Αναλυτική ενημέρωση για τις αλλαγές που επέρχονται στην νομοθεσία για το ξέπλυμα χρήματος με το νέο κυβερνητικό νομοσχέδιο που βρίσκεται σε διαβούλευση έδωσε το υπουργείο Οικονομικών.
Με το νομοσχέδιο για την πρόληψη και καταστολή της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας η Ελλάδα ενσωματώνει με καθυστέρηση την Οδηγία (ΕΕ) 2018/843) και ενισχύει το θεσμικό της οπλοστάσιο.
Η ενημέρωση του υπουργείου Οικονομικών αναφέρει τα εξής:
- Ποιες είναι οι εθνικές νομοθετικές ρυθμίσεις για την καταπολέμηση του ξεπλύματος μαύρου χρήματος;
Βασικό εθνικό νομοθέτημα αποτελεί ο ν. 4557/2018 (Α’ 139), για την πρόληψη και καταστολή της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, που ενσωμάτωσε στην ελληνική νομοθεσία την Οδηγία ΕΕ/2015/849, γνωστή ως 4η Οδηγία για το ξέπλυμα. Κατόπιν σειράς υποθέσεων οικονομικού εγκλήματος διεθνώς που επηρέασαν και την Ευρώπη, αλλά και του αγώνα ενάντια στην τρομοκρατία, και λαμβάνοντας υπόψη τους κινδύνους στη χρηματοπιστωτική σταθερότητα που ελλοχεύουν από την παράνομη εισροή ξένων κεφαλαίων στις αγορές των ευρωπαϊκών χωρών, δημιουργήθηκε η ανάγκη για ενίσχυση κι εκσυγχρονισμό της 4ης Οδηγίας, ώστε να καταπολεμηθεί αποτελεσματικότερα αυτή η μορφή εγκληματικότητας. Η αναμόρφωση του νομοθετικού πλαισίου αποτυπώθηκε στην 5η Οδηγία για το ξέπλυμα, την οποία ενσωματώνει η χώρα μας.
- Τι αλλαγές εισάγει το νέο νομοσχέδιο;
Το Υπουργείο Οικονομικών έχει σχεδιάσει ένα ολοκληρωμένο κανονιστικό πλαίσιο με καινοτόμες δράσεις που στόχο έχει να καταστήσει αποτελεσματικότερο το υφιστάμενο σύστημα καταπολέμησης του ξεπλύματος χρήματος και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας και να ενισχύσει τους αμυντικούς μηχανισμούς του χρηματοπιστωτικού συστήματος, διευρύνοντας το πεδίο εφαρμογής της σχετικής νομοθεσίας.
Κύριος άξονας είναι η ενίσχυση της διαφάνειας των εταιρικών δομών, μέσω της δημόσιας πρόσβασης στο Κεντρικό Μητρώο Πραγματικών Δικαιούχων του ν. 4557/2018, ώστε πλέον οι πολίτες να μπορούν να ανακαλύψουν την ταυτότητα του πραγματικού δικαιούχου μιας εταιρίας, δηλ. του προσώπου στο οποίο αυτή ανήκει ή το οποίο ασκεί έλεγχο επ’αυτής.
Επιπλέον, καταρτίζεται κατάλογος που καθορίζει τα καθήκοντα και τις αρμοδιότητες όσων προσώπων ασκούν ή άσκησαν σημαντικό δημόσιο λειτούργημα, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 4557/2018. Ο κατάλογος αυτός αναρτάται στην ιστοσελίδα του Υπουργείου Οικονομικών και κοινοποιείται στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Παράλληλα, διευρύνεται το πεδίο εφαρμογής των υφιστάμενων διατάξεων ώστε να ρυθμίζονται σύγχρονες μέθοδοι συναλλαγών. Ειδικότερα, με το νέο πλαίσιο περιορίζεται η ανωνυμία που περιβάλλει τα ψηφιακά νομίσματα, τις υπηρεσίες θεματοφυλακής ψηφιακών πορτοφολιών και τις προπληρωμένες κάρτες. Μάλιστα, η εν λόγω πρόβλεψη αποτελεί την πρώτη προσπάθεια νομοθετικής ρύθμισης ως προς τα ψηφιακά νομίσματα σε επίπεδο Ε.Ε. Σε ό,τι αφορά στις προπληρωμένες κάρτες, μειώνονται αισθητά τα όρια ποσού χρήσης από τα 250€ στα 150€ και επεκτείνονται σε αυτές οι απαιτήσεις ταυτοποίησης των πελατών.
