley
Στις προτιμώμενες επιλογές της Morgan Stanley στη ζώνη EEMEA (Ανατολική Ευρώπη, Μέση Ανατολή και Αφρική) συγκραταλέγονται οι ελληνικές τράπεζες, καθώς ο αμερικανικός οίκος στη στρατηγική του, επισημαίνει πως το «risk - reward» παραμένει το πιο ελκυστικό έναντι όλων των άλλων, τοποθετώντας έτσι τη μετοχή της Τράπεζας Πειραιώς (top pick) και της Eurobank στις δύο πρώτες θέσεις της λίστας, με σύσταση «overweight» και υψηλά περιθώρια ανόδου.
Η Morgan Stanley προβλέπει μέσο δείκτη απόδοσης ενσώματων ιδίων κεφαλαίων, ROTE στο 12,2% και στο 10,7% το 2023 και το 2024, υποθέτοντας πλέον, ένα χαμηλότερο κόστος ιδίων κεφαλαίων, COE, δεδομένης της διαρθρωτικής βελτίωσης στις μακροοικονομικές προοπτικές, της δυνατότητας ανάκτησης της επενδυτικής βαθμίδας και της εξυγίανσης που έχει επιτευχθεί με καθαρότερους πλέον ισολογισμούς. Όλα αυτά μεταφράζονται σε ένα χαμηλότερο ασφάλιστρο κινδύνου (risk premium) για τις μετοχές, με τον αμερικανικό οίκο να θέτει ένα κόστος ίδιων κεφαλαίων, στο μοντέλο της, της τάξεως του 12,6% κατά μέσο όρο, έναντι 12% για τις ευρωπαϊκές τράπεζες.
O αμερικανικός οίκος θέτει σύσταση «overweight» για τις μετοχές της Τράπεζας Πειραιώς και της Eurobank, με την πρώτη να αποτελεί την κορυφαία επιλογή της στη ζώνη EEMEA. Από την άλλη, για τις μετοχές της Alpha Bank και της Εθνικής Τράπεζας θέτει σύσταση «equal - weight». Έτσι, η τιμή στόχος για την Τράπεζα Πειραιώς ορίζεται στα 4,04 ευρώ από 2,61 ευρώ προηγουμένως (στο «bull case» η τιμή φτάνει στα 5,16 ευρώ και στο «bear case» στα 1,43 ευρώ), για τη Eurobank στα 2,10 ευρώ από 1,55 (στο «bull case» η τιμή φτάνει στα 2,52 ευρώ και στο «bear case» στα 0,97 ευρώ), για την Alpha Bank στα 1,98 ευρώ από 1,44 προηγουμένως (στο «bull case» η τιμή φτάνει στα 2,41 ευρώ και στο «bear case» στα 0,82 ευρώ) και για τη μετοχή της Εθνικής Τράπεζας στα 7,05 ευρώ από 5,25 πριν (στο «bull case» η τιμή φτάνει στα 8,64 ευρώ και στο «bear case» στα 3,64 ευρώ).
Goldman Sachs
Αυξημένη είναι η αισιοδοξία και των ισχυρών funds και διαχειριστών για τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας και των τραπεζών, όπως αποτυπώθηκε και από τις επαφές των Ελλήνων τραπεζιτών στο European Financials Conference που διεξήγαγε η Goldman Sachs στο Παρίσι. Οι αναλυτές του αμερικανικού οίκου, σημείωσαν πως οι ελληνικές τράπεζες βρίσκοντα σε ένα πολυετές σημείο καμπής, με τους ίδιους να προχωρούν σε νέα αναβάθμιση των εκτιμήσεων για τα μεγέθη των τεσσάρων συστημικών αλλά και των τιμών στόχων.
