Αποτρεπτικό για την είσοδο νέων καινοτόμων θεραπειών είναι το επιχειρηματικό περιβάλλον που έχει διαμορφωθεί στην Ελλάδα, με αποτέλεσμα πολλές από αυτές να μην έρχονται στη χώρα μας. Ωστόσο, το τελευταίο χρονικό διάστημα έχουν ανακοινωθεί ή εφαρμοστεί από το υπουργείο Υγείας μια σειρά παρεμβάσεων για τον εξορθολογισμό των επιστροφών της φαρμακοβιομηχανίας (clawback), δημιουργώντας προσδοκίες για βελτίωση της κατάστασης στο μέλλον, όπως αναφέρθηκε στο 1ο Sfee Summit, που διοργάνωσε ο Σύνδεσμος Φαρμακευτικών Επιχειρήσεων Ελλάδος (ΣΦΕΕ).
Σύμφωνα με μελέτη του ΣΦΕΕ, που βασίστηκε στις δηλώσεις των εταιρειών μελών του σχετικά με τα φάρμακα που έχουν πάρει έγκριση από τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Φαρμάκων (ΕΜΑ) και αυτά που έχουν έρθει στην Ελλάδα την τελευταία τριετία, μόλις 2 στα 10 είναι διαθέσιμα στη χώρα μας, 5 στα 10 δεν φαίνεται να έρχονται -τουλάχιστον όχι σε έναν εύλογο χρονικό ορίζοντα, ενώ 3 στα 10 οι εταιρείες εξετάζουν αν θα τα φέρουν υπό αυτές τις συνθήκες, με ποιον τρόπο κοκ.
«Ο δείκτης ημερών αναμονής για την έλευση νέων θεραπειών έχει μειωθεί σε σχέση με την προηγούμενη περίοδο, όμως έχει μειωθεί και το ποσοστό των φαρμάκων που έρχονται, σε σχέση με αυτά που εγκρίνονται συνολικά», ανέφερε ο πρόεδρος του Συνδέσμου, Ολύμπιος Παπαδημητρίου, παρουσιάζοντας τα στοιχεία. «Αυτό ουσιαστικά δείχνει ότι έχει δημιουργηθεί ένα ασφυκτικό πλαίσιο», πρόσθεσε.
Το 2023 εκτιμάται πως οι επιστροφές της φαρμακοβιομηχανίας στο κράτος θα ανέλθουν στα 3,6 δισ. ευρώ, με τη μεγαλύτερη πίεση να ασκείται στη νοσοκομειακή αγορά, όπου οι συνολικές επιστροφές (clawback και rebate) θα φτάσουν έως και το 80% των πωλήσεων. Μάλιστα, όπως όλα δείχνουν, το 2023 θα είναι το δεύτερο έτος κατά το οποίο η συμμετοχή του κλάδου στη φαρμακευτική δαπάνη θα ξεπεράσει τη δημόσια χρηματοδότηση.
«Η φαρμακοβιομηχανία εδώ και χρόνια έχει δεσμευτεί σε κάποια οικονομικά μεγέθη από την πλευρά της πολιτείας και συμμορφώνεται με τον εκάστοτε οριζόμενο προϋπολογισμό. Θα ήταν λογικό να περιμένει κανείς ότι και η άλλη πλευρά θα δεσμευόταν σε κάποιους όγκους ζήτησης προϊόντων, ούτως ώστε να υπάρχει μία “συμφωνημένη” αναλογία μεταξύ χρηματοδότησης και κατανάλωσης», ανέφερε ο Ολύμπιος Παπαδημητρίου.
Αναγνώρισε, ωστόσο, ότι το τελευταίο χρονικό διάστημα έχουν ανακοινωθεί ή έχουν ήδη γίνει δυσανάλογα πολλές παρεμβάσεις, σημειώνοντας ότι η φαρμακοβιομηχανία αναμένει μία επιτάχυνση προς την κατεύθυνση αυτή.
«Το θέμα της χρηματοδότησης είναι ένα μείζον ζήτημα για την κατάσταση στην οποία βρισκόμαστε σήμερα. Ωστόσο, υπάρχουν κι άλλα ζητήματα στα οποία γίνονται κινήσεις, αλλά όχι με την ταχύτητα που θα θέλαμε», ανέφερε ο πρόεδρος του ΣΦΕΕ.
Γεωργιάδης: «Ναι» στην καινοτομία υπό προϋποθέσεις
Ο Υπουργός Υγείας, Άδωνις Γεωργιάδης, δήλωσε «διαχρονικά υπέρ της καινοτομίας», τονίζοντας ωστόσο ότι κάθε καινοτόμος θεραπεία θα πρέπει να εισάγεται στη χώρα με προϋποθέσεις.
«Πιστεύω ότι η κοινωνία πια καταλαβαίνει ότι για να επιβιώσει το σύστημα χρειάζεται να πάρουμε και κάποιες δύσκολες αποφάσεις. Η πρώτη δύσκολη απόφαση είναι ότι απαντάμε θετικά στο να εισάγουμε καινοτόμες θεραπείες, αλλά υπό προϋποθέσεις: κάθε καινοτόμος θεραπεία που θα εισάγεται στην Ελλάδα θα εισάγεται με κάποιους κανόνες, όπως ότι θα πρέπει να υπάρχει ένας προϋπολογισμένος αριθμός ασθενών που το προφίλ του πληθυσμού μας δικαιολογεί για να έρχονται συγκεκριμένες ποσότητες φαρμάκων και όχι υπερβολικά περισσότερες. Για αυτό, έχει την ευθύνη και η βιομηχανία», εξήγησε ο Υπουργός.
