Μέσα από τις εκτιμήσεις της Κομισιόν, αλλά και από τις τοποθετήσεις των εκπροσώπων των Θεσμών στο συνέδριο των Δελφών καταγράφεται η αισιοδοξία για τις προοπτικές της Ελληνικής οικονομίας. Αλλά και οι μεγάλες προκλήσεις που είναι «μπροστά».
Το πιο μεγάλο στοίχημα είναι να χρησιμοποιηθούν αποτελεσματικά και εμπροσθοβαρώς τα κονδύλια του Σχεδίου Ανάκαμψης τα οποία, μαζί με τις μεταρρυθμίσεις, όπως ανέφερε χαρακτηριστικά ο Ντέκλαν Κοστέλο, που συντονίζει από πλευράς Κομισιόν την αξιολόγηση των Σχεδίων, μπορεί να επιταχύνει το ΑΕΠ από 1% έως και 2% ετησίως.
Αυτή η επιτάχυνση θα είναι σημαντική, ειδικά από το 2022 και μετά. Και τούτο καθώς η ισχυρή ανάπτυξη που βλέπει η Επιτροπή και η κυβέρνηση (κατά 6-6,2% αντίστοιχα το 2022), σε ένα μέρος της είναι προσωρινή: συνδέεται με την επιστροφή του τουρισμού στα προ κρίσης επίπεδα η οποία «στατιστικά» βοηθά σε ένα υψηλό ποσοστό ανόδου του ΑΕΠ, αλλά προσωρινά. Εξ ου και η πρόβλεψη του οικονομικού επιτελείου στο μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα, για σταδιακή επιβράδυνση του ΑΕΠ από το 6,2% το 2022 σε επίπεδα κάτω από 4,5% στη συνέχεια (σ.σ. αλλά και ένα εναλλακτικό «καλό» σενάριο ταχύτερης κατά 1% ανάπτυξης λόγω του Σχεδίου).
Στόχος το 42% να έρθει σε 2 χρόνια
Τα 30,5 δισ ευρώ του Σχεδίου Ανάκαμψης είναι σε μεγάλο βαθμό εμπροσθοβαρή. Αφού το 2026 για όλα τα κράτη-μέλη είναι το έτος στο οποίο θα «συμμαζεύουν» τις εκκρεμότητες. Δηλαδή σε όλα τα κράτη θα διατεθούν σε 6μηνιαίες ισόποσες δόσεις με αρχή το 2ο εξάμηνο του 2021 (αφού έρθει η προκαταβολή του 13%).
Η Επιτροπή κάνει σαφές πως το πιο μεγάλο στοίχημα είναι οι επόμενοι 18 μήνες. Δηλαδή τι θα γίνει έως το τέλος του 2022.
Σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή σχεδόν σε όλα τα κράτη-μέλη το 40% των κονδυλίων αναμένεται να διατεθούν το 2021 -2022. Μάλιστα σε 3 μεγάλες χώρες (στη Γερμανία, στη Γαλλία και στην Ισπανία) έως και το 2022 θα έχει ληφθεί πάνω από το 50% των κονδυλίων.
Στην Ελλάδα, η εκτίμηση για το ποσοστό απορρόφησης των κονδυλίων (σ.σ. σε αντίθεση με το ΕΣΠΑ στο Σχέδιο Ανάκαμψης η απορρόφηση συνδέεται με την πορεία επίτευξης των μεταρρυθμίσεων που εντάσσονται στο σχέδιο και όχι με την πορεία υλοποίησης των έργων) είναι τουλάχιστο 42% την πρώτη διετία. Δηλαδή αναμένονται περίπου 13 δισ. ευρώ, εκ των οποίων τα 7,5-7,9 δισ. ευρώ αναμένονται το 2021 και είναι αυξημένα λόγω της προκαταβολής.
Από το παραπάνω ποσό, τα 7,5 δισ. ευρώ περίπου είναι επιδοτήσεις και τα υπόλοιπα είναι δάνεια. Αν ένα κράτος καταφέρει να πάει πιο γρήγορα στις μεταρρυθμίσεις και ζητήσει πιο μεγάλο ποσό, τότε οι υπόλοιπες 6μηνιαίες δόσεις δεν μειώνονται, αλλά έρχονται πιο «μπροστά».
Το ζήτημα είναι πως η κίνηση που στηρίζει την ανάπτυξη δεν είναι η εν λόγω εισροή των χρημάτων (η οποία εξαρτάται από μεταρρυθμίσεις), αλλά το επόμενο βήμα: η δαπάνη των χρημάτων αυτών για έργα και επενδύσεις. Όσον αφορά στο πόσο γρήγορα θα δαπανηθούν, υπάρχει χρονική υστέρηση, αφού έργα και επενδύσεις πρέπει πρώτα να ωριμάσουν.
Τα στοιχεία της Επιτροπής, δείχνουν πάντως πως η Ελλάδα στο σκέλος των επιδοτήσεων είναι το κράτος με τη δεύτερη υψηλότερη εκτίμηση για δαπάνη πανευρωπαϊκά ως αναλογία του ΑΕΠ.
