Τους όρους με τους οποίους θα διατεθεί η προκαταβολή αλλά και οι δόσεις των 30,5 δισ. ευρώ που αναλογούν στην Ελλάδα μέσα από το Σχέδιο Ανάκαμψης, αλλά και η κατάσταση την οποία αντιμετωπίζει η ελληνική οικονομία λόγω της πανδημίας περιλαμβάνει η απόφαση 43 σελίδων που χθες ενέκρινε το Ecofin.
Το τελικό κείμενο βασίζεται στην πρόταση της Επιτροπής του Ιουνίου. Δέχεται την βαθμολογία «Α» που έδωσε η Επιτροπή σε όλα τα πεδία πλην της κοστολόγησης, απευθύνοντας εύσημα για την προετοιμασία και για την πληρότητα του σχεδίου. Καταγράφει όλα όσα πρέπει να γίνουν από εδώ και πέρα για να διασφαλισθεί η έλευση των κονδυλίων.
Εξηγεί πως δίνεται το δικαίωμα για τμηματική καταβολή των δόσεων (ανάλογα με τη διαθεσιμότητα που θα έχει η Επιτροπή), ορίζονται οι κανόνες που θα διέπουν την εκταμίευση των κονδυλίων, αλλά και η προκαταβολή: σε 3,96 δισ. ευρώ.
Παράλληλα, καθορίζεται το πως θα γίνει η επαναξιολόγηση του 2022 για το τελικό ποσό που θα μπορεί να πάρει η Ελλάδα με βάση το τελικό πλήγμα της πανδημίας, ενώ ορίζεται πως το ποσό της προκαταβολής θα πρέπει να καταστεί διαθέσιμο για την Ελλάδα με την επιφύλαξη της έναρξης ισχύος της «συμφωνίας χρηματοδότησης» και της δανειακής σύμβασης, δηλαδή με τις συμβάσεις που επιχειρείται να υπογραφούν εντός του Ιουλίου και να οδεύσουν στη Βουλή.
Η απόφαση για την έγκριση της αξιολόγησης του σχεδίου ανάκαμψης και ανθεκτικότητας της Ελλάδας
Στην απόφαση του Ecofin «για την έγκριση της αξιολόγησης του σχεδίου ανάκαμψης και ανθεκτικότητας της Ελλάδας» ορίζονται οι μεταρρυθμίσεις και τα επενδυτικά έργα του Σχεδίου, οι ρυθμίσεις και το χρονοδιάγραμμα παρακολούθησης και υλοποίησης, συμπεριλαμβανομένων των σχετικών οροσήμων και στόχων και των πρόσθετων οροσήμων και στόχων που σχετίζονται με την πληρωμή του δανείου, οι σχετικοί δείκτες εκπλήρωσης των προβλεπόμενων οροσήμων και στόχων, καθώς και οι ρυθμίσεις για την παροχή πλήρους πρόσβασης της Επιτροπής στα σχετικά δεδομένα τεκμηρίωσης.
Στο πεδίο των δανείων, στα συνοδευτικά της απόφασης κείμενα, καταγράφεται η αναφορά που υπάρχει και στο ελληνικό σχέδιο για διασφαλίσεις όσον αφορά στην αποπληρωμή των δανείων που θα διατεθούν.
Η αποτίμηση
Στην απόφαση του Συμβουλίου γίνεται αποτίμηση της κατάστασης από τον COVID-19, αλλά και εκτίμηση του κατά πόσο ενσωματώνονται στο Σχέδιο οι συστάσεις της Επιτροπής. Αποτιμάται πως το Σχέδιο «αντιπροσωπεύει, σε μεγάλο βαθμό (βαθμολόγηση Α), μια ολοκληρωμένη και επαρκώς ισορροπημένη απάντηση στην οικονομική και κοινωνική κατάσταση». Επίσης συμβάλλει κατάλληλα και στους έξι πυλώνες πολιτικής με ευρωπαϊκή σημασία:
α) πράσινη μετάβαση, β) ψηφιακός μετασχηματισμός, γ) έξυπνη, βιώσιμη και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξη, συμπεριλαμβανομένων της οικονομικής συνοχής, της απασχόλησης, της παραγωγικότητας, της ανταγωνιστικότητας, της έρευνας, της ανάπτυξης και της καινοτομίας, και μια εύρυθμα λειτουργούσα εσωτερική αγορά με ισχυρές μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις («ΜΜΕ»), δ) κοινωνική και εδαφική συνοχή, ε) υγεία και οικονομική, κοινωνική και θεσμική ανθεκτικότητα, με σκοπό, μεταξύ άλλων, την αύξηση της ετοιμότητας για την αντιμετώπιση κρίσεων και της ικανότητας αντίδρασης σε κρίσεις, και στ) πολιτικές για την επόμενη γενιά, τα παιδιά και τους νέους, όπως η εκπαίδευση και οι δεξιότητες.
