Τράπεζες: Πώς χρηματοδοτούν τις επιχειρήσεις - Άνω του 75% των επιχειρηματικών δανείων με κυμαινόμενο επιτόκιο

Νένα Μαλλιάρα
Viber Whatsapp Μοιράσου το
Τράπεζες: Πώς χρηματοδοτούν τις επιχειρήσεις - Άνω του 75% των επιχειρηματικών δανείων με κυμαινόμενο επιτόκιο
Το 56,7% του συνόλου των επιχειρήσεων δανείζεται με πιστωτικές γραμμές τακτής λήξης. Για το ήμισυ των φθηνότερων σε όρους ονομαστικού επιτοκίου δανείων, οι μικρές επιχειρήσεις δανείζονται με μέγιστο επιτόκιο κατά 1,3 ποσοστιαίες μονάδες υψηλότερο έναντι των μεγάλων επιχειρήσεων, ενώ στο 90% των δανείων η εν λόγω απόκλιση ανέρχεται σε 2,2 μονάδες. Άνω του 75% του υπολοίπου των επιχειρηματικών δανείων είναι με κυμαινόμενο επιτόκιο.

Μεγαλύτερα ποσά δανεισμού και ευνοϊκότερους όρους χρηματοδότησης, λαμβάνουν από τις ελληνικές τράπεζες οι επιχειρήσεις μεγάλου μεγέθους, σε σύγκριση με τις επιχειρήσεις μικρού και πολύ μικρού μεγέθους. Το μέσο ποσό δανείου που συνάπτεται για τις επιχειρήσεις μεγάλου μεγέθους υπολογίζεται σε περίπου 10 εκατ. ευρώ, για τις μεσαίες σε 1,1 εκατ. ευρώ, ενώ η αντίστοιχη μέση αξία δανειακής σύμβασης για τις επιχειρήσεις μικρού ή πολύ μικρού μεγέθους δεν υπερβαίνει το 0,5 εκατ. ευρώ.

Τα παραπάνω στοιχεία είναι μερικά από τα χαρακτηριστικά της τραπεζικής χρηματοδότησης των ελληνικών επιχειρήσεων, όπως καταγράφονται στη στατιστική βάση αναλυτικών πιστωτικών δεδομένων AnaCredit και παρουσιάζονται στην Έκθεση Νομισματικής Πολιτικής της ΤτΕ.

Το υπόλοιπο δανειακών οφειλών των εγχώριων μη χρηματοπιστωτικών επιχειρήσεων προς τα εγχώρια πιστωτικά ιδρύματα ανερχόταν σε 64,7 δισ. ευρώ τον Φεβρουάριο του τρέχοντος έτους. Από αυτό το ποσό, το μεγαλύτερο μερίδιο αντιστοιχούσε σε επιχειρήσεις μεγάλου μεγέθους. Ειδικότερα, στις μεγάλες επιχειρήσεις αναλογούσε ποσοστό 44% επί του συνολικού υπολοίπου, στις πολύ μικρές επιχειρήσεις 23%, στις μεσαίου μεγέθους επιχειρήσεις 19% και στις μικρές επιχειρήσεις 15%. Όσον αφορά το πλήθος δανείων, πάνω από το ήμισυ (53%) αναλογούσε στις πολύ μικρές επιχειρήσεις. Στις μικρές αντιστοιχούσε περίπου το 1/3, στις μεσαίες περίπου το 1/8, ενώ μόλις το 1/25 του πλήθους των δανείων αφορούσε μεγάλες επιχειρήσεις.

Η ταξινόμηση των επιχειρήσεων ανά μέγεθος περιλαμβάνει τις εξής κατηγορίες:

α) Πολύ μικρή επιχείρηση: Aπασχολεί λιγότερα από 10 άτομα και ο ετήσιος κύκλος εργασιών ή/και το σύνολο του ισολογισμού δεν υπερβαίνει τα 2 εκατ. ευρώ.
β) Μικρή επιχείρηση: Aπασχολεί λιγότερα από 50 άτομα και ο ετήσιος κύκλος εργασιών ή/και το σύνολο του ισολογισμού δεν υπερβαίνει τα 10 εκατ. ευρώ.
γ) Μεσαία επιχείρηση: Aπασχολεί λιγότερα από 250 άτομα και ο ετήσιος κύκλος εργασιών δεν υπερβαίνει τα 50 εκατ. ευρώ ή/και το σύνολο του ισολογισμού δεν υπερβαίνει τα 43 εκατ. ευρώ.
δ) Μεγάλη επιχείρηση: Δεν ανήκει στην κατηγορία των πολύ μικρών, μικρών ή μεσαίων επιχειρήσεων.