Επιπλέον, για την έγκαιρη πρόσβαση των αρχών σε πληροφορίες σχετικά με την ταυτότητα των κατόχων τραπεζικών λογαριασμών και λογαριασμών πληρωμών, θεσπίζεται ως κεντρικός αυτοματοποιημένος μηχανισμός ανάκτησης δεδομένων το υπάρχον Σύστημα Μητρώων Τραπεζικών Λογαριασμών και Λογαριασμών Πληρωμών.
Επιπρόσθετα, προβλέπεται πρόσβαση σε μεγαλύτερο εύρος πληροφοριών στην εθνική Μονάδα Χρηματοοικονομικών Πληροφοριών (Αρχή Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες), για διευκόλυνσή της κατά την άσκηση των καθηκόντων της.
Ταυτόχρονα, ενθαρρύνεται η ανταλλαγή πληροφοριών μέσω ειδικών ρυθμίσεων για τη στενότερη και συστηματικότερη συνεργασία των αρχών προληπτικής εποπτείας και των αρμόδιων αρχών για την καταπολέμηση του ξεπλύματος χρήματος, τόσο μεταξύ τους όσο και με τα αντίστοιχα όργανα της Ε.Ε. (π.χ. Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών, Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα).
Καθορίζονται, επίσης, κριτήρια και δικλείδες ασφαλείας σχετικά με συναλλαγές από και προς τρίτες χώρες υψηλού κινδύνου, όπως αυτές χαρακτηρίζονται από το σχετικό κατάλογο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
Τέλος, προβλέπονται μέτρα προστασίας των αναφερόντων προσώπων (εργαζόμενοι ή νόμιμοι εκπρόσωποι υπόχρεων προσώπων) για την καλόπιστη γνωστοποίηση πληροφοριών προς την Αρχή Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες ή εντός του υπόχρεου προσώπου. Με βάση το νέο πλαίσιο, τα πρόσωπα αυτά, εφόσον αναφέρουν τις υπόνοιές τους σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 4557/2018, έχουν δικαίωμα καταγγελίας και τυγχάνουν νομικής προστασίας από την έκθεσή τους σε απειλές, αντίποινα ή εχθρικές ενέργειες, ιδίως δε από εργασιακές ενέργειες που είναι δυσμενείς ή εισάγουν διακρίσεις.
- Ποιος θα έχει πρόσβαση στις πληροφορίες για τον πραγματικό δικαιούχο;
Σύμφωνα με τον ν. 4557/2018, όπως ισχύει, οι πληροφορίες σχετικά με τον πραγματικό δικαιούχο των εταιρειών είναι ήδη προσβάσιμες από τις αρμόδιες αρχές και τα υπόχρεα πρόσωπα, με σκοπό τη διευκόλυνση τους κατά την εφαρμογή των υποχρεώσεων δέουσας επιμέλειας απέναντι στους πελάτες τους. Πρόκειται, δηλαδή, για μια διαδικασία που συνίσταται στην ακριβή ταυτοποίηση του πελάτη βάσει εγγράφων, δεδομένων ή πληροφοριών από αξιόπιστες και ανεξάρτητες πηγές, συμπεριλαμβανομένων, όπου υπάρχουν, μέσων ηλεκτρονικής ταυτοποίησης.
Οι πληροφορίες που εισάγονται στο Κεντρικό Μητρώο Πραγματικών Δικαιούχων περιλαμβάνουν τουλάχιστον το ονοματεπώνυμο, την ημερομηνία γέννησης, την υπηκοότητα και τη χώρα διαμονής των πραγματικών δικαιούχων, καθώς επίσης και το είδος και την έκταση των δικαιωμάτων που κατέχουν. Με τις νέες ρυθμίσεις, πρόσβαση σε πληροφορίες που αφορούν τουλάχιστον στο όνομα, τον μήνα και το έτος γέννησης, τη χώρα διαμονής και την υπηκοότητα του πραγματικού δικαιούχου, καθώς επίσης και στο είδος και την έκταση των δικαιωμάτων του, μπορεί να έχει και οποιοδήποτε μέλος του κοινού. Για λόγους προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, απαιτείται απόδειξη ειδικού εννόμου συμφέροντος, που διαπιστώνεται κατόπιν εισαγγελικής παραγγελίας, για πρόσβαση σε επιπρόσθετες πληροφορίες για την ταυτοποίηση του πραγματικού δικαιούχου. Για την προώθηση της διαφάνειας και την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής, που συνιστά ένα από τα βασικά αδικήματα που στοιχειοθετεί ξέπλυμα χρήματος, οι πληροφορίες του Κεντρικού Μητρώου Πραγματικών Δικαιούχων καθίστανται διαθέσιμες στις φορολογικές αρχές για την αποτελεσματικότερη εκτέλεση των καθηκόντων τους.
