Μια παλιά ρήση που εξακολουθεί να ακούγεται στο Γενικό Λογιστήριο του Κράτους (ΓΛΚ), κυρίως από παλιά στελέχη του υπουργείου, είναι η ακόλουθη, «προϋπολογισμός είναι μια 'λίστα με αριθμούς' που γράφεται στο τέλος του χρόνου για να ξαναγραφτεί μετά από λίγους μήνες....».
Παρά το γεγονός ότι με τα μνημόνια οι «αριθμοί» υποχρεώθηκαν να πλησιάσουν την πραγματικότητα περισσότερο παρά ποτέ στην ιστορία του ΓΛΚ, αυτή η λίστα αριθμών παραμένει εξαιρετικά ευάλωτη σε διαψεύσεις από τις πραγματικές και αναπάντεχες τα τελευταία χρόνια εξελίξεις.
Φέτος όμως ο προϋπολογισμός έχει ένα επιπλέον συστημικό πρόβλημα, που μετά από πολλές δεκαετίες επανεμφανίζεται στην εγχώρια οικονομία και ακούει στο όνομα πληθωρισμός.
Η φετινή «λίστα με αριθμούς» που συγκροτούν τον προϋπολογισμό που έχει πάρει τον δρόμο για τη Βουλή έχει ήδη υπονομευθεί, όχι μόνο στις προβλέψεις για το 2022, αλλά - κυρίως - στις προϋποθέσεις για την εκτίμηση των στόχων του 2022.
Στο κείμενο του Προϋπολογισμού τοποθετούνται οι εκτιμήσεις σε ένα πλαίσιο ευρωπαϊκών εξελίξεων στην Ευρωζώνη - της οποίας η εγχώρια οικονομία αποτελεί μέρος – η οποία όμως δεν έχει καμία σχέση με την τρέχουσα πραγματικότητα ή τις ρεαλιστικές εκτιμήσεις για το 2022.
Το κείμενο αναφέρει ότι ο πληθωρισμός στην Ευρωζώνη αναμένεται να διαμορφωθεί σε 2,2% το 2021 για να υποχωρήσει σε 1,7% το 2022 και 1,5% το 2023.
Ήδη όμως ο πληθωρισμός στην Ευρωζώνη βρίσκεται στο 3,4% και αναμένεται να έχει ξεπεράσει το 4,1% - 4,5% μέχρι το τέλος του έτους, ενώ για το 2022, παρά τις υποσχέσεις της ΕΚΤ περί πτωτικής τάσης, η ένταση της συμφόρησης στις διεθνείς τροφοδοτικές αλυσίδες και η συνεχής κατακόρυφη άνοδος στις τιμές ενέργειας και στα βασικά τρόφιμα, προδικάζουν συνέχεια και ένταση των αυξήσεων.
Είναι χαρακτηριστικό ότι στο κείμενο αυτό προβλέπεται ότι «Η μέση τιμή του αργού πετρελαίου εκτιμάται ότι θα υποχωρήσει στα 68,3 δολάρια το βαρέλι το 2022 από 68,7 δολάρια το 2021...».
Την ίδια στιγμή η τρέχουσα τιμή του αργού είναι ήδη στα 85 δολ./βαρέλι με πρόβλεψη να αυξηθεί τουλάχιστον στα 90 μέχρι τέλος του έτους και με το φυσικό αέριο να έχει εκτιναχθεί σε τέτοια ύψη, που το ΥΠΟΙΚ να υποχρεώνεται άρον άρον να εισάγει συστήματα επιδοματικής πολιτικής για να ανακουφίσει τα χαμηλά εισοδήματα που υποχρεούνται να αντιμετωπίσουν αυξήσεις στο ρεύμα από 30% μέχρι και 130%...
Ανάλογης κλίμακας είναι και οι τάσεις στις τιμές των τροφίμων, στα οποία ακόμα δεν έχουν ξεδιπλωθεί οι πραγματικές αυξήσεις, αυτές που έρχονται, καθώς η τροφοδοσία της αγοράς εξαντλεί ακόμα τα τελευταία αποθέματα και δεν έχει αντιμετωπίσει τις ανατιμολογήσεις της νέας τροφοδοσίας.
Άλλωστε μεταξύ των τιμών ενέργειας και των τροφίμων υπάρχει μία άμεση σύνδεση καθώς το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο πέραν του ρόλου τους στην παραγωγή, όσο αφορά την κίνηση των αγροτικών μηχανημάτων και της λειτουργίας φυτωρίων – θερμοκηπίων παραγωγής φρέσκων λαχανικών, αποτελεί την βασική πρώτη ύλη για την παραγωγή της άνυδρης αμμωνίας η οποία παραμένει το βασικό υλικό παραγωγής λιπασμάτων...
Ήδη στην Ολλανδία, μία από τις χώρες με την μεγαλύτερη εξαγωγική δραστηριότητα στα φρέσκα τρόφιμα, έχουν εγκαταλειφθεί μεγάλες εκτάσεις παραγωγής και εξαγωγής φρέσκων λαχανικών λόγω του ασύμφορου πλέον των τιμών παραγωγής.
Την εικόνα συμπληρώνουν οι τελευταίες αυξήσεις στις τιμές παραγωγού μεταξύ 7% και 10% στην Κίνα, στην Ευρώπη και στις ΗΠΑ.
Μέσα σε ένα τέτοιο διεθνές περιβάλλον είναι φανερό ότι τα αναφερόμενα στον Προϋπολογισμό σύμφωνα με τα οποία «Ο ρυθμός πληθωρισμού αναμένεται μετριοπαθώς θετικός στο σύνολο του 2022 (0,8%), επιτρέποντας όφελος σε όρους πραγματικού μέσου μισθού κατά 0,2% σε ετήσια βάση» μοιάζουν να έχουν αντιγραφεί από προϋπολογισμό ψηφισμένο προ... πενταετίας αν όχι περισσότερο.
Στη βάση αυτή είναι μάλλον παράδοξο να διαβάζει κανείς στον Προϋπολογισμό ότι «Η αύξηση της πραγματικής ιδιωτικής κατανάλωσης το 2022 αναμένεται να στηριχθεί στην αύξηση της απασχόλησης κατά 2,7%, με το 80,9% των νέων θέσεων εργασίας να αφορά θέσεις μισθωτής απασχόλησης, αλλά και στην αύξηση του ονομαστικού μέσου μισθού κατά 1,1%, η οποία αναμένεται να ωθήσει τις αμοιβές εξαρτημένης εργασίας κατά 4,1% πάνω από το επίπεδο του 2021...».
Όπως είχε σωστά παρατηρήσει ανώτατο στέλεχος της Κυβέρνησης σε κατ' ιδίαν συζήτηση στο περιθώριο του Eurogroup τον προηγούμενο μήνα, «μέσα σε ένα περιβάλλον που ο πληθωρισμός αυξάνεται είναι δύσκολο να συγκρατηθούν οι απαιτήσεις για αποκατάσταση της απώλειας αγοραστικής δύναμης των εργασιακών αμοιβών ή των συντάξεων... και τότε αυτές οδηγούν στη διατύπωση απαιτήσεων για αυξήσεις και οι απαιτήσεις αυτές εκδηλώνονται στους δρόμους και αρχίζει μία διαδικασία πολιτικής αποσταθεