Το νέο καζίνο που αποτελεί τμήμα του project voria που παρουσιάστηκε επίσημα χθες θα ξεκινήσει να κατασκευάζεται μέσα στο 2024 και θα καλύπτει περισσότερο από 8 χιλ. τετραγωνικά μέτρα όταν σήμερα στην Πάρνηθα το μέγεθος είναι περίπου 4.000 τετραγωνικά μέτρα.
Παράλληλα με βάση το Προεδρικό Διάταγμα που έχει πάρει το «πράσινο φως» το καζίνο θα μπορεί να διαθέτει μέχρι 1500 παιχνιδομηχανές στην πλήρη λειτουργία του. Σήμερα στο καζίνο της Πάρνηθας λειτουργούν 600 VLTs ενώ στα αρχικά σχέδια της διοίκησης του project προβλέπεται ότι με την έναρξη λειτουργίας του καζίνο -που αναμένεται το 2027- να λειτουργούν 1000 παιχνιδομηχανές.
Το καζίνο στην Πάρνηθα αποτελεί ένα από τα υγιή καζίνο που λειτουργούν στην χώρα μας έχοντας μέσα στο 2023 έσοδα που έφτασαν τα 70 εκατ. ευρώ. Στο συνολικό project που περιλαμβάνει και την κατσσκευή ξενοδοχείου και χώρων αναψυχής και ΣΠΑ το καζίνο αναμένεται να συνεισφέρει σε έσοδα περίπου στο 50%.
Μάλιστα στόχος είναι να διεκδικήσει μεγαλύτερο κομμάτι της αγοράς τυχερών παιγνίων τόσο λόγω θέσης στο λεκανοπέδιο όσο και λόγω αυξημένου αριθμού παιχνιδομηχανών.
Επιπλέον, εκτιμάται ότι η μετεγκατάσταση του καζίνο θα αποφέρει υπερδιπλάσια έσοδα στο Ελληνικό Δημόσιο, από την αύξηση των εσόδων από τα τυχερά παίγνια. Σήμερα, στην παρούσα θέση, το καζίνο αποφέρει ετησίως 13,5 εκατ. ευρώ φορολογικών εσόδων από τυχερά παίγνια, ενώ η μετεγκατάστασή του στο Μαρούσι μπορεί να υπερδιπλασιάσει τα έσοδα σε 30 εκατ. ευρώ σύμφωνα με το Προεδρικό Διάταγμα (για το νέο πόλο αναψυχής στα Βόρεια Προάστια).
Τα οικονομικά
Σύμφωνα με έρευνα της ΕΕΕΠ το μόνο καζίνο με σχετικά υψηλή κεφαλαιακή επάρκεια στο τέλος του 2021 ήταν αυτό της Πάρνηθας. Ωστόσο, όπως υπογραμμίζει η ΕΕΕΠ, η θετική αυτή καθαρή θέση προέρχεται κυρίως από παλαιότερες επενδύσεις που είχαν γίνει την εποχή που ήταν στον έλεγχο του Δημοσίου, ενώ κατά στην περίοδο 2014-2021 μειώθηκε από 85 εκατ. σε 39 εκατ. ευρώ περίπου.
Με βάση τα στοιχεία, κατά την χρονική περίοδο 2014-2021, το καζίνο της Πάρνηθας παραμένει σταθερά στην κορυφή των εν λόγω επιχειρήσεων, με τα υψηλότερα έσοδα από τη δραστηριότητα των τυχερών παιχνιδιών. Συγκεκριμένα, το 2019 τα έσοδα της Πάρνηθας έφθασαν τα 74,6 εκατ. ευρώ. Ωστόσο, κατά τη διάρκεια της πανδημίας, το 2020 τα έσοδα της Πάρνηθας άγγιξαν τα 27,5 εκατ. ευρώ. ενώ το 2021 εμφάνισε έσοδα από τυχερά παιχνίδια της τάξεως των 28,24 εκατ. Για το 2023 τα έσοδα έφτασαν και πάλι τα 70 εκατ. ευρώ.
Η ιστορία του
Την πενταετία 1956-1960 οι κυβερνήσεις Καραμανλή εκπόνησαν ένα πλάνο για την ανάπτυξη των τουριστικών υποδομών της χώρας και το Μον Παρνές θα λειτουργούσε ως ατμομηχανή της ελληνικής τουριστικής βιομηχανίας. Για την επιλογή της τοποθεσίας του νέου ξενοδοχείου κρίθηκε ότι η γειτνίασή του με την πρωτεύουσα θα εξασφάλιζε πελατεία τέτοια, που θα μπορούσε να το καταστήσει πυρήνα ενός ευρύτερου κέντρου ορεινών δραστηριοτήτων στο βουνό της Αττικής.