Το Ecofin αποδέχεται επίσης την πρόβλεψη της Επιτροπής πως έχει τη δυνατότητα να αυξήσει το πραγματικό ΑΕΠ της Ελλάδας κατά 2,1 έως 3,3% έως το 2026, χωρίς να συνυπολογίζεται ο πιθανός θετικός αντίκτυπος στις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, ο οποίος μπορεί να είναι σημαντικός.
Επιπλέον, εκτιμά πως αντιμετωπίζει τα κύρια εμπόδια «που επηρεάζουν τη μακροπρόθεσμη ανάπτυξη στην Ελλάδα, ιδίως το σημαντικό επενδυτικό κενό και την ανάγκη βελτίωσης της ποιότητας της εκπαίδευσης, καθώς και της αποτελεσματικότητας και της ποιότητας της δημόσιας διοίκησης και του δικαστικού συστήματος».
Οι 4 άξονες των δανείων
Για τα δάνεια αναφέρεται πως η Ελλάδα αποσκοπεί στην προώθηση των ιδιωτικών επενδύσεων μέσω ενός μηχανισμού δανειοδότησης, στο πλαίσιο του οποίου θα πρέπει να χρησιμοποιούνται οι ακόλουθοι δίαυλοι διανομής:
α) διεθνή χρηματοοικονομικά ιδρύματα, μέσω επιχειρησιακών συμφωνιών·
β) εμπορικές τράπεζες, μέσω ανοικτής πρόσκλησης για επιλογή·
γ) πλατφόρμα ίδιων κεφαλαίων, μέσω σύμβασης εντολής· και
δ) η συνιστώσα κράτους μέλους του InvestEU, μέσω συμφωνίας συνεισφοράς.
«Οι προαναφερθείσες συμφωνίες και η πρόσκληση για την επιλογή εμπορικών τραπεζών θα πρέπει να περιλαμβάνουν διατάξεις σχετικά με τα κριτήρια επιλογής των υποστηριζόμενων εταιρειών» όσον αφορά τη συμμόρφωση με την αρχή της «μη πρόκλησης σημαντικής βλάβης», αναφέρεται.
Η κοστολόγηση
Για την κοστολόγηση αναφέρεται πως «παρασχέθηκε λεπτομερής ανάλυση του κόστους ανά μέτρο, ενώ η μεθοδολογία υπολογισμού του κόστους διαφοροποιείται μεταξύ των μέτρων και η προσέγγιση από τη βάση προς την κορυφή είναι η επικρατούσα. Όσον αφορά τη μεγάλη πλειονότητα των μέτρων, το κόστος αξιολογείται ως εύλογο, βάσιμο, οικονομικά αποδοτικό και ανάλογο. Το ποσό του εκτιμώμενου συνολικού κόστους του ΣΑΑ είναι επίσης ανάλογο με τον αναμενόμενο κοινωνικό και οικονομικό αντίκτυπο των προβλεπόμενων μέτρων, ενώ οι παρεχόμενες αιτιολογήσεις για την αξιολόγηση του κόστους είναι γενικά επαρκείς».