Η Goldman Sachs διατηρεί την εποικοδομητική της στάση σχετικά με τις προοπτικές ανάπτυξης των ελληνικών τραπεζών, αναμένοντας πως o μέσος δείκτης αποδοτικότητας ενσώματων κεφαλαίων, ROTE, θα αυξηθεί στο 13% - 10% το 2023 - 2024 (από 8% το 2022), οδεύοντας προς ένα μεσοπρόθεσμο μέσο επίπεδο της τάξεως του 12% (στο 13% στην Ευρώπη), με το μέσο δείκτη CET1 να ενισχύεται στα επίπεδα του 14,9% - 15,9% το 2023 - 2024, με δυνατότητα διανομής μερισμάτων από το 2024 (από τη χρήση του 2023). Παράλληλα, με το μέσο δείκτη NPE να οδεύει προς το 5% - 4% - 3% για τη χρονική περίοδο 2023 - 2025 (σε «τροχιά» προς τα μέσα ευρωπαϊκά επίπεδα του 2% - 3%), οι αναλυτές τους αμερικανικού οίκου αναμένουν μια επιτάχυνση της πιστωτικής επέκτασης και των εξυπηρετούμενων δανείων, με μέσο ετήσιο ρυθμό αύξησης (CAGR) στο 4% περίπου, για το 2022 - 2027, που υποστηρίζεται περαιτέρω από τις «υγιείς» μακροοικονομικές προοπτικές της ελληνικής οικονομίας, την εκταμίευση των πόρων από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (RRF) και την αποκατάσταση των «capital buffers».
Υπό αυτό το πρίσμα, η Goldman Sachs επαναλαμβάνει τη σύσταση «buy» για τη μετοχή της Alpha Bank, της Εθνικής Τράπεζας και της Τράπεζας Πειραιώς αυξάνοντας περαιτέρω τις τιμές στόχους στα 1,95 (από 1,70 ευρώ) στα 6,90 ευρώ (από 6,20 ευρώ) και στα 3,35 ευρώ (από 2,75 ευρώ) αντίστοιχα. Από την άλλη, διατηρεί την «ουδέτερη» σύσταση για τη μετοχή της Eurobank με τιμή στόχο στα 1,70 ευρώ πλέον, από 1,55 ευρώ προηγουμένως. Να σημειωθεί πως οι αναλυτές του οίκου διατηρούν σταθερό το κόστος ιδίων κεφαλαίων (COE) στο 16% και για τις τέσσερις.
Deutsche Bank
Ελαφρώς πιο επιλακτικοί ενόψει συνέχειας και μετά την αντίδραση «ελατηρίου» των ελληνικών τραπεζών, εμφανίζονται οι αναλυτές της Deutsche Bank, βλέποντας πλέον δείκτες αποτίμησης που θα ήταν αδιανόητοι μόλις πριν από λίγους μήνες, με τους δείκτες P/E να βρίσκονται πλέον στο εύρος του 6x - 7x περίπου και τους δείκτες P/TBV στο 0,6x - 0,8x για το 2024, για δείκτες ROTE στο 9% - 12% περίπου.
Παρότι οι αναλυτές του οίκου διατηρούν ακόμη τη θετική τους στάση για τις ελληνικές τράπεζες, όπως αναφέρουν χαρακτηριστικά, «είναι καιρός να πάρουμε μια ανάσα», καθώς οι μετοχές τους έχουν γίνει πιο «ακριβές» σε σχετικούς όρους, σε σύγκριση με άλλες πιθανές επιλογές στη Νότια Ευρώπη.
Μάλιστα, η Deutsche Bank προχωρά σε αλλαγή των συστάσεων για την Τράπεζα Πειραιώς και την Εθνική Τράπεζα από «buy» σε «hold», ενώ διατηρεί τη σύσταση «buy» για τη μετοχή της Alpha Bank και της Eurobank. Επιπλέον, διατηρεί σταθερή την τιμή στόχο για την Πειραιώς στα 3 ευρώ (CoE 14,1%), ενώ ανεβάζει τον «πήχη» για την Εθνική (CoE στο 13,6% - παρά τη σύσταση «hold») στα 6,70 ευρώ από 6,15 ευρώ προηγουμένως. Ως προς την Alpha Bank («top pick» - CoE στο 13,6%), η τιμή στόχος διαμορφώνεται πλέον στα 1,90 ευρώ από 1,70 ευρώ προηγουμένως, όπως και για τη Eurobank (CoE στο 14,1%).