Το νέο ξενοδοχείο θα καταλάμβανε επιφάνεια οκτώ στρεμμάτων στη θέση Μαυροβούνι της Πάρνηθας και σε υψόμετρο 1.078 μέτρων. Περιβαλλόταν από δάσος 850 στρεμμάτων και προβλεπόταν εκτός της ξενοδοχειακής μονάδας η κατασκευή μπανγκαλόους, εστιατορίων, ενός μικρού θεάτρου και αθλητικών εγκαταστάσεων. Είχε εκτιμηθεί ότι σε πλήρη ανάπτυξη, το Μον Παρνές θα φιλοξενούσε 3.000 άτομα το καλοκαίρι και 1.500 το χειμώνα. Μια εκτίμηση που διαψεύστηκε πανηγυρικά.
Η ανάθεση της μελέτης της κυρίως ξενοδοχειακής μονάδας ανατέθηκε στον διακεκριμένο Έλληνα αρχιτέκτονα Παύλο Μυλωνά (την άνοιξη του 1958 και στα τέλη του 1959 είχε αρχίσει ήδη να προβάλλει ο όγκος της οικοδομής.
Τα εγκαίνια έγιναν στις 17 Ιουνίου 1961 με ιδιαίτερη λαμπρότητα και χλιδή. Τα δύσκολα για το ξενοδοχείο ξεκίνησαν από την επόμενη μέρα. Το Μον Παρνές δεν κέρδισε την εκτίμηση και την προτίμηση των πλούσιων πελατών στους οποίους κυρίως απευθύνονταν. Το 1963 το ξενοδοχείο έφθασε να έχει λιγότερους πελάτες από ότι προσωπικό. Έτσι, διακόπηκε η χειμερινή του λειτουργία από τη σεζόν 1963-1964 και άνοιγε μόνο τους καλοκαιρινούς μήνες ως τόπος φυγής και απομόνωσης ζευγαριών της τότε νεόπλουτης αθηναϊκής κοινωνίας.
Το 1969 το συγκρότημα του Μον Παρνές παραχωρήθηκε στον Κύπριο επιχειρηματία Φρίξο Δημητρίου, ο οποίος εκείνη την περίοδο διαπραγματευόταν με τον Αριστοτέλη Ωνάση για την αγορά του μεριδίου του στο Καζίνο του Μόντε Κάρλο και με τον Σάχη της Περσίας για τη δημιουργία Καζίνο στην Κασπία.
Η λειτουργία του καζίνο ξεκίνησε στις 5 Φεβρουαρίου του 1971. Για να εισέλθει κάποιος στον «ναό του τζόγου» χρειαζόταν η επίδειξη της φορολογικής του δήλωσης, ενώ η είσοδος ήταν απαγορευμένη για τους δημοσίους υπαλλήλους. Το 1972 η πρόσβαση στο Καζίνο έγινε ακόμη ευκολότερη με την κατασκευή και λειτουργία του τελεφερίκ, ενώ το 1974 το Μον Παρνές έπαψε να παρέχει ξενοδοχειακές υπηρεσίες και επικεντρώθηκε μόνο στη λειτουργία του καζίνο.
Το Μον Παρνές πέρασε και πάλι στη διαχείριση του ΕΟΤ το 1984, καθώς ο όμιλος Δημητρίου κηρύχθηκε έκπτωτος. Δέκα χρόνια αργότερα, με κυβέρνηση πάλι του Ανδρέα Παπανδρέου ξεκινά η αντίστροφη μέτρηση για την ιδιωτικοποίησή του με το νόμο 2206/94. Το 1995 το κέντρο βάρους του τζόγου μετακινήθηκε από το βουνό στην παραλία, με την ίδρυση Καζίνο στο Λουτράκι και το Μον Παρνές έχασε την αίγλη του.
Από το 2003 το Καζίνο της Πάρνηθας περιήλθε στην αμερικανική Hyatt Regency, ενώ μεγάλο μέρος του κτιριακού συγκροτήματος κηρύχθηκε διατηρητέο μνημείο. Το 2010 το Υπουργείο Πολιτισμού ανέτρεψε την απόφαση αυτή και αποφάσισε την κατεδάφιση του ξενοδοχείου, για να κτιστεί ένα νέο στη θέση του.