του Γιάννη Αγγέλη
Οι χθεσινές ανακοινώσεις της ΕΚΤ αν και ήταν λίγο πολύ αναμενόμενες, έκρυβαν μια ευχάριστη έκπληξη για τα ελληνικά ομόλογα.
Αυτή κρύβεται στις συνέπειες της απόφασης να επεκτείνει το PEPP μέσα στο 2022 μέχρι και τον Μάρτιο. Ακόμα πιο σημαντικό όμως είναι ότι ανακοίνωσε πως τα μέχρι τότε επενδυμένα κεφάλαια θα επανεπενδύονται μέχρι και το 2023 τουλάχιστον.
Αυτό σημαίνει ότι τα ελληνικά ομόλογα «κερδίζουν» άλλα τρία χρόνια «εγγύησης» από την ΕΚΤ και στην πραγματικότητα υπερκαλύπτουν τον χρόνο για την σταδιακή αναβάθμισή τους μέχρι τότε σε investment grade.
Γεγονός που έχει μία αλυσιδωτή συνέπεια, δηλαδή την δυνατότητα πλέον ακόμα και μετά την λήξη του PEPP, εφ’ όσον μέχρι τότε έχουν κερδίσει την βαθμίδα του investment grade, να ενταχθούν πλέον στο πρόγραμμα αγορών του κανονικού QE (που ξεκίνησε τον Σεπτέμβριο του 2019), του APP το οποίο θα συνεχίσει για όσο χρειασθεί.
Με δεδομένο ότι οι εκτιμήσεις φέρουν την αναβάθμιση των ελληνικών ομολόγων σε BBB το αργότερο σε 1,5 ή 2 χρόνια στην χειρότερη περίπτωση, η χθεσινή απόφαση ισοδυναμεί με την έμμεση εξίσωση τους, με όλα τα άλλα ομόλογα της Ευρωζώνης, όσο αφορά την ένταξή τους στα επιλέξιμα προς αγορά από την ΕΚΤ ομόλογα.
Με την αναγνώριση αυτής της έμμεσης αλλά ουσιαστικής ένταξης των ελληνικών ομολόγων στα επιλέξιμα από την ΕΚΤ ομόλογα οι συνέπειες θα αρχίσουν να εμφανίζονται στην δευτερογενή αγορά.
Μία πρώτη συνέπεια θα είναι η βελτίωση της θέσης τους έναντι των ιταλικών που θα αυξήσει την ζήτηση σε σημείο που ο ΟΔΔΗΧ θα χρειασθεί να αναπροσαρμόσει το πρόγραμμά του, όσο αφορά το εύρος των εκδόσεων, για να ικανοποιήσει μεγαλύτερο μέρος της ζήτησης, παρά το γεγονός ότι δεν έχει τέτοιες ανάγκες όσο αφορά την εκτέλεση του Προϋπολογισμού.
Μία δεύτερη συνέπεια είναι δυνατότητα πλέον για μια προσεκτική προώθηση του προγράμματος προεξόφλησης του χρέους που έχει το ΥΠΟΙΚ προς τους Θεσμούς και κυρίως προς το ΔΝΤ.
Δεν αποκλείεται μάλιστα, αν η συμπίεση των αποδόσεων και η άνοδος των τιμών των ελληνικών τίτλων ξεπεράσει κάποια όρια, να επιχειρηθεί και η προεξόφληση μικρών τμημάτων του «θεσμικού» χρέους, με την έγκριση βέβαια του ESM.
H πλέον θετική συνέπεια όμως της χθεσινής απόφασης της ΕΚΤ είναι ότι αυτή η «διασφάλιση» του αξιόχρεου του ελληνικού χρέους, θα συμπαρασύρει προς τα κάτω το κόστος δανεισμού στον ιδιωτικό και τον τραπεζικό τομέα, ο οποίος έτσι κι αλλιώς θα ενισχυθεί παράλληλα και περαιτέρω από το νέο πρόγραμμα των TLTROs.
Γεγονός που θα διευκολύνει τις διεργασίες για τις τιτλοποιήσεις των NPLs στα εν εξελίξει προγράμματα για το 2021 και 2022.