Επισημαίνεται πως «για περιορισμένο αριθμό αξιολογήσεων του κόστους, το κόστος υπερέβη, σε μέτριο βαθμό, το εύρος δαπανών βάσει συγκρίσιμων έργων. Η αξιολόγηση του κόστους πραγματοποιήθηκε από εξωτερικό σύμβουλο και εγκρίθηκε από το εθνικό συμβούλιο παραγωγικότητας της Ελλάδας. Τέλος, το εκτιμώμενο συνολικό κόστος του ΣΑΑ συνάδει με την αρχή της οικονομικής αποδοτικότητας και είναι ανάλογο με τον αναμενόμενο εθνικό οικονομικό και κοινωνικό αντίκτυπο».
Αναφέρεται πως καθορίζεται ένα επιπλέον ορόσημο που απαιτεί τη θέσπιση της νομικής εντολής της Επιτροπής Δημοσιονομικού Ελέγχου και τη συγκρότηση των συστημάτων διαχειριστικού και διαχειριστικού ελέγχου ώστε να μπορεί: α) να διασφαλιστεί η συλλογή δεδομένων και η παρακολούθηση της επίτευξης των οροσήμων και στόχων, β) να παρασχεθεί η δυνατότητα σύνταξης των διαχειριστικών δηλώσεων και της σύνοψης λογιστικού ελέγχου καθώς και των αιτημάτων καταβολής και γ) να καθοριστούν οι αναγκαίες διαδικασίες για τη συλλογή και την αποθήκευση των δεδομένων σχετικά με τους δικαιούχους, τους αναδόχους, τους υπεργολάβους και τους πραγματικούς δικαιούχους.
Θα πρέπει να είναι έτοιμο για το πρώτο αίτημα καταβολής έως τις 30 Σεπτεμβρίου 2021. Θα πρέπει να εκπονηθεί ειδική έκθεση ελέγχου σχετικά με τη συγκρότηση του συστήματος. Στην έκθεση θα πρέπει να αναλύονται τυχόν σχετικές αδυναμίες που διαπιστώθηκαν και τα διορθωτικά μέτρα που ελήφθησαν ή πρόκειται να ληφθούν.
Ορίζεται όμως πως «το σύστημα ελέγχου που ανέπτυξε η Ελλάδα είναι σχεδιασμένο κατά τρόπο συνεκτικό» και σύμφωνο με τους κανόνες της ΕΕ. Επίσης, «το σύστημα εσωτερικού ελέγχου βασίζεται σε άρτιες διαδικασίες και δομές: οι ρόλοι και οι αρμοδιότητες των παραγόντων που είναι αρμόδιοι για τους λογιστικούς και λοιπούς ελέγχους είναι σαφείς, τα σχετικά καθήκοντα ελέγχου είναι δεόντως διαχωρισμένα και έχει διασφαλιστεί η ανεξαρτησία των παραγόντων που εκτελούν τους ελέγχους. Η Επιτροπή Δημοσιονομικού Ελέγχου διενεργεί ελέγχους προκειμένου να διαπιστώσει αν οι φορείς υλοποίησης, οι οποίοι αναμένεται να αναλάβουν τη διαχείριση και υλοποίηση των εγκεκριμένων έργων, εφαρμόζουν διαδικασίες για την πρόληψη, τον εντοπισμό και την αντιμετώπιση της απάτης, της διαφθοράς και των συγκρούσεων συμφερόντων κατά τη χρήση των πόρων».
Η διανομή των κονδυλίων
Τα 30,5 δισ. ευρώ του πακέτου διανέμονται ως εξής:
** Επιδότηση είναι τα 17,769 δισ. ευρώ εκ των οποίων 13,515 δισ. διατίθεται για νομική δέσμευση έως τις 31 Δεκεμβρίου 2022. Εάν από την επικαιροποίηση προκύψει επικαιροποιημένη μέγιστη χρηματοδοτική συνεισφορά για την Ελλάδα ίση με ή μεγαλύτερη από το ποσό των 17,76 δισ. ευρώ διατίθεται το επιπλέον ποσό των 4,254 για νομική δέσμευση από την 1η Ιανουαρίου 2023 έως τις 31 Δεκεμβρίου 2023. Ορίζεται όμως και ότι (σ.σ. πρόκειται για προσθήκη σε σχέση με την πρόταση απόφασης του Ιουνίου) ότι αν από την επικαιροποίηση προκύψει επικαιροποιημένη μέγιστη χρηματοδοτική συνεισφορά για την Ελλάδα μικρότερη από το ποσό των 17,769 δισ. ευρώ, τότε η διαφορά μεταξύ της επικαιροποιημένης μέγιστης χρηματοδοτικής συνεισφοράς και του ποσού των 13,515 δισ. ευρώ είναι το προς διάθεση ποσό για νομική δέσμευση από την 1η Ιανουαρίου 2023 έως τις 31 Δεκεμβρίου 2023.