Ambrosia Capital
Από την άλλη, συνέχεια στο «ράλι» των μετοχών, των τεσσάρων συστημικών τραπεζών, αναμένει η Ambrosia Capital, στη βάση της περαιτέρω ενίσχυσης του δείκτη απόδοσης ενσώματων ιδίων κεφαλαίων, ROTE. Ο οίκος παραθέτει τους «καταλύτες» που θα ενισχύσουν περαιτέρω την ανοδική κίνηση των τραπεζών και δεν είναι άλλοι από: 1) την ενίσχυση των καθαρών εσόδων από τόκους στη βάση των υψηλότερων επιτοκίων, που θα οδηγήσουν το δείκτη ROTE στο 13,2% το 2023 και στο 11,7% το 2024, 2) τις ισχυρές τάσεις στην ποιότητα του ενεργητικού, για τη στήριξη της περαιτέρω μείωσης των δεικτών NPEs, 3) τις διανομές μερισμάτων που πιθανότατα θα επανέλθουν κατά το επόμενο έτος.
Συμπληρωματικά σε αυτά, τα ισχυρά έσοδα από τον τουρισμό, η μείωση του ποσοστού ανεργίας και η αύξηση των τιμών των ακινήτων, σε συνδυασμό με τη συνέχιση της ισχυρής αναπτυξιακής δυναμικής, έχουν διατηρήσει σε χαμηλά - μέχρι στιγμής - επίπεδα το σχηματισμό NPEs. Ενώ, η Ambrosia αναμένει μια ήπια αύξηση των σχηματισμών κατά τα επόμενα τρίμηνα, ελέω και των υψηλότερων επιτοκίων, τα υψηλότερα αποτελέσματα της τακτικής εξυπηρέτησης (curings) σε συνδυασμό με την σταθερή αύξηση των δανείων, θα οδηγήσουν σε μείωση του δείκτη NPE για τις συστημικές τράπεζες από το 6,2% στα τέλη του 2022, στο 5,2% το 2023, στο 4,7% στα τέλη του 2024, φτάνοντας στο 4,2% το 2025.
Η Ambrosia διατηρεί τη σύσταση «buy» και για τις τέσσερις μετοχές των τραπεζών, αυξάνοντας σημαντικά τις τιμές στόχους. Συγκεκριμένα, θέτει τιμή στόχο στα 1,90 ευρώ για τη μετοχή της Alpha Bank από 1,40 ευρώ προηγουμένως (συμπεριλαμβανομένης μιας μερισματικής απόδοσης 3,4%), στα 2,05 ευρώ για τη μετοχή της Eurobank από 1,35 ευρώ πριν (συμπεριλαμβανομένης μιας μερισματικής απόδοσης 4,5%) στα 7,95 ευρώ για την Εθνική Τράπεζα από 4,45 ευρώ (συμπεριλαμβανομένης μιας μερισματικής απόδοσης 4,3%) και στα 3,95 ευρώ για την Τράπεζας Πειραιώς από 1,60 ευρώ προηγουμένως (συμπεριλαμβανομένης μιας μερισματικής απόδοσης της τάξεως του 1,8%).
Jefferies
«Ούριος άνεμος» (top - down προσέγγιση) θα συνεχίζει να πνέει για τις ελληνικές τράπεζες, καθώς η πρόσφατη εκλογική αναμέτρηση φαίνεται ότι «ανοίγει το δρόμο» για τη μετάβαση της Ελλάδας προς το καθεστώς της επενδυτικής βαθμίδας, την ίδια στιγμή, που η ισχυρή τουριστική δραστηριότητα υποστηρίζει περαιτέρω τις προοπτικές της οικονομίας, όπως υποστηρίζει η Jefferies.
