Φρένο στις αθρόες εισαγωγές γάλακτος επιχειρεί να βάλει το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης μέσω του Σχεδίου Κοινής Υπουργικής Απόφασης, το οποίο έχει τεθεί σε δημόσια διαβούλευση για τα «Μέτρα ελέγχου της αγοράς γάλακτος».
Το νέο νομοσχέδιο το οποίο αναμένεται να τεθεί σε ισχύ μέχρι το τέλος του 2018 προβλέπει ένα αυστηρότερο πλαίσιο ελέγχου της αλυσίδας παραγωγής, επεξεργασίας και διακίνησης γάλακτος.
Με βάση το σχέδιο προβλέπεται μεταξύ άλλων να αυστηροποιηθούν οι κυρώσεις για τους παραβάτες και να φτάσουν μέχρι και την αναστολή λειτουργίας της επιχείρησης, ενώ θεσπίζεται η υποχρεωτική μηνιαία δήλωση των ποσοτήτων του εισκομιζόμενου γάλακτος από τους παραγωγούς και τους αγοραστές γάλακτος.
Επιπλέον, θα καθοριστούν τα αναγκαία μέτρα ελέγχου για τη διασφάλιση θεμιτών εμπορικών πρακτικών κατά την παραγωγή, διακίνηση και εμπορία του γάλακτος, των γαλακτοκομικών προϊόντων και των παραγόμενων υποπροϊόντων γάλακτος. Αξίζει να σημειωθεί ότι η νέα Κοινή Υπουργική Απόφαση αφορά όλους τους παραγωγούς και τους αγοραστές γάλακτος.
Οργιάζει το φαινόμενο των ελληνοποιήσεων στην ελληνική αγορά
Με εισαγωγές γάλακτος από τη Ρουμανία, τη Βουλγαρία και αλλού, το φαινόμενο των ελληνοποιήσεων οργιάζει στην ελληνική αγορά, ενώ σημαντικά είναι τα προβλήματα που αντιμετωπίζει ο κλάδος της γαλακτοβιομηχανίας.
Όπως κατά καιρούς έχουν καταγγείλει οι εκπρόσωποι κτηνοτροφικών οργανώσεων της χώρας (έχουν κατατεθεί και σχετικές ερωτήσεις στη Βουλή) τεράστιες ποσότητες αιγοπρόβειου γάλακτος εισάγονται αθρόα στη χώρα μας.
Όπως έχει τονιστεί «εκμεταλλευόμενοι τους πλημμελείς ελέγχους των αρμόδιων υπηρεσιών της Πολιτείας, ορισμένοι εισαγωγείς με αθέμιτες και παράνομες πρακτικές και μεθοδεύσεις επιχειρούν να ελληνοποιήσουν μεγάλες ποσότητες του γάλακτος που εισάγουν. Προκαλούν έτσι ολοένα και περισσότερα φαινόμενα νόθευσης της αγοράς και στρέβλωσης του υγιούς ανταγωνισμού, που λειτουργούν καταστροφικά και παραπλανητικά εις βάρος των παραγωγών και των καταναλωτών αντίστοιχα.
Δε διστάζουν να προσεγγίσουν ακόμα και τυροκόμους που παρασκευάζουν αποκλειστικά ΦΕΤΑ ή άλλα Π.Ο.Π. τυριά. Γνωρίζοντας ότι η χρήση τέτοιου γάλακτος για τα εν λόγω τυριά είναι παράνομη και ποινικά κολάσιμη, προσπαθούν να δελεάσουν τους τυροκόμους προτείνοντάς τους περισσότερα κέρδη με λιγότερο κόπο. Το ίδιο προτείνουν και σε κτηνοτρόφους – αιγοπροβατοτρόφους, ώστε οι τελευταίοι να εμφανίσουν αυξημένη παραγωγή. Έτσι, να εκμεταλλευτούν για το επιπλέον «πλασματικά» ιδιοπαραγόμενο γάλα τη διαφορά τιμής που απολαμβάνουν σε συμφωνία που ήδη έχουν με τον τυροκόμο τους, η οποία είναι κατά πολύ υψηλότερη από αυτή του εισαγομένου (τουλάχιστον κατά 0,20ευρώ/λίτρο).
