Καθαρά και χωρίς αμφισημίες εστάλησαν στην Ευρωπαϊκή Στατιστική Υπηρεσία (Eurostat) στο πλαίσιο της Διαδικασίας Υπερβολικού Ελλείμματος (ΔΥΕ) του 2020 τα δημοσιονομικά στοιχεία των ετών 2016-2019 από την Ελληνική Στατιστική Αρχή (ΕΛΣΤΑΤ).
Σύμφωνα με αυτά, το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν από 174,23 δισ. ευρώ το 2016 ανήλθε σε 183,413 δισ. ευρώ το 2019, το πλεόνασμα της Γενικής Κυβέρνησης από 947 εκατ. ευρώ το 2016 ανήλθε σε 2,79 δισ. ευρώ το 2019, το πρωτογενές ισοζύγιο της Γενικής Κυβέρνησης από 6,85 δισ. ευρώ το 2016 ανήλθε πέρυσι σε 8,30 δισ. ευρώ, οι δαπάνες της Γενικής Κυβέρνησης από 86,6 δισ. ευρώ ανήλθαν σε 87,030 δισ. ευρώ το 2019, τα έσοδα της Γενικής Κυβέρνησης από 87,57 δισ. ευρώ το 2016 ανήλθαν σε 89,827 δισ. ευρώ το 2019 και το χρέος της Γενικής Κυβέρνησης από 315 δισ. ευρώ το 2016 ανήλθε σε 331,072 δισ. ευρώ το 2019 (180,5% επί του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος).
Να σημειωθεί πως η μέτρηση του πρωτογενούς ισοζυγίου δεν υπολογίζεται από την ΕΛΣΤΑΤ όπως καθορίζεται στο πλαίσιο του Προγράμματος Οικονομικής Προσαρμογής για την Ελλάδα, ήτοι μια σειρά από δαπάνες και έσοδα αντιμετωπίζονται διαφορετικά από ό,τι αντιμετωπίζονται κατά την κατάρτιση των δημοσιονομικών στοιχείων για τους σκοπούς της Διαδικασίας Υπερβολικού Ελλείμματος.
Από τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ προκύπτει πως για τα έτη 2016 και 2019 η υποστήριξη των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων είχε θετική επίπτωση στο ισοζύγιο της Γενικής Κυβέρνησης. Αυτό οφείλεται στο ότι οι δεδουλευμένες αμοιβές που προκύπτουν από τις εγγυήσεις του διατραπεζικού δανεισμού και του συστήματος ομολογιακών δανείων, καθώς και τα έσοδα από τις προνομιούχες μετοχές των τραπεζών, ήταν υψηλότερα από τις δεδουλευμένες δαπάνες. Αντιθέτως, στα έτη 2017 και 2018 η δαπάνη της υποστήριξης ήταν μεγαλύτερη από τα σχετικά έσοδα. Ενδεικτικά η επίπτωση της υποστήριξης των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων στο ισοζύγιο της Γενικής Κυβέρνησης το 2019 ήταν μόλις 114 εκατ. ευρώ (0,06% του ΑΕΠ), όταν το 2016 ήταν στα 351 εκατ. ευρώ (0,2% του ΑΕΠ).