Σε νέο πεδίο συναγωνισμού μεταξύ των παρόχων εξελίσσεται η συνδεσιμότητα των απομακρυσμένων περιοχών της χώρας και δη των νησιωτικών, δεδομένης και της πολλαπλάσιας κίνησης που δέχονται κατά τους καλοκαιρινούς μήνες από τους τουρίστες, γεγονός που αυξάνει τα έσοδα από το roaming. Στην παραδοσιακή αρένα μάλιστα μπαίνουν πλέον και νέοι παίκτες που προσφέρουν λύσεις, όπως οι δορυφορικές, που χωρίς χρονοβόρες επενδύσεις καταφέρνουν να κερδίσουν μερίδιο αγοράς.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελούν οι πρόσφατες δηλώσεις του CEO του ΟΤΕ, Κώστα Νεμπή για την νέα υπηρεσία Fixed Wireless Access αλλά και για τον ανταγωνισμό που έχει φέρει η δραστηριοποίηση της Starlink στη χώρα μας.
Να θυμίσουμε ότι ήδη από τις αρχές του χρόνου, η Cosmote λάνσαρε μια «αξιόπιστη και καινοτόμα υπηρεσία με στόχο να φέρει το Internet σε κάθε σπίτι σε όλη την Ελλάδα με την βοήθεια του κινητού της δικτύου». Ο λόγος για την υπηρεσία COSMOTE 5G WiFi η οποία αξιοποιεί την τεχνολογία Fixed Wireless Access (FWA) που στηρίζεται στο δίκτυο 5G, καθώς και στο 5G Stand Alone (5G+) δίνοντάς την δυνατότητα για πολύ υψηλές ταχύτητες σε μεγάλο αριθμό χρηστών. Στα διαφοροποιητικά της χαρακτηριστικά συμπεριλαμβάνονται οι ταχύτητες έως και 200Mbps που προσφέρει, η σταθερή απόδοση, το χαμηλό latency (καθυστέρηση), αλλά και τεράστια χωρητικότητα, σε όλη την Ελλάδα.
Πρόκειται δε, όπως διευκρίνιζε και η ίδια η εταιρεία για μια εναλλακτική λύση σε παραδοσιακές σταθερές συνδέσεις (DSL), αλλά και σε δορυφορικές συνδέσεις. «Συμπληρώνουμε την οπτική ίνα με λύσεις FWA, με στόχο να καλύψουμε τις περιοχές που είτε δεν θα πάρουν fiber, ή χρειάζονται σήμερα υπερυψηλές ταχύτητες μέχρι να έρθει η οπτική ίνα» είχε αναφέρει παλαιότερα, ο CEO του οργανισμού, Κ. Νεμπής.
Σημειωτέον ότι σύμφωνα με τον χάρτη ευρυζωνικότητας της εφαρμογής του Υπουργείου Ψηφιακής Διακυβέρνησης, broadband-assist.gov.gr , η εικόνα στην ελληνική επικράτεια όσον αφορά το δίκτυο οπτικών ινών είναι η παρακάτω, γεγονός που υπογραμμίζει την ανάγκη εναλλακτικών λύσεων συνδεσιμότητας.

Tο αντίπαλο δέος της Starlink
Ως εναλλακτική λύση για να καλύψει τις προαναφερθείσες ανάγκες έχει λανσαριστεί τα τελευταία χρόνια στη χώρα μας και το δορυφορικό Internet της Starlink, του Elon Musk, οι συνδρομητές του οποίου, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της αγοράς φτάνουν τις 30.000, αριθμό που επιβεβαίωσε και στο πρόσφατο Conference Call του ΟΤΕ ο επικεφαλής του.
Παρά τα τρία περίπου χρόνια παρουσίας στη χώρα μας βέβαια, η Starlink δεν έχει επιτύχει μεγάλη διείσδυση. Ωστόσο έχει καταφέρει να πάρει μερίδιο από τους παρόχους, εξυπηρετώντας κυρίως πελάτες που διαμένουν στις προαναφερθείσες περιοχές. Ειδικά δε από την στιγμή που προχώρησε σε μείωση τιμών διάθεσης των πακέτων της.