- Ποια είναι η διαφορά ανάμεσα σε έναν πάροχο ανταλλαγής μεταξύ εικονικών και παραστατικών νομισμάτων και έναν πάροχο θεματοφυλακής ψηφιακών πορτοφολιών;
Οι πάροχοι (πλατφόρμες) ανταλλαγής μεταξύ εικονικών και παραστατικών νομισμάτων αποτελούν «ηλεκτρονικά» γραφεία ανταλλαγής νομισμάτων, όπου ανταλλάσσουν εικονικά νομίσματα αντί για παραστατικά νομίσματα (όπως, π.χ. το ευρώ). Από την άλλη πλευρά, οι πάροχοι θεματοφυλακής ψηφιακών πορτοφολιών διατηρούν λογαριασμούς εικονικών νομισμάτων εκ μέρους των πελατών τους, παρέχοντας ψηφιακά πορτοφόλια, από ή προς τα οποία μπορούν να γίνουν πληρωμές σε εικονικά νομίσματα. Στον κόσμο του εικονικού νομίσματος, οι πάροχοι αυτοί αποτελούν το ισοδύναμο μιας τράπεζας ή ενός ιδρύματος πληρωμών, προσφέροντας λογαριασμούς πληρωμής.
- Ποια είναι η σχέση των εικονικών νομισμάτων (κρυπτονομισμάτων) με το ξέπλυμα χρήματος και τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, και πώς αυτά μπορεί να αποτραπούν;
Ενώ χρηματοπιστωτικά ιδρύματα και ιδρύματα πληρωμών ενέπιπταν ήδη στο πεδίο εφαρμογής του ν. 4557/2018, κι ως εκ τούτου είχαν την υποχρέωση συμμόρφωσης με τους κανόνες επαλήθευσης της ταυτότητας των πελατών τους και παρακολούθησης των χρηματοοικονομικών συναλλαγών, οι πάροχοι εικονικών νομισμάτων παρέμεναν μέχρι πρότινος αρρύθμιστοι νομοθετικά.
Η ανάπτυξη των εικονικών νομισμάτων κατέστησε γρήγορα ευρύτερη τη χρήση εικονικών νομισμάτων από μια αυξανόμενη μερίδα συναλλασσομένων. Η καινοτόμα τεχνολογία που τα διέπει, αλλά και η ανωνυμία που τα περιβάλλει, ενέχουν τον κίνδυνο χρήσης τους από τρομοκρατικές οργανώσεις και όσους διοχετεύουν μαύρο χρήμα στην αγορά, σε μια προσπάθεια παράκαμψης του συμβατικού χρηματοοικονομικού συστήματος και απόκρυψης των συναλλαγών, εκμεταλλευόμενοι την ανωνυμία που παρέχεται από αυτά τα μέσα.
Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο εισάγονται πλέον υποχρεώσεις εφαρμογής μέτρων δέουσας επιμέλειας ως προς τον πελάτη, τόσο για τους παρόχους ανταλλαγής μεταξύ εικονικών και παραστατικών νομισμάτων, όσοι και για τους παρόχους θεματοφυλακής ψηφιακών πορτοφολιών, προκειμένου να μπορούν να εντοπίζονται οι χρήστες εικονικών νομισμάτων. Καθιστώντας τις δύο αυτές κατηγορίες παρόχων ως υπόχρεα πρόσωπα του νόμου, στόχος είναι η διασφάλιση καλύτερων ελέγχων, η εξασφάλιση ότι εφαρμόζουν τα απαιτούμενα μέτρα δέουσας επιμέλειας ως προς τον πελάτη και αντίστοιχα η συμπερίληψή τους στους δρώντες που συμβάλλουν στην πρόληψη της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας.