*** Ποσό 2,31 δισ. από την πλευρά των επιδοτήσεων διατίθεται ως προκαταβολή (13%). Η προχρηματοδότηση και οι δόσεις μπορούν να εκταμιευθούν από την Επιτροπή εφάπαξ ή σε περισσότερες τμηματικές καταβολές. Το ύψος των τμηματικών καταβολών εξαρτάται από τη διαθεσιμότητα χρηματοδότησης. Η προκαταβολή αποδεσμεύεται με την επιφύλαξη της έναρξης ισχύος της συμφωνίας χρηματοδότησης, και σύμφωνα με αυτήν (σ.σ. θα υπογραφεί τις επόμενες ημέρες μεταξύ Κυβέρνησης και Επιτροπής).
***** Η αποδέσμευση των δόσεων των επιδοτήσεων εξαρτάται από τη διαθέσιμη χρηματοδότηση και από απόφαση της Επιτροπής, για το αν η Ελλάδα έχει εκπληρώσει ικανοποιητικά τα σχετικά ορόσημα και τους στόχους που έχουν προσδιοριστεί σε σχέση με την υλοποίηση του Σχεδίου. Για να είναι επιλέξιμη για πληρωμή, η Ελλάδα ολοκληρώνει τα ορόσημα και τους στόχους το αργότερο έως τις 31 Αυγούστου 2026.
*** Στο πεδίο του δανείου η ΕΕ θέτει στη διάθεση της Ελλάδας ποσό ανώτατου ύψους 12,727 δισ. ευρώ. Διατίθεται σε δόσεις. Ποσό ύψους 1,654 είναι η προκαταβολή (το 13% του δανείου). Η προχρηματοδότηση και οι δόσεις μπορούν να εκταμιευθούν από την Επιτροπή εφάπαξ ή σε περισσότερες τμηματικές καταβολές. Το ύψος των τμηματικών καταβολών εξαρτάται από τη διαθεσιμότητα χρηματοδότησης. Ισχύει επίσης ότι η προχρηματοδότηση αποδεσμεύεται με την επιφύλαξη της έναρξης ισχύος της δανειακής σύμβασης και σύμφωνα με αυτήν. Η αποδέσμευση των δόσεων σύμφωνα με τη δανειακή σύμβαση εξαρτάται από τη διαθέσιμη χρηματοδότηση και από απόφαση της Επιτροπής, η οποία λαμβάνεται σύμφωνα με το άρθρο 24 του κανονισμού (ΕΕ) 2021/241, ότι Ελλάδα έχει εκπληρώσει ικανοποιητικά τα πρόσθετα ορόσημα και τους στόχους το αργότερο έως τις 31 Αυγούστου 2026.
Ορίζεται πως ο υπολογισμός της μέγιστης χρηματοδοτικής συνεισφοράς για την Ελλάδα πρέπει να επικαιροποιηθεί έως τις 30 Ιουνίου 2022. Ως εκ τούτου, ποσό που δεν υπερβαίνει τη μέγιστη χρηματοδοτική συνεισφορά θα πρέπει να καταστεί διαθέσιμο για την Ελλάδα για νομική δέσμευση έως τις 31 Δεκεμβρίου 2022. Εφόσον είναι αναγκαίο μετά την επικαιροποίηση της μέγιστης χρηματοδοτικής συνεισφοράς, το Συμβούλιο, μετά από πρόταση της Επιτροπής, θα πρέπει να τροποποιήσει την απόφαση.