O ισχυρός επενδυτικός οίκος δε παραλείπει να σχολιάσει και την απογοήτευση από την απόφαση του SSM (ρυθμιστική - εποπτική αρχή) να μην εγκρίνει τη διανομή ενός μέτριου μερίσματος από την Εθνική Τράπεζα, από τη χρήση του 2022, αν και «άναψε το πράσινο φως» για την επαναγορά του 1,4% των μετοχών της Eurobank, που κατέχει το ΤΧΣ. Ως εκ τούτου, το υπόλοιπο των NPLs και η σχετική στάθμιση των DTAs στο CET1 είναι πιθανό να παραμείνουν ένα πεδίο συζήτησης για τους επενδυτές, αλλά όλες οι τράπεζες έχουν στείλει ένα σαφές μήνυμα για τις χρηματικές διανομές (από τα καθαρά κέρδη έναντι του 2023).
Οι αναλυτές του οίκου διατηρούν τις συστάσεις «buy» για την Εθνική Τράπεζα («top pick»), «hold» για τη Eurobank και την Τράπεζα Πειραιώς και «underperform» για την Alpha Bank, αυξάνοντας τις τιμές στόχους, πέρα από την τελευταία. Συγκεκριμένα, η τιμή στόχος για την Εθνική Τράπεζα αυξάνεται στα 7,30 ευρώ από 6,50 ευρώ προηγουμένως, για τη Eurobank στα 1,70 ευρώ από 1,65 προηγουμένως και για την Τράπεζα Πειραιώς στα 2,70 από 2,50 ευρώ (αναμένεται re - rating).
Axia
Άκρως θετική θέση για τις μετοχές των τεσσάρων τραπεζών διατηρεί και η AXIA, τονίζοντας πως το consensus των αναλυτών εξακολουθεί να υποτιμά την ορμή των καθαρών εσόδων από τόκους (NII) και του κόστους κινδύνου (CoR). Η ανάλυσή της δείχνει, ότι οι ελληνικές τράπεζες θα αυξήσουν τα καθαρά έσοδα από τόκους με μέσο ετήσιο ρυθμό αύξησης (CAGR) κατά 8% - 10%, με την Alpha Bank να είναι η μόνη η οποία θα φτάσει στο ανώτατο σημείο του εύρους μετά το 2023, εξαιτίας της δομής του χαρτοφυλακίου των επενδυτικών της τίτλων.
Όσον αφορά το κόστος κινδύνου, οι τράπεζες αναμένεται εύκολα να υπερβούν τους στόχους που έχουν θέσει στα business plans τους και του consensus των αναλυτών, στη βάση της οικονομικής ανάπτυξης και των υψηλότερων τιμών των ακινήτων. Μια ακόμη βασική πτυχή που εισάγει η AXIA στην ανάλυσή της, είναι η σημασία της αξιοποίησης του πλεονάζοντος κεφαλαίου. Οι ρυθμιστικές - εποπτικές αρχές εμφανίζονται πιο πρόθυμες να επιτρέψουν στις τράπεζες να πραγματοποιούν επενδύσεις που ενισχύουν την αξία, από το να προβούν σε χρηματικές διανομές και μερίσματα, έως ότου μειωθούν τα επίπεδα των αναβαλλόμενων φορολογικών πιστώσεων (DTCs).
Ωστόσο, δεν θεωρεί τις χαμηλότερες χρηματικές διανομές, ως αρνητικές, αλλά μάλλον, ως ευκαιρία για τις ελληνικές τράπεζες να υιοθετήσουν μια πιο εξωστρεφή και «επιθετική» προσέγγιση μετά από μια περίοδο περικοπών. Μάλιστα, το πλεονάζον κεφάλαιο μπορεί να χρησιμοποιηθεί με διάφορους τρόπους, συμπεριλαμβανομένης της επένδυσης σε επανεξυπηρετούμενα χαρτοφυλάκια (re - performing), της συμμετοχής σε διασυνοριακές κοινοπραξίες, της πραγματοποίησης εξαγορών σε βασικές αγορές, της ίδρυσης κοινοπραξιών ή της επένδυσης σε επιχειρήσεις fintech για σκοπούς διασταυρούμενης πώλησης (cross - selling).
