Η Ελλάδα αντιμετωπίζει υπερβολικές ανισορροπίες και κρίνεται γι' αυτό μέσα από ειδική διαδικασία και έκθεση που αποτιμά την κατάσταση. Σε ανάλογη θέση είναι η Κύπρος αλλά και η Ιταλία με την Επιτροπή να κάνει σαφές πως μόνο η Ελλάδα έχει τόσο πολλά ανοικτά μέτωπα τα οποία φέρουν καίριο πλήγμα στο ΑΕΠ και στη δυνατότητά του να αυξάνεται με ισχυρό ρυθμό ώστε να περιοριστεί «υγιώς» το χρέος.
Τα εν λόγω συμπεράσματα εξηγούν και την πρόβλεψη της Επιτροπής για επιβράδυνση του ΑΕΠ μετά το 2022.
Όπως αναφέρεται στην έκθεση Economic policy coordination in 2021: overcoming COVID-19, supporting the recovery and modernising our economy, που δόθηκε και αυτή σήμερα στη δημοσιότητα από την Επιτροπή, οι ευπάθειες σχετίζονται με το υψηλό δημόσιο χρέος, με το ελλειμματικό εξωτερικό ισοζύγιο της χώρας, με τα υψηλά μη εξυπηρετούμενα δάνεια, αλλά και με ένα πλαίσιο υψηλής ανεργίας και χαμηλής δυνητικής ανάπτυξης.
Επισημαίνεται πως η κρίση COVID-19 διέκοψε τη διαδικασία προσαρμογής που ξεκίνησε τα προηγούμενα χρόνια. Το δημόσιο χρέος αυξήθηκε σημαντικά το 2020 και αναμένεται να μειωθεί μόνο το 2022. Βεβαίως αναφέρεται πως έχει ευνοϊκό προφίλ αποπληρωμής.
Το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών έχει διευρυνθεί και προβλέπεται να παραμείνει μεγάλο, κυρίως λόγω του αντίκτυπου της κρίσης COVID-19 στον σημαντικό για τη χώρα τουριστικό τομέα. Επίσης, «παρά τις σημαντικές μειώσεις των τελευταίων ετών, τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια παραμένουν μεγάλα και αυξάνονται οι κίνδυνοι για την πορεία τους μετά την κατάργηση των προσωρινών μέτρων στήριξης».
Επισημαίνεται επίσης πως η προσπάθεια ενίσχυσης των αναπτυξιακών προοπτικών αντιμετωπίζει προσκόμματα από το εξαντλημένο απόθεμα κεφάλου, από τη γήρανση του πληθυσμού και την φυγή εργατικού δυναμικού στο εξωτερικό για την αναζήτηση εργασίας. Έτσι, «η χαμηλή δυνητική ανάπτυξη επιβαρύνει τη διαδικασία μείωσης του χρέους».