Να θυμίσουμε ότι από τα 450 ευρώ που κόστιζε αρχικά ο εξοπλισμόςγια μια οικιακή σύνδεση, πλέον το Starlink Standard Kit προσφέρεται στα 349 ευρώ, το Starlink Mini Kit στα 399 ευρώ ενώ ο εξοπλισμός για επιχειρήσεις ξεκινά από τα 649 ευρώ και φτάνει τα 1.153 ευρώ για το Flat High Performance (από 2.889 ευρώ πριν), το οποίο αποτελεί ιδανική επιλογή για internet σε σκάφη αναψυχής και πλοία. Επιπλέον η Starlink έχει προχωρήσει σε σημαντικές μειώσεις και των τιμολογίων της διαθέτοντας πρόγραμμα με απεριόριστα δεδομένα σε σταθερή τοποθεσία στα 40 ευρώ. Για περιήγηση που απευθύνεται σε τροχόσπιτα, ψηφιακούς νομάδες και όσους βρίσκονται εν κινήσει, διαθέτει ένα πρόγραμμα με 50 GB data στα 40 ευρώ τον μήνα ενώ στα 72 ευρώ έχει πλέον την απεριόριστη περιήγηση. Για μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις που απασχολούν είτε έως 10 είτε έως 20 άτομα διατίθενται και τα πακέτα τα Priority 1 TB και Priority 2 TB με 180 και 360 ευρώ το μήνα αντίστοιχα.
Το μερίδιο αγοράς που έχει καταφέρει να κερδίσει η Starlink επιβεβαιώνουν και τα πρόσφατα στοιχεία της Ookla σύμφωνα με τα οποία η χώρα μας αποτελεί μάλιστα μία από τις τέσσερις χώρες της ΕΕ όπου καταγράφεται η μεγαλύτερη διείσδυση της Starlink. To ίδιο report επισημαίνει ότι η Starlink επιτυγχάνει υπερδιπλάσιες ταχύτητες από τους παραδοσιακούς παίκτες. Αξίζει να σημειωθεί βέβαια ότι η εικόνα δεν είναι αντιπροσωπευτική καθώς στους παραδοσιακούς παίκτες λαμβάνονται υπόψιν και οι παλιές συνδέσεις ADSL που προσφέρουν χαμηλότερες ταχύτητες και η διείσδυση της Starlink δεν προσεγγίει επουδενί αυτή των Cosmote, Nova, Vodafone.
Εξίσου ενδεικτικά είναι και τα έσοδα από δορυφορικές υπηρεσίες τα οποία διαμορφώθηκαν στα 68,07 εκατ. ευρώ το πρώτο εξάμηνο του 2024 – όπου και υπάρχουν τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία από την ΕΕΤΤ, σημειώνοντας άνοδο κατά 11% έναντι των 60,39 εκατ. ευρώ το 2023.
Η σύγκριση
Σε κάθε περίπτωση βέβαια, οι μεταβλητές που απαιτούνται για τη διαμόρφωση υψηλής ταχύτητας (καλές καιρικές συνθήκες, σταθερότητα δορυφορικού σήματος) στο δορυφορικό Internet αλλά και το υψηλό, όπως αποδεικνύεται, κόστος περιορίζουν την διείσδυση των δορυφορικών δικτύων. Κάτι που θα γίνει αισθητό μετά και την πρόσφατη δραστηριοποίηση του ΟΤΕ στο πεδίο της συνδεσιμότητας των ακάλυπτων περιοχών μέσω του FWA.
Να σημειωθεί ότι υπηρεσία FWA παρέχουν ήδη οι Vodafone και Nova. Στην περίπτωση της Vodafone οι ταχύτητες του Vodafone Wireless Home κυμαίνονται από 150 Mbps για το 4G δίκτυο έως 300 Mbps για το 5G δίκτυο ενώ στη Nova οι ταχύτητες για το 5G Home Internet φτάνουν τα 100 Mbps.
Στα πακέτα που προσφέρει ο ΟΤΕ μέσω του νέου προγράμματος COSMOTE 5G WiFi, ο εξοπλισμός προηγμένης τεχνολογίας (WiFi 6) δίνεται δωρεάν και καλύπτει τόσο οικιακούς όσο και επαγγελματίες χρήστες. Όσο για τις τιμές της συνδρομής ξεκινούν από 30,90 ευρώ για το πακέτο COSMOTE 5G WiFi 50Mbps, και φτάνουν στα 35,90 ευρώ για το COSMOTE 5G WiFi 100Mbps και τα 45,90 ευρώ το μήνα για το COSMOTE 5G WiFi 200Mbps.
Σε αυτό θα πρέπει να προστεθεί και η κάλυψη 5G που έχει επιτύχει ο ΟΤΕ στην ελληνική επικράτεια, η οποία υπόσχεται σταθερές επιδόσεις ανεξαρτήτως καιρού ή άλλων μεταβλητών, σε όλη την περιοχή δραστηριοποίησης του δορυφορικού δικτύου της Starlink. Το 5G δίκτυο του ΟΤΕ καλύπτει το 99% της ελληνικής επικράτειας, ενώ και η ανάπτυξη του 5G SA έχει φτάσει ήδη, αν όχι ξεπεράσει, το 50% με στόχο να φτάσει το 80% μέσα στην επόμενη τριετία.