- Ποιοι κίνδυνοι συνδέονται με τις προπληρωμένες κάρτες και πώς μπορούν να αντιμετωπιστούν;
Τα προπληρωμένα μέσα πληρωμής μπορούν να έχουν κοινωνικό σκοπό και να είναι ευεργετικά για μια μερίδα των πολιτών, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που είναι οικονομικά ευάλωτοι ή οικονομικά αποκλεισμένοι. Χωρίς να παραγνωρίζεται η αξιοποίησή τους στις συναλλαγές, η Έκθεση Εκτίμησης Υπερεθνικού Κινδύνου της Ε.Ε εντόπισε κινδύνους που απορρέουν από την ανωνυμία ορισμένων από αυτές τις κάρτες. Για το λόγο αυτό, τροποποιείται ο ν. 4557/2018 με σκοπό την ελαχιστοποίηση της ανώνυμης χρήσης αυτών των προϊόντων.
Πιο συγκεκριμένα, ελαχιστοποιείται η χρήση ανώνυμων πληρωμών μέσω προπληρωμένων καρτών, μειώνοντας τα όρια αναγνώρισης από 250 € σε 150 € και με παράλληλη διεύρυνση των απαιτήσεων επαλήθευσης της ταυτότητας των πελατών για στιγμιαίες πληρωμές. Μάλιστα, για την αποτελεσματικότερη εφαρμογή των κανόνων, η Ελλάδα κατά την ενσωμάτωση αυστηροποίησε τους ευρωπαϊκούς κανόνες, προβλέποντας πως τα πιστωτικά ιδρύματα και οι χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί της χώρας δέχονται τις πληρωμές που πραγματοποιούνται με ανώνυμες προπληρωμένες κάρτες μόνο εφόσον αυτές έχουν εκδοθεί από υπόχρεα πρόσωπα με εγκατάσταση στην Ε.Ε.- Πώς κρίνεται η συνεργασία μεταξύ των διαφόρων αρχών στην καταπολέμηση του οικονομικού εγκλήματος;
Όπως έδειξε η πρόσφατη αξιολόγηση της χώρας από την Ομάδα Χρηματοοικονομικής Δράσης (2019), το επίπεδο συνεργασίας των ελληνικών αρχών για σκοπούς καταπολέμησης οικονομικού εγκλήματος είναι αρκετά ικανοποιητικό. Καθοριστικό ρόλο στον εντοπισμό συναλλαγών και δραστηριοτήτων που θα μπορούσαν να συνδέονται με εγκληματικές δραστηριότητες διαδραματίζουν σε κάθε κράτος οι Μονάδες Χρηματοοικονομικών Πληροφοριών. Αυτές είναι αρμόδιες για τη συλλογή και ανάλυση πληροφοριών για τυχόν ύποπτες συναλλαγές που εντοπίστηκαν π.χ. από τράπεζες, ή για άλλα στοιχεία που σχετίζονται με το ξέπλυμα χρήματος ή τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας. Εάν, από την ανάλυση που διενεργούν, προκύπτουν ανησυχίες σχετικά με πιθανή εγκληματική δραστηριότητα, μεταφέρει την υπόθεση στις αρμόδιες διωκτικές για περαιτέρω δράση.
Με τις νέες διατάξεις ενισχύεται ο ρόλος της Αρχής Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες, παρέχοντας άμεση πρόσβαση σε μεγαλύτερο εύρος πληροφοριών, για την καλύτερη εκτέλεση των καθηκόντων της. Στα πλαίσια αυτά, προβλέπονται κανόνες στενότερης συνεργασίας μεταξύ της Αρχής και ομόλογων αρχών άλλων κρατών μελών, καθώς επίσης και καλύτερος συντονισμός μεταξύ αρμόδιων ελεγκτικών και διωκτικών αρχών σε επίπεδο ξεπλύματος χρήματος, τόσο εθνικά όσο και σε ευρωπαϊκό επίπεδο.
Παράλληλα, δεδομένου ότι αδυναμίες σε επίπεδο καταπολέμησης ξεπλύματος χρήματος επιφέρουν συστημικές επιπτώσεις που κατά συνέπεια απειλούν τη σταθερότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος στην ολότητά του, προβλέπεται συνεργασία μεταξύ του προληπτικού επόπτη και των αρμόδιων αρχών καταπολέμησης του ξεπλύματος.
