Στις αλλαγές που φέρνει στο ελληνικό επιχειρηματικό περιβάλλον η ενσωμάτωση της ευρωπαϊκής οδηγίας για την υποβολή εκθέσεων βιωσιμότητας (CSRD) στην ελληνική νομοθεσία αναφέρθηκαν στελέχη οργανισμών και της αγοράς μιλώντας την Πέμπτη στο 9ο Οικονομικό Φόρουμ των Δελφών. Όπως είναι γνωστό, πριν από λίγες ημέρες κατατέθηκε το σχέδιο νόμου για την ενσωμάτωση της οδηγίας στο ελληνικό Δίκαιο, κάτι που αναφέρεται να επιφέρει αλλαγές στον τρόπο λειτουργίας των επιχειρήσεων.
Ο κ. Παναγιώτης Γιαννόπουλος πρόεδρος της ΕΛΤΕ σημείωσε ότι η οδηγία αφορά σε 50.000 επιχειρήσεις στην Ευρώπη και σε 1100 στην Ελλάδα με το πρώτο κύμα να αφορά στις εισηγμένες με πάνω από 500 άτομα, το δεύτερο κύμα τις μεγάλες επιχειρήσεις και το τρίτο κύμα μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις. Ωστόσο, όπως σημείωσε, υπάρχει και ένας αριθμός εταιρειών (μικρές και μεσαίες) οι οποίες ναι μεν δεν αποτελούν αντικείμενο εφαρμογής της οδηγίας θα πρέπει με κάποιον τρόπο να προσαρμοστούν καθώς το ζητούν οι τράπεζες και οι επενδυτές. Πρόκειται για έναν μεγάλο αριθμό επιχειρήσεων στην Ελλάδα (στην ΕΕ φθάνουν τα 23,2 εκατομμύρια) και ως εκ τούτου εκτιμάται ότι έχουν σημαντικό ανθρακικό αποτύπωμα. Για αυτές, η ΕΕ έχει προβεί σε μία light version standards και παρ’ ότι δεν θα υπάρχει κανονιστική απόφαση, αναμένεται και αυτές να εφαρμόζουν θέματα CSRD. Ως προς τις γενικές απαιτήσεις της οδηγίας, διευκρινίστηκε επίσης ότι, οι θυγατρικές επιχειρήσεις στην Ελλάδα θα απαλλάσσονται των γνωστοποιήσεων μόνο εάν η μητρική στην ΕΕ αναφέρει αυτές τις πληροφορίες ενώ κάτι αντίστοιχο συμβαίνει και για τις μητρικές εκτός Ευρώπης.
Η κ. Τερέζα Μεσσάρη, CFO της PRODEA ανέλυσε τις αλλαγές που θα επιφέρει στον τρόπο λειτουργίας των εταιρειών η νομοθεσία CSRD. Όπως εξήγησε πρόκειται για μία πολύπλοκη διαδικασία που απαιτεί κατανόηση των εννοιών και την δημιουργία αντίστοιχων τμημάτων με άτομα με τεχνογνωσία. Στο πλαίσιο αυτό θα δημιουργηθούν νέες θέσεις εργασίας ενώ απαιτείται και η ενσωμάτωση νέων συστημάτων και πρακτικών όπως είναι η αναλυτική καταγραφή δεδομένων. Για παράδειγμα, όταν πραγματοποιούνται ταξίδια θα πρέπει να αναφέρεται το είδος του αεροσκάφους, κάτι που δεν συνέβαινε πριν, όπως ανέφερε.
«Πολλές εταιρείες δεν έχουν καταλάβει το μέγεθος της πληροφορίες που πρέπει να καταγράφεται και να αναφέρεται. Δημιουργούνται ανάγκες για συνεργασίες με εξειδικευμένους συμβούλους. Δεν λέμε τι δεν είναι αυτό που αναφέρουμε αλλά λέμε αυτό που κάνουμε, πώς αντιμετωπίζουμε την βιωσιμότητα», σημείωσε ενώ επεσήμανε ότι πρέπει να ενημερώνονται και τα μέλη των διοικητικών συμβουλίων. Όλο αυτό απαιτεί κατανόηση της έννοιας της βιωσιμότητας, της διακυβέρνησης και της κοινωνικής διάστασης.