Όπως προκύπτει από τα στατιστικά δεδομένα της AnaCredit, οι μεγάλες επιχειρήσεις κατά κανόνα λαμβάνουν δάνεια μεγαλύτερου ύψους από ό,τι οι επιχειρήσεις μικρού και μεσαίου μεγέθους. Συγκεκριμένα, το μέσο ποσό δανείου που συνάπτεται για τις επιχειρήσεις μεγάλου μεγέθους υπολογίζεται σε περίπου 10 εκατ. ευρώ, για τις μεσαίες 1,1 εκατ. ευρώ, ενώ η αντίστοιχη μέση αξία δανειακής σύμβασης για τις επιχειρήσεις μικρού ή πολύ μικρού μεγέθους δεν υπερβαίνει το 0,5 εκατ. ευρώ.

Όσον αφορά τις κατηγορίες πιστωτικών προϊόντων, μεγαλύτερο μερίδιο ως προς τα υφιστάμενα υπόλοιπα καταλαμβάνουν, ανεξαρτήτως μεγέθους επιχείρησης, οι πιστωτικές γραμμές τακτής λήξης. Πρόκειται για πιστώσεις στις οποίες η επιχείρηση μπορεί να αντλήσει ή να επιστρέψει χρηματοδότηση μέχρι ένα προεγκεκριμένο πιστωτικό όριο χωρίς να απευθύνει προηγούμενη ειδοποίηση στον πιστωτή, αλλά η πίστωση δεν έχει μορφή ανακυκλούμενης πίστωσης, πιστωτικής κάρτας ή υπερανάληψης. Κατ’ ουσίαν πρόκειται για δάνεια τακτής λήξης που παρέχουν τη δυνατότητα σταδιακών (τμηματικών) αναλήψεων του συνολικού αρχικού δανείου. Σε αυτή την κατηγορία δανεισμού αντιστοιχεί το 56,7% του συνόλου των δανειακών οφειλών των επιχειρήσεων.

Ακολουθούν σε προτίμηση (25,8%) τα δάνεια τακτής λήξης που δεν είναι πιστωτικές γραμμές. Το εν λόγω χαρτοφυλάκιο περιλαμβάνει τοκοχρεολυτικά δάνεια, τα οποία εκταμιεύονται στο σύνολό τους εφάπαξ. Τέλος, οι ανακυκλούμενες πιστώσεις, δηλ. οι πιστώσεις που παρέχουν στον δανειολήπτη τη δυνατότητα επαναλαμβανόμενων αναλήψεων εφόσον το δάνειο εξυπηρετείται, συνιστούσαν το 17,2% του συνολικού υπολοίπου των δανειακών υποχρεώσεων των μη χρηματοπιστωτικών επιχειρήσεων τον Φεβρουάριο του 2024. Οι τρεις αυτές κατηγορίες καλύπτουν σχεδόν το σύνολο των τραπεζικών δανείων προς τις εγχώριες επιχειρήσεις.

Όσον αφορά στο επιτόκιο δανεισμού, το μεσοσταθμικό ονομαστικό επιτόκιο δανεισμού ανά μέγεθος επιχείρησης εκτιμάται μεταξύ 6,2% και 7%. Μάλιστα, παρατηρείται αντίστροφη σχέση μεταξύ μεσοσταθμικού επιτοκίου δανεισμού και μεγέθους επιχείρησης και καταδεικνύεται ότι οι μεγάλες επιχειρήσεις, κατά μέσο όρο, έχουν δανειστεί με ευνοϊκότερους όρους συγκριτικά με τις επιχειρήσεις μικρού μεγέθους. Αυτό μπορεί να δικαιολογηθεί αφενός από τα ποιοτικά χαρακτηριστικά του εν λόγω χαρτοφυλακίου (μικρότερο ποσοστό δανείων σε καθυστέρηση) και αφετέρου από τη μεγαλύτερη δυνατότητα διαπραγμάτευσης των όρων δανεισμού λόγω του υψηλότερου μέσου μεγέθους δανείου, αλλά και της πρόσβασής τους σε εναλλακτικές πηγές άντλησης χρηματοδότησης όπως οι αγορές ομολόγων και κεφαλαίων.