- Τι περιλαμβάνουν οι νέοι κανόνες σχετικά με τις τρίτες χώρες χαρακτηριζόμενες ως υψηλού κινδύνου και πώς ορίζονται αυτές;
Πρόκειται για μια ευρωπαϊκή πρωτοβουλία με στόχο την αποτελεσματικότερη εποπτεία κεφαλαίων που εισέρχονται στην Ε.Ε. ή εξέρχονται από αυτήν και αφορά σε τρίτες χώρες υψηλού κινδύνου, όπως αυτές χαρακτηρίζονται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Τον περασμένο Μάιο η Επιτροπή δημοσίευσε επικαιροποιημένη και αναλυτική μεθοδολογία για τον εντοπισμό τρίτων χωρών των οποίων τα εθνικά καθεστώτα για την καταπολέμηση του ξεπλύματος μαύρου χρήματος και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας παρουσιάζουν στρατηγικές ανεπάρκειες που συνιστούν σοβαρή απειλή για το χρηματοπιστωτικό σύστημα της Ε.Ε. Σκοπός είναι η ενίσχυση των σχέσεων των ευρωπαϊκών χωρών με τις τρίτες χώρες και η εξασφάλιση μεγαλύτερης συνεργασίας με την Ομάδα Χρηματοοικονομικής Δράσης.
Το νέο κανονιστικό πλαίσιο επιβάλλει στα υπόχρεα πρόσωπα του νόμου, όπως χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, μεσίτες, αργυραμοιβούς κ.ά, να εφαρμόζουν μέτρα αυξημένης δέουσας επιμέλειας ως προς τον πελάτη (δηλαδή επιπλέον ελέγχους και παρακολούθηση χρηματοοικονομικών συναλλαγών προκειμένου να αποτρέψουν, να εντοπίσουν και να διακόψουν ύποπτες συναλλαγές) κατά τη συναλλαγή με φυσικά ή νομικά πρόσωπα εγκατεστημένα σε "τρίτες χώρες υψηλού κινδύνου". Η θέσπιση ενιαίου καταλόγου αυτών των χωρών σε επίπεδο Ε.Ε. έχει ως στόχο να αποτρέψει ή τουλάχιστον να περιορίσει τον κίνδυνο forum shopping (επιλογή της χώρας με το πιο επιεικές νομοθετικό πλαίσιο) μεταξύ των διαφόρων κρατών μελών, αποφεύγοντας, κατά συνέπεια, αδυναμίες που θα μπορούσαν να εκμεταλλευτούν τρομοκράτες ή όσοι διοχετεύουν τα χρήματά τους σε χώρες εκτός Ε.Ε.- Υπάρχει πρόβλεψη για επιπλέον ρυθμίσεις σχετικά με την καταπολέμηση του οικονομικού εγκλήματος;
Η ενσωμάτωση της 5ης Οδηγίας αποτελεί ένα σημαντικό βήμα στον αγώνα κατά του ξεπλύματος χρήματος και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας. Δεδομένης της διασυνοριακής φύσης του οικονομικού εγκλήματος, τα κράτη μέλη της Ε.Ε. βρίσκονται σε διαπραγματεύσεις για τη διαμόρφωση ενός ευρωπαϊκού Κανονισμού για την καταπολέμηση του ξεπλύματος χρήματος. Η νέα νομοθετική πρόταση που αναμένεται να ανακοινωθεί από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή το πρώτο τρίμηνο του 2021 θα είναι ένα κείμενο ενιαίας εφαρμογής για όλα τα κράτη μέλη της Ε.Ε. χωρίς ανάγκη ενσωμάτωσης. Στόχος είναι η θωράκιση της ενιαίας αγοράς της Ε.Ε. με την αποφυγή εθνικών παρεκκλίσεων, ενώ παράλληλα το νέο πλαίσιο θα διευκολύνει τις επιχειρήσεις που λειτουργούν διασυνοριακά και τις αρμόδιες εποπτικές και διωκτικές αρχές. Παράλληλα, η Ελλάδα συμμετέχει ενεργά στις συζητήσεις για τη θέσπιση κεντρικής εποπτικής αρχής για το ξέπλυμα χρήματος, σε επίπεδο Ε.Ε.