Το «double materiality» δεν είναι κάτι εύκολο, η αλλαγή τρόπου σκέψης είναι λίγο επώδυνη, απαιτούνται μετρήσεις, έλεγχοι και συνεργασία με τους stakeholders, υποστήριξε. Ωστόσο, στην Ελλάδα υπάρχει πολύ καλό στελεχιακό δυναμικό για να πληρωθούν τα συγκεκριμένα τμήματα αλλά οι διοικήσεις πρέπει να κατανοήσουν ότι η νέα οδηγία δεν αποτελεί ένα ακόμη νέο report αλλά μια νέα κατάσταση με πολλές απαιτήσεις, υπογράμμισε.
Η νέα οδηγία, η οποία αντικαθιστά εκείνη που ίσχυε μέχρι τώρα για την μη χρηματοοικονομική αναφορά, έχει αλλάξει τίτλο και σταματά να χαρακτηρίζει τα θέματα βιώσιμης ανάπτυξης ως μη χρηματοοικονομικά επεσήμανε η κ. Κιάρα Κόντη, Εταίρος, Επικεφαλής των Υπηρεσιών Βιώσιμης Ανάπτυξης της ΕΥ Greece. Αυτό σημαίνει ότι οι εταιρείες καλούνται να ενισχύσουν την διαφάνεια για το πώς επηρεάζουν τους ανθρώπους και το περιβάλλον και για το πως επηρεάζονται σε χρηματοοικονομικούς όρους ενώ ταυτόχρονα δίνει και ένα πλαίσιο, μια τυποποίηση για να δούμε το όφελος πέρα από την διάσταση της γνωστοποίησης. «Η ουσία της αλλαγής έχει να κάνει με την διπλή ουσιαστικότητα, πέρα από το γράμμα του νόμου έρχεται το πνεύμα του νόμου. Πρέπει οι εταιρείες να αρχίσουν να εσωτερικεύουν τα externalities κάτι που πρότινος δεν έκαναν», σημείωσε και αναφέρθηκε στη σημασία των επιδράσεων. Όπως εξήγησε, μέχρι τώρα πολλές εταιρείες έβγαζαν απολογισμούς, δημοσιοποιούσαν στοιχεία που αφορούν στα απόβλητα ή στην κατανάλωση ενέργειας αλλά αυτά δεν μιλούν για το πόσο υπεύθυνα τα διαχειρίζεται η εταιρεία και το πώς τελικά επιδρούν στο περιβάλλον. Η λογική αυτή βοηθά τις επιχειρήσεις να καταλάβουν, να μετρήσουν και να βελτιώσουν είτε την αξία που δημιουργούν είτε την μείωση των αρνητικών επιπτώσεων προς τα έξω και αυτό μεταφράζεται σε χρηματοοικονομικό όφελος, όπως εκτίμησε.
Η κ. Αναστασία Στάμου, Αντιπρόεδρος της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, τόνισε τη σημασία σύνδεσης της πληροφόρησης με την αξία σημειώνοντας ότι η καλύτερη εταιρική διακυβέρνηση δίνει υπεραξία στην επιχείρηση. Εστιάζοντας στο θέμα της εταιρικής διακυβέρνησης, ανέφερε ότι η νομοθεσία CSRD απαιτεί να γνωστοποιούνται συγκεκριμένα στοιχεία, άρα η εταιρική διακυβέρνηση είναι το πώς επιτυγχάνεται το αποτέλεσμα, δηλαδή η επάρκεια και διαφάνεια της πληροφορίας. «Η εταιρική διακυβέρνηση διασφαλίζει την παραγωγή της πληροφορίας και αυτό το κάνει με συγκεκριμένες πολιτικές και διαδικασίες, με μηχανισμού ελέγχου και με τον τρόπου που η εταιρεία λειτουργεί εσωτερικά και προς τα έξω», τόνισε. Αναφερόμενη στις προκλήσεις που αντιμετωπίζει το κομμάτι της εταιρικής διακυβέρνησης, σημείωσε ότι ο πρώτος άξονας αφορά στην κατανόηση των εννοιών, ο δεύτερος στην χάραξη μιας εποπτικής περιμέτρου (οι αρχές της ESMA οι οποίες θα γνωστοποιηθούν μέσα στο 2024 αποτελούν έναν καλό οδηγό για τους επόπτες και θα δώσουν τα τρία βασικά στοιχεία του εποπτικού ελέγχου, δηλαδή το risk based approach, το rotation based approach και την ad hoc εξέταση περιπτώσεων) και η τρίτη πρόκληση αφορά στην αξιολόγηση η οποία πλέον είναι συνδεδεμένη με την χρηματοοικονομική πληροφόρηση. Καταλήγοντας, σημείωσε ότι όλα αυτά απαιτούν πόρους και εργαλεία, τεχνολογική βάση, κατάρτιση και εξειδίκευση.