Υπολογίζεται ότι το 2021 θα καταφέρει να δαπανήσει η χώρα ποσό ίσο με το 0,9% του ΑΕΠ (δηλαδή 1,7 δισ. ευρώ περίπου), και το 2022 πόσο ίσο με το 1,7% του ΑΕΠ (δηλαδή 3,2 δισ. ευρώ).Συνολικά σε 18 μήνες αναμένεται να δαπανηθούν πάνω από 5 δισ. ευρώ.
Η κυβέρνηση βάζει ακόμα πιο ψηλά τον πήχη. Στοχεύοντας (μέσω προχρηματοδότησης από το ΠΔΕ) σε δαπάνες στο σκέλος των επιδοτήσεων από φέτος. Και επιπλέον αυτών σε 10 δισ. ευρώ δαπάνη το 2022 από κοινοτικά κονδύλια (5 δισ. ευρώ περίπου από το Σχέδιο Ανάκαμψης και ακόμη 5 δισ. ευρώ από το ΕΣΠΑ).
Τα στοιχεία για τον τουρισμό και το ΑΕΠ
Η ώθηση του Σχεδίου αλλά και των μεταρρυθμίσεων (που αναμένεται και αυτές να στηρίξουν το ΑΕΠ), μαζί βεβαίως με τα χρήματα που παραδοσιακά δίδονται στη χώρα μέσα από το ΕΣΠΑ και από άλλες πηγές είναι πολύ σημαντικά για να αντισταθμισθεί η ζημία που έχει γίνει από την πανδημία.
Με τον τουρισμό φέτος να αναμένεται να επιστρέψει στο 40%-45% του τζίρου του 2019, αλλά και το 2022 να αποτελεί επίσης ένα δύσκολο έτος.
Η Κομισιόν εκτιμά πως ούτε το 2022 δεν θα γυρίσει η Ελλάδα στα προ πανδημίας επίπεδα στο πεδίο του τουρισμού. Εκτιμά πως τα 40,4 δισ. ευρώ εξαγωγών υπηρεσιών (τουρισμού, μεταφορών κ.λ.π.) που είχε πετύχει η χώρα το 2019 και τα οποία υποχώρησαν στα 22,9 δισ. ευρώ το 2020, αναμένεται να αυξηθούν στα 27,7 δισ. φέτος και 36,3 δισ. ευρώ το 2022.
Υστέρηση υπάρχει και σε άλλα κράτη (όπως στη Γαλλία αν και μικρότερη). Αντιθέτως, χώρες όπως η Κύπρος επιστρέφουν πλήρως στα επίπεδα προ πανδημίας το 2022.
Ωστόσο, καθώς οι εξαγωγές υπηρεσιών είναι τεράστιες για τα δεδομένα της Ελλάδος (λόγω του τουρισμού) επηρεάζουν πολύ το ΑΕΠ. Έτσι, η «αναπήδηση» στο ΑΕΠ το 2022 οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στον τουρισμό.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΕ για την συμβολή κάθε παράγοντα στην άνοδο του ΑΕΠ οι εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών προκάλεσαν πτώση του ΑΕΠ κατά 8,7% το 2020 (λόγω του τουρισμού κυρίως) και θα συνδράμουν σε άνοδο του ΑΕΠ κατά 2,9% φέτος και κατά 5,2% το 2022 (ανακτώντας το πλήγμα του 2019).
Μετά το 2022, η θετική αυτή επίδραση θα «εξισορροπηθεί». Και καθώς οι εξαγωγές αγαθών δεν αναμένεται να έχουν «άλμα», ενώ οι εισαγωγές θα αυξηθούν (για να καλύψουν τις ανάγκες προμήθειας εξοπλισμού για τα έργα), οι εισαγωγές θα επιβραδύνουν το ΑΕΠ κατά 2,9% το 2022.
Πόσο στηρίζει η – μεγάλη – άνοδος των επενδύσεων το ΑΕΠ; Σύμφωνα με τα ίδια στοιχεία κατά 1,9%....
Τα εν λόγω στοιχεία δείχνουν την ανάγκη επιτάχυνσης των μεταρρυθμίσεων και των επενδύσεων εν γένει, εξηγούν αρμόδιες πηγές. Και τούτο για να διατηρηθεί η δυναμική υψηλής ανάπτυξης και να στηριχθεί «ανώδυνα» η μείωση του χρέους και η δημοσιονομική προσαρμογή, όπως «σύστησε» στην ελληνική κυβέρνηση και ο επικεφαλής του ESM Κλάους Ρέγκλινγκ. Βάζοντας παράλληλα στο «τραπέζι», μαζί με τις μεταρρυθμίσεις, και το μέτωπο της γήρανσης του πληθυσμού ως τη 2η πιο μεγάλη πρόκληση για το μέλλον (σ.σ. μία πρόκληση που επικαλείται εδώ και καιρό το ΔΝΤ στις εκθέσεις του).