Οι πολύ μικρές και οι μικρές επιχειρήσεις κατά κανόνα καταγράφουν μέγιστο επιτόκιο δανεισμού υψηλότερο από ό,τι οι μεγάλες επιχειρήσεις. Τα υψηλότερου κινδύνου δάνεια για τις μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις τιμολογούνται ακριβότερα έναντι των αντίστοιχων δανείων προς μεγάλες επιχειρήσεις, πιθανόν διότι πολλές πιστοδοτήσεις προς μικρές επιχειρήσεις ενέχουν αναλογικά πολύ μεγαλύτερο κίνδυνο αθέτησης. Ενδεικτικά, για το ήμισυ των φθηνότερων σε όρους ονομαστικού επιτοκίου δανείων, οι μικρές επιχειρήσεις δανείζονται με μέγιστο επιτόκιο κατά 1,3 ποσοστιαίες μονάδες υψηλότερο έναντι των μεγάλων επιχειρήσεων, ενώ στο 90% των δανείων η εν λόγω απόκλιση ανέρχεται σε 2,2 ποσοστιαίες μονάδες.

Όσον αφορά το επιτόκιο δανεισμού ανά κατηγορία προϊόντος, υπάρχει διαφοροποίηση στην τιμολόγηση των δανείων χωρίς καθορισμένη διάρκεια έναντι των δανείων τακτής λήξης, πιθανώς λόγω του υψηλότερου πιστωτικού κινδύνου στα δάνεια αυτής της κατηγορίας και του αυξημένου για τις τράπεζες διαχειριστικού κόστους. Έτσι, το μέσο επιτόκιο στα δάνεια τακτής λήξης ανερχόταν τον Φεβρουάριο του 2024 σε 6,7%, τόσο στην περίπτωση των πιστωτικών γραμμών τακτής λήξης όσο και στην περίπτωση των τοκοχρεολυτικών δανείων τακτής λήξης, ενώ το μέσο επιτόκιο δανεισμού στις ανακυκλούμενες πιστώσεις διαμορφώθηκε κατά 0,7 της ποσοστιαίας μονάδας υψηλότερα, σε 7,4%.

Σύμφωνα με τα στοιχεία της στατιστικής βάσης AnaCredit, άνω του 75% του υπολοίπου των επιχειρηματικών δανείων τον Φεβρουάριο του τρέχοντος έτους, αφορά δάνεια με κυμαινόμενο επιτόκιο. Όμοια ποσοστά δανείων κυμαινόμενου επιτοκίου παρατηρούνται ανεξαρτήτως μεγέθους επιχείρησης. Στα δάνεια με κυμαινόμενο επιτόκιο, η αναπροσαρμογή του επιτοκίου ορίζεται ανά μήνα ή ανά τρίμηνο (36% του αριθμού των δανείων με κυμαινόμενο επιτόκιο) ή πραγματοποιείται κατά τη διακριτική ευχέρεια του πιστωτικού ιδρύματος (33% του αριθμού των δανείων με κυμαινόμενο επιτόκιο). Μεταξύ των επιμέρους κατηγοριών προϊόντων, ελαφρώς υψηλότερο μερίδιο σε δάνεια σταθερού επιτοκίου (31%) παρουσιάζεται στην κατηγορία των πιστωτικών γραμμών τακτής λήξης. Όσον αφορά την αρχική διάρκεια των δανείων κατά τη σύναψη των δανειακών συμβάσεων, στην πλειονότητά τους (άνω του 65%) αφορούν διάρκειες άνω των 5 ετών, με το ποσοστό να ανέρχεται σε 74% στις πολύ μικρές επιχειρήσεις.

Σημειώνεται, τέλος, ότι τον Φεβρουάριο του 2024 μόλις το 0,6% της αξίας του υπολοίπου των επιχειρηματικών δανείων αντιστοιχούσε σε δάνεια που έχουν συναφθεί σε νόμισμα πλην του ευρώ, κυρίως δάνεια σε δολάριο ΗΠΑ ή σε ελβετικό φράγκο.

Ακολουθήστε το insider.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.

Διαβάστε ακόμη

Τα «καμπανάκια» της ΤτΕ - Καθυστερήσεις και ερωτήματα - Νέος γύρος για την Αττικός Ήλιος

Πηγές ΥΠΕΘΟ: Πέριξ του 3% η μέγιστη επιτρεπόμενη αύξηση καθαρών πρωτογενών δαπανών την περίοδο 2025 - 2028

Δημοσιονομικό Συμβούλιο: Καλύτερη της Ευρωζώνης ανάπτυξη, στο 2,3% φέτος – Απαιτείται δημοσιονομική επαγρύπνηση, οι κίνδυνοι για το '24-'25

gazzetta
gazzetta reader insider insider