Θύματα αυτών των πρακτικών, των αθρόων εισαγωγών και ελληνοποιήσεων εισαγόμενου γάλακτος είναι οι νομοταγείς παραγωγοί και επιχειρηματίες τυροκόμοι. Για να ανταπεξέλθουν στον αθέμιτο αυτόν ανταγωνισμό, αναγκάζονται να μειώσουν την τιμή του παραγωγού. Αδύνατοι να αντιδράσουν αποτελεσματικά, εξαιτίας και της δικής τους οργανωτικής αδυναμίας σε πανελλήνιο επίπεδο, οι Έλληνες αιγοπροβατοτρόφοι δέχονται σχεδόν μοιρολατρικά τις εις βάρος τους εξελίξεις.
Σύμφωνα με πληροφορίες των κτηνοτρόφων, αθρόες εισαγωγές γάλακτος, μέρος του οποίου στη συνέχεια παρανόμως ελληνοποιείται, γίνονται τόσο από τους διασυνοριακούς σταθμούς της χώρας με τη Βουλγαρία και τα Σκόπια, όσο και από το λιμάνι της Ηγουμενίτσας.
Οι μεγάλοι παίκτες της αγοράς
Αντιμέτωπες τόσο με το φαινόμενο των ελληνοποιήσεων όσο και με την σημαντική συρρίκνωση που έχει υποστεί η αγορά γάλακτος, η οποία από το 2013 μέχρι τώρα έχει απωλέσει το 27% της αξίας της, το οποίο μεταφράζεται σε 85 εκατ. ευρώ.
Ηδη η ΦΑΓΕ αλλά και η Friesland - Campina, γνωστή σε εμάς ως ΝΟΥΝΟΥ, είναι τα δύο ισχυρά ονόματα που αποχώρησαν προσφάτως από τον κλάδο του φρέσκου γάλακτος.
Από τις πλέον αναπτυσσόμενες εταιρείες του κλάδου είναι η Φάρμα Κουκάκη η οποία έχει φτάσει πλέον να επεξεργάζεται κάθε χρόνο περί τις 25.000 τόνους αγελαδινού γάλακτος.
Το 2017 έκλεισε για την εταιρεία με τζίρο 25,87 εκατ. ευρώ, υψηλότερο κατά 125% σε σύγκριση με το 2008, ενώ για το 2018 οι πωλήσεις εκτιμάται ότι θα φτάσουν τα 28 με 29 εκατ. ευρώ τζίρο. Η αξία των εξαγωγών από μόλις 150.000 ευρώ το 2008 φτάνει σήμερα τα 2 εκατ. ευρώ, καθώς την τελευταία τετραετία διπλασιάζονται χρόνο με το χρόνο.
Ηγετική θέση στην αγορά του φρέσκου γάλακτος διατηρεί η Δέλτα με μερίδιο αγοράς περί το 30%. Η εταιρεία, με περισσότερα από 60 χρόνια παρουσίας στην ελληνική αγορά στηρίζει την ελληνική κτηνοτροφία, απορροφώντας κάθε χρόνο περισσότερο από το 25% της συνολικής ελληνικής παραγωγής γάλακτος, ποσοστό που την καθιστά το μεγαλύτερο αγοραστή αγελαδινού γάλακτος στην Ελλάδα.
Στο χαρτοφυλάκιό της ανήκουν ορισμένα από τα πλέον αναγνωρίσιμα εμπορικά σήματα του κλάδου όπως το Φρέσκο Γάλα ΔΕΛΤΑ, τις Μικρές Οικογενειακές Φάρμες, το Milko , το ΔΕΛΤΑ Advance, το Life, το Complet, το ΔΕΛΤΑ Daily, το Bλάχας, το Natural, το Vitaline, κ.α.
Διαθέτει 7 υπερσύγχρονες μονάδες παραγωγής εντός και εκτός Ελλάδας, 4 σταθμούς συγκέντρωσης γάλακτος, ένα πανελλαδικό δίκτυο πωλήσεων και διανομής και απασχολεί συνολικά 1.400 άτομα.
Την δεύτερη θέση στην αγορά του φρέσκου γάλακτος ο Όλυμπος με σημαντικό μερίδιο αγοράς που φθάνει το 20%, ένα ποσοστό με αυξητικές τάσεις καθώς πρόθεση της εταιρίας είναι η ενίσχυση του μεριδίου της και η παραγωγή νέων προϊόντων σε ανταγωνιστικές τιμές.
