Την έναρξη της συνεδρίασης του Χρηματιστηρίου Αθηνών, χτυπώντας το παραδοσιακό καμπανάκι, κήρυξε ο πρόεδρος της Τράπεζας Κύπρου, Τάκης Αράπογλου, σηματοδοτώντας την έναρξη της διαπραγμάτευσης των μετοχών της τράπεζας στο ελληνικό Χρηματιστήριο, μετά απο 7 χρόνια απουσίας.
Υποδεχόμενος την επιστροφή της Τρ. Κύπρου στο ΧΑ, ο διευθύνων σύμβουλος του ομίλου της ΕΧΑΕ, Γιάννης Κοντόπουλος, είπε ότι η Τρ. Κύπρου με κεφαλαιοποίηση 2 δισ. ευρώ και υψηλή διασπορά θα ενισχύσει την ελληνική χρηματιστηριακή αγορά και τον τραπεζικό κλάδο. Όπως τόνισε, ο τραπεζικός κλάδος την τελευταια 5ετία, συμβάλει στο 24,5% της κεφαλαιοποίησης της αγοράς, στο 50% της ημερήσιας συναλλακτικής δραστηριότητας, ενώ τα κέρδη του τραπεζικού δείκτη στο διάστημα αυτό ανέρχονται στο 40%.
Σημειώνεται ότι η Τρ. Κύπρου είχε εισαχθεί για πρώτη φορά στο ΧΑ τον Νοέμβριο του 2000 και διαγράφηκε τον Ιανουάριο του 2017, λόγω της ελληνικής κρίσης.
Όπως σημείωσε ο κ. Αράπογλου, η Τράπεζα στράφηκε στο χρηματιστήριο του Λονδίνου για να αποκτήσει μεγαλύτερη πρόσβαση στις αγορές, αντλώντας κεφάλαια που ήταν αναγκαία για την αναδόμησή της. Στην πορεία, ωστόσο, το χρηματιστήριο του Λονδίνου στερούσε επενδυτές από την Τρ. Κύπρου, λόγω έλλειψης συγκρισιμότητας με αντίστοιχου μεγέθους τράπεζες της νοτιοανατολικής Ευρώπης. Έτσι, η πρόοδος στην αναδόμησή της και τα σταθερά θετικά αποτελέσματά της δεν απεικονίζονταν στην πορεία της μετοχής ούτε στον όγκο συναλλαγών. Βεβαίως την καλή πορεία αναγνώρισαν οι εποπτικές αρχές, επιτρέποντάς της το 2023 τη διανομή μερίσματος για τη χρήση 2022, έπειτα από 12 χρόνια, και το 2024 για τη χρήση 2023 (το μέρισμα για τη χρήση 2023 ανέρχεται στο 30% των κερδών).
Κατόπιν των παραπάνω, σύμφωνα με τον κ. Αράπογλου, σε συνεννόηση με τους συμβούλους και με ομοφωνία των μετόχων της, η Τρ. Κύπρου στράφηκε στο ελληνικό χρηματιστήριο, το οποίο είναι «ένα ώριμο ευρωπαϊκό χρηματιστήριο, με αυξανόμενη φήμη, που συμβαδίζει με την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας».