Η Boeing Co. συγκέντρωσε περίπου 21 δισεκατομμύρια δολάρια σε μια διευρυμένη πώληση μετοχών, μια από τις μεγαλύτερες που έγιναν ποτέ από δημόσια εταιρεία, ενισχύοντας τον ισολογισμό της καθώς προσπαθεί να αποτρέψει μια πιθανή υποβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας σε «junk».
Η αμερικανική εταιρεία κατασκευής αεροσκαφών πούλησε 112,5 εκατομμύρια κοινές μετοχές προς 143 δολάρια η κάθε μία, σύμφωνα με ανακοίνωσή της. Η μετοχή τιμολογήθηκε με έκπτωση περίπου 7,7% στην τιμή κλεισίματος της Παρασκευής των 155,01 δολαρίων. Η Boeing πούλησε επίσης καταθετικές μετοχές αξίας 5 δισ. δολαρίων.
Η μετοχή της εταιρείας υποχωρεί 0,5% στις ηλεκτρονικές συναλλαγές. Φέτος έχει καταγράψει απώλειες περίπου 42%, η δεύτερη χειρότερη επίδοση στον δείκτη Dow Jones, όπως αναφέρει το Bloomberg.
Η εισροή κεφαλαίων διευθετεί ένα από τα πιο επείγοντα καθήκοντα του νέου διευθύνοντος συμβούλου Κέλι Όρτμπεργκ εν μέσω μιας περιόδου οικονομικής αναταραχής για την εταιρεία κατασκευής αεροσκαφών. Ο ισολογισμός της Boeing ήταν ήδη επιβαρυμένος από την πανδημία και πριν από αυτήν από δύο θανατηφόρα αεροπορικά δυστυχήματα που αφορούσαν το μοντέλο 737 Max, το οποίο αποτελεί τη βασική μηχανή της. H εταιρεία επίσης αντιμετωπίζει μία απεργία, η οποία βρίσκεται ήδη στην έβδομη εβδομάδα της, η οποία έχει παραλύσει την κατασκευή των αεροσκαφών.
Η Boeing χρειαζόταν την εισροή κεφαλαίων για να διατηρήσει την επενδυτική της αξιολόγηση και να χρηματοδοτήσει την αύξηση της παραγωγής των αεροσκαφών της μόλις τελειώσει η απεργία.
Η εταιρεία βρίσκεται σε καλό δρόμο για να μπορεί να διαθέσει περίπου 4 δισ. δολάρια σε μετρητά κατά τη διάρκεια του τέταρτου τριμήνου, γεγονός που θα αυξήσει τις ταμειακές εκροές της σε περίπου 14 δισ. δολάρια για το έτος. Η κατασκευάστρια εταιρεία αεροσκαφών αναμένει να συνεχίσει να διαθέτει μετρητά μέχρι το πρώτο εξάμηνο του επόμενου έτους, καθώς επανεκκινεί τα εργοστάσιά της, συμπεριλαμβανομένων των γραμμών συναρμολόγησης του 737 Max.
Την προηγούμενη εβδομάδα, η πλειοψηφία των εργαζομένων της Boeing είπε «όχι» στην πιο πρόσφατη πρόταση συμφωνίας για τετραετή επιχειρησιακή σύμβαση εργασίας που πρότεινε η διεύθυνση της βιομηχανίας, η οποία περιελάμβανε αύξηση μισθών κατά 35% σε βάθος τετραετίας. Η εταιρεία σχεδιάζει να μειώσει το εργατικό δυναμικό της κατά περίπου 10%, όπως δήλωσε ο Όρτμπεργκ σε υπόμνημα προς τους εργαζόμενους στις 11 Οκτωβρίου.