Στη διάρκεια του 2017 οι πωλήσεις του ομίλου Τυράς, των αδελφών Δημήτρη και Μιχάλη Σαράντη, που περιλαμβάνει πέντε παραγωγικές μονάδες, τρείς στην Ελλάδα (την Τυράς στα Τρίκαλα, τον Όλυμπο στη Λάρισα και την Ροδόπη), μία στη Βουλγαρία και μία στη Ρουμανία, είχε πωλήσεις ύψους 312 εκατ. ευρώ, σημειώνοντας αύξηση κατά 10% έναντι του 2016, ενώ για το 2018 εκτιμάται ότι θα φτάσουν τα 330 εκατ. ευρώ με 340 εκατ. ευρώ.
Κατάφερε να ξεπεράσει τις δυσκολίες του παρελθόντος, να «νοικοκυρέψει τα οικονομικά της καθώς η οικονομική κρίση δεν θα μπορούσε να αφήσει ανεπηρέαστη την εταιρία.
Σήμερα η ΜΕΒΓΑΛ είναι μία από τις μεγαλύτερες εταιρείες παραγωγής φρέσκων γαλακτοκομικών προϊόντων στην Ελλάδα και η πρώτη στη Βόρεια Ελλάδα.
Δραστηριοποιείται στην καρδιά της παραγωγής του αγελαδινού γάλακτος, στη Μακεδονία, όπου παράγεται το 67% του φρέσκου γάλακτος της Ελλάδας και εισκομίζει σταθερά πρώτη ύλη από 700 φάρμες της ευρύτερης περιοχής.
Εισήλθε πρόσφατα στην αγορά του γάλακτος των 18 ημερών. Ο λόγος για την ΕΒΟΛ η οποία για την κυκλοφορία του νέου προϊόντος, προηγήθηκε επένδυση ύψους 1 εκατ. ευρώ, ενώ το συνεταιριστικό αυτό γάλα, όπως είπε θα καλύψει τις ανάγκες ενός καταναλωτικού κοινού που επιθυμεί αυτή την κατηγορία του γάλακτος, καθώς και τις απομακρυσμένες περιοχές της πατρίδας μας, κυρίως νησιωτικές.
Η βιομηχανία παράγει μια σειρά προϊόντων, με αιχμή το βιολογικό γίδινο γάλα με το σήμα της. Το μερίδιό της στην αγορά φρέσκου γάλακτος της Μαγνησίας είναι προ πολλού χρόνου πλειοψηφικό. Τα μέλη της, κτηνοτρόφοι και άλλοι αγρότες, ανέρχονται σε 270 περίπου.
Στην αγορά του φρέσκου γάλακτος εισήλθε η Γιώτης προχωρώντας στην εξαγοράς της γαλακτοβιομηχανίας Στάμου.
Η βιομηχανία Στάμου δραστηριοποιείται στην παραγωγή και εμπορία γαλακτοκομικών προϊόντων από το 1964. Η εταιρεία παράγει μια σειρά προϊόντων όπως: Φρέσκο Παστεριωμένο Γάλα, Γιαούρτι Πρόβειο Πλήρες Και Ελαφρύ (2%) , Γιαούρτι Αγελαδινό Πλήρες Και Ελαφρύ(2%) , Γιαούρτι Στραγγιστό Πλήρες Και Με Λιγότερα Λιπαρά, Επιδόρπια Γάλακτος (Ρυζόγαλα, Κρέμα Κλπ) Και Επιδόρπια Χωρίς Γάλα ( Μουσταλευριά ,Ζελέδες ), βούτυρο λιωμένο, βούτυρο (τύπου Κερκύρας) Αριανι .
Επίσης διαθέτει και δικά της γαλακτοπωλεία σε διάφορα σημεία της Αττικής.
Σε δυναμικό παίκτη της αγοράς πάντως εξελίσσεται ο Συνεταιρισμός ΘΕΣγάλα ο οποίος συνεχίζει να διευρύνει την παρουσία του μέσω των ΑΤΜ’s γάλακτος τόσο στην Αθήνα όσο και σε άλλες περιοχές της Ελλάδας.
Σήμερα ο Συνεταιρισμός διαθέτει ένα δίκτυο 62 καταστημάτων.
Παράλληλα περιορισμένες ποσότητες των προϊόντων ΘΕΣγάλα θα είναι διαθέσιμες μέσω της αλυσίδας λιανικής COOP, σε μικρές πόλεις, όπου δεν μπορεί, λόγω πληθυσμιακών χαρακτηριστικών, να εγκατασταθούν καταστήματα ΘΕΣγάλα.