Στο πλαίσιο αυτό, αναφέρθηκε στο αυτόματο «κλείδωμα» των θεραπευτικών πρωτοκόλλων στο σύστημα της ΗΔΙΚΑ, με στόχο κάθε ασθενής να παίρνει το φάρμακο που πραγματικά χρειάζεται, εξασφαλίζοντας παράλληλα αποδοτικότερη διαχείριση των διαθέσιμων πόρων.
«Οι πρακτικές του παρελθόντος, όπου γιατροί συνταγογραφούσαν ελεύθερα κάθε καινοτόμο θεραπεία, δεν υπάρχουν πλέον», ανέφερε ο Υπουργός. Και πρόσθεσε: «Ο γιατρός πρέπει να αιτιολογήσει εάν ζητήσει εξαίρεση του πρωτοκόλλου. Αυτό γίνεται για να έχουμε πλήρως τη βεβαιότητα ότι ο κάθε ασθενής παίρνει το φάρμακο που πραγματικά χρειάζεται».
Ο κ. Γεωργιάδης αναγνώρισε ότι κάποια μέτρα έχουν τεχνικές δυσκολίες και χρειάζονται χρόνο για να αποδώσουν. «Το καράβι έχει αρχίσει ήδη να στρίβει, αλλά αυτό δεν μπορεί να γίνει αυτόματα. Χρειάζεται χρόνος. Έχουμε να αντιμετωπίσουμε κατεστημένες νοοτροπίες», τόνισε. Στο πλαίσιο αυτό έριξε μομφή κατά του ΕΟΦ, σημειώνοντας ότι ενώ ορισμένες εταιρείες έχουν ζητήσει να κάνουν έκτακτες εισαγωγές, η αρμόδια υπηρεσία του Οργανισμού δεν προχωρά τις απαιτούμενες διαδικασίες κι έτσι οι συγκεκριμένες εισαγωγές γίνονται μέσω Ινστιτούτου Φαρμακευτικής Έρευνας και Τεχνολογίας (ΙΦΕΤ). «Σε αυτήν την περίπτωση, το φάρμακο απαλλάσσεται από το clawback και το rebate και το αντίστοιχο ποσό επιμερίζεται στην υπόλοιπη αγορά. Αυτό είναι πολύ λάθος και σκοπεύω να παρέμβω νομοθετικά. Θα πρέπει πρώτα να πηγαίνει για έκτακτη εισαγωγή. Οι διαδικασίες πρέπει να επιταχυνθούν από τον ΕΟΦ», δήλωσε.
Οι στόχοι και τα επόμενα βήματα
Στόχος του υπουργείου Υγείας είναι η μείωση των επιστροφών κατά περίπου 300 εκατ. ευρώ το 2024 και, σύμφωνα με τον Υπουργό, τα πρώτα στοιχεία για το έτος, είναι ήδη πολύ καλύτερα από τις αρχικές προβλέψεις, αφήνοντας περιθώρια αισιοδοξίας για την επίτευξή του.
Παράλληλα, επιδιώκεται να διαμορφωθεί ένα περιβάλλον με διαφάνεια και προβλεψιμότητα για τις εταιρείες, ούτως ώστε να καταστεί ελκυστικό για επενδύσεις (νέα φάρμακα, κλινικές μελέτες, παραγωγή).
«Αυτό που κάναμε το 1ο εξάμηνο και είναι ο βασικός μου στόχος το πρώτο έτος της θητείας μου στο υπουργείο Υγείας, είναι να φτιάξουμε αυτό το διαφανές και προβλέψιμο περιβάλλον, που θα πείσει τις εταιρείες ότι είμαστε σοβαροί εταίροι. Αν η χώρα κερδίσει την εμπιστοσύνη, θα κερδίσει και τις επενδύσεις. Η εμπιστοσύνη και οι επενδύσεις πάνε χέρι - χέρι», δήλωσε ο Υπουργός.
Σύμφωνα με τον ίδιο, το επόμενο βήμα είναι να συναφθεί ένα μνημόνιο συνεργασίας μεταξύ της ελληνικής κυβέρνησης και της βιομηχανίας -παρόμοιο με αυτό έχουν κάνει και άλλες χώρες, όπως η Πορτογαλία, το Βέλγιο κ.ά.- που θα θέσει σε πιο μακροπρόθεσμο πλάνο (3ετές ή 4ετές) τις δεσμεύσεις των δύο πλευρών. «Με αυτόν τον οδικό χάρτη, που θα έχει διαφάνεια και σταθερότητα θα μπορέσουμε να δώσουμε το χρόνο σε μία βιομηχανία να επικοινωνήσει τα νέα δεδομένα της χώρας μας, ώστε να φέρει μία σοβαρή κλινική μελέτη στην Ελλάδα, να φέρει μία βιομηχανική μονάδα και να αυξήσει τις θέσεις εργασίας στη χώρα μας», ανέφερε ο Άδωνις Γεωργιάδης.
Όσον αφορά στη χρηματοδότηση των καινοτόμων θεραπειών, υπενθυμίζεται ότι σύμφωνα με πρόσφατες δηλώσεις του Υπουργού, μέσα στο καλοκαίρι αναμένεται να ληφθούν οι αποφάσεις για τη δημιουργία του καναλιού καινοτομίας, με στόχο να διασφαλιστεί η εισαγωγή νέων θεραπειών με βιώσιμο τρόπο για το θεραπευτικό σύστημα. Το κανάλι καινοτομίας αναμένεται να είναι έτοιμο μέσα στο 2025.