Το Ταμείο Ανάκαμψης, το ΕΣΠΑ της νέας Προγραμματικής Περιόδου, αλλά και οι διαθέσιμοι πόροι αποτελούν εργαλεία που μπορεί να αξιοποιήσει η χώρα μας, ώστε να συμβάλει στην αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, μετατρέποντας παράλληλα την κλιματική κρίση σε ευκαιρία. Αυτό σημείωσε ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Κώστας Σκρέκας, στη χθεσινή δημόσια διαδικτυακή συζήτηση επ΄ αφορμή της δημοσίευσης της μελέτης του ΙΟΒΕ, για λογαριασμό της διαΝΕΟσις, με θέμα τον τομέα ενέργειας στην Ελλάδα.
Σύμφωνα με τον υπουργό, μέσα στο επόμενο 12μηνο θα τεθεί το θεσμικό πλαίσιο για τις ενεργειακό «τοπίο» της επόμενης 10ετίας, με στόχο μία βιώσιμη ανάπτυξη και πυλώνες την προστασία του περιβάλλοντος και την ευημερία των πολιτών. Μάλιστα, όπως συμπλήρωσε, ο σημαντικός ρόλος της ενέργειας στην οικονομία προκύπτει και από την έρευνα του ΙΟΒΕ, σύμφωνα με την οποία ήδη ο συγκεκριμένος κλάδος συμβάλλει στο 4% του ΑΕΠ, ενώ με την επενδυτική «καταιγίδα» που προβλέπεται μπορεί να οδηγήσει σε αύξηση του εγχώριου προϊόντας κατά 2,6 δισ. ευρώ σε ετήσια βάση.
Ο υπουργός σταχυολόγησε τους βασικούς άξονες του ενεργειακού σχεδιασμού, επισημαίνοντας την προώθηση των διμερών συμβολαίων «πράσινης» ηλεκτρικής ενέργειας, τα οποία θα δώσουν τη δυνατότητα στις επιχειρήσεις να προμηθεύονται ρεύμα με σταθερό κόστος, και φιλικό προς το περιβάλλον τρόπο. Μίλησε για την προτεραιοποίηση της αποθήκευσης ηλεκτρικής ενέργειας και των πλωτών αιολικών πάρκων, επισημαίνοντας ότι θα προβλέπονται τεράστια κεφάλαια για το «κύμα» παρεμβάσεων ενεργειακής απόδοσης σε κτίρια και επιχειρήσεις, το οποίο μεταξύ άλλων θα ενισχύσει την ανταγωνιστικότητα των εγχώριων εταιρειών.
«Σύμμαχος» η τεχνολογία
Ο Νίκος Βέττας, Γενικός Διευθυντής ΙΟΒΕ και συντονιστής της ομάδας του Ινστιτούτου που εκπόνησε την έρευνα, επισήμανε πως είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς πώς, έπειτα από την πολυετή κρίση, είναι δυνατόν να ορθοποδήσουν τα ελληνικά νοικοκυριά και επιχειρήσεις, χωρίς ανταγωνιστικό κόστος ενέργειας. Επισήμανε πως η μελέτη προσπαθεί να αποτυπώσει πού βρίσκεται σήμερα ο εγχώριος ενεργειακός κλάδος, σημειώνοντας ότι τα τελευταία χρόνια έχει βελτιώσει τις περιβαλλοντικές της επιδόσεις, με ένα μέρος όμως αυτής της επιτυχίας να οφείλεται στη στασιμότητα της ελληνικής οικονομίας.
Σε αυτό το πλαίσιο, και κοιτώντας μπροστά, μία σημαντική πρόκληση είναι πώς θα μπορέσουν να απεμπλακούν οι περιβαλλοντικές επιπτώσεις από την οικονομική ανάκαμψη. Η δεύτερη πρόκληση είναι πώς θα επιταχυνθεί η ενεργειακή μετάβαση, καθώς πρόκειται να γίνουν πιο φιλόδοξοι οι περιβαλλοντικοί στόχοι της Ε.Ε., στους οποίους θα χρειαστεί να προσαρμοστεί η χώρα μας.
Σύμμαχος σε αυτή την προσπάθεια είναι η πολύ σημαντική πρόοδος της τεχνολογίας, όπως και η συνειδητοποίηση του προβλήματος, σε μία ωστόσο πορεία που ενέχει και κρίσιμες αποφάσεις, καθώς μία αδύναμη οικονομία καλείται να πετύχει απαιτητικούς περιβαλλοντικούς στόχους. Όπως πρόσθεσε, στόχος της μελέτης είναι να συνεισφέρει σε αυτό τον δημόσιο διάλογο.
Δημιουργία 35.00 θέσεων εργασίας
Όπως έχει γράψει το insider.gr, η μελέτη αναλύει τις τις ραγδαίες αλλαγές και προκλήσεις υλοποίησης της δέσμευσης της χώρας μας για μηδενικό ισοζύγιο αερίων του θερμοκηπίου έως το 2050, και με ενδιάμεσο «σταθμό» την επίτευξη των κλιματικών στόχων που θέτει το Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια για την Ενέργεια (ΕΣΕΚ) για το 2030.
Οι απαιτούμενες αλλαγές στο εγχώριο ενεργειακό μίγμα «μεταφράζονται» σε ένα πρόγραμμα επενδύσεων, το οποίο θα μπορούσε να καταστήσει την ενέργεια σημαντικό πυλώνα για ένα νέο βιώσιμο παραγωγικό πρότυπο στην Ελλάδα. Είναι ενδεικτικό ότι, σύμφωνα με τη μελέτη, θα οδηγούσε σε σημαντική ενίσχυση του ΑΕΠ, το οποίο θα αυξανόταν κατά 2,6 δισ. ευρώ σε βάθος δεκαετίας.
Θα οδηγούσε επίσης σε μεγάλη αύξηση της απασχόλησης στη χώρα, ήδη από τα πρώτα έτη της επενδυτικής δραστηριότητας, με σταδιακή περαιτέρω αύξηση και με κορύφωση τους 35.000 περισσότερους απασχολούμενους με την ολοκλήρωση του επενδυτικού προγράμματος.