Έτσι, η Axia, θέτει σύσταση «buy» και για τις συστημικές τράπεζες, έχοντας θέσει τιμή στόχο στα 2 ευρώ από 1,80 ευρώ για την Alpha Bank, στα 2 ευρώ από 1,80 ευρώ για Eurobank, στα 7,20 ευρώ για την Εθνική Τράπεζα από 5,5 ευρώ προηγουμένως και στα 3,40 ευρώ για την Τράπεζα Πειραιώς από 3,1 ευρώ προηγουμένως. Η Axia δίνει έμφαση στην υψηλότερη ανοδική δυναμική της Alpha Bank, καθώς επωλείται από μια μεταγενέστερη «κορύφωση» στα καθαρά έσοδα από τόκους σε σύγκριση με τους ομολόγους της και τη βελτίωση του δείκτη των ενσώματων ιδίων κεφαλαίων (ROTE) μέσω της ανάκαμψης των δραστηριοτήτων της στη Ρουμανία.
NBG Securities
Με «οδηγό» την επιτυχημένη υλοποίηση των business plans τους, αλλά και των πολλά υποσχόμενων νέων, που έχουν παρουσιάσει για τα επόμενα τρία χρόνια, οι τέσσερις συστημικές τράπεζες μπορούν να συνεχίσουν προς υψηλότερα επίπεδα το επόμενο διάστημα, όπως εκτιμά η NBG Securities.
Έχοντας καταγράψει μια σημαντική πρόοδο ως προς την ποιότητα του ενεργητικού τους, βελτιώνοντας τις θέσεις ρευστότητας και χρηματοδότησης, με υγιή κεφαλαιακά επίπεδα, αποθέματα ασφαλείας και ενισχυμένα επίπεδα κάλυψης, οι ελληνικές τράπεζες έχουν στρέψει το ενδιαφέρον τους πλέον, στην επέκταση των δανειακών τους χαρτοφυλακίων, βελτιώνοντας την κερδοφορία τους και επιστρέφοντας αξία στους μετόχους μέσω της διανομής μερισμάτων και των προγραμμάτων επαναγοράς ιδίων μετοχών.
Επιπλέον, η αύξηση των επιτοκίων από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα αναμένεται να αυξήσει τα έσοδα, παρά το κόστος αποπληρωμής των δανείων από τις «γραμμές» TLTROs και το κόστος των καταθέσεων. Τέλος, μετά από χρόνια υψηλών προβλέψεων, τα «υγιή» δανειακά χαρτοφυλάκια των τραπεζών, τους επιτρέπουν να μειώσουν το κόστος κινδύνου, ενισχύοντας περαιτέρω την κερδοφορία. Η NBG Securities, αισθάνεται βέβαιη ότι οι ελληνικές τράπεζες θα καταφέρουν να επιτύχουν τους στόχους τους, φέρνοντας την αποτίμησή τους πιο κοντά στις αντίστοιχες ευρωπαϊκές τράπεζες.
Επιπλέον, μετά το αποτέλεσμα της πρώτης εκλογικής αναμέτρησης, οι μετοχές των ελληνικών τραπεζών σημείωσαν άνοδο της τάξεως του 14% κατά μέσο όρο και υπεραπέδωσαν έναντι του Γενικού Δείκτη κατά 2,7%. Ως προς την δεύτερη εκλογική αναμέτρηση, η NBG Securities αναμένει ένα φιλικό προς την αγορά αποτέλεσμα, με χαμηλούς κινδύνους όσον αφορά τις καθυστερήσεις των μεταρρυθμίσεων ή - και μια ουσιαστική αλλαγή στη δημοσιονομική και οικονομική πολιτική, που αναμφίβολα θα αποτελέσει έναν θετικό «καταλύτη» για τις ελληνικές τράπεζες.
Έτσι, επιβεβαιώνοντας τη σύσταση «outperform» στη βάση τόσο των θεμελιωδών μεγεθών όσο και των αποτιμήσεων, η Χρηματιστηριακή αυξάνει τις τιμές στόχους. Για την Alpha Bank η τιμή στόχος ορίζεται στο 1,95 ευρώ, για τη Eurobank στα 1,70 ευρώ από 1,40 ευρώ προηγουμένως και για την Τράπεζα Πειραιώς στα 3,90 ευρώ από 2,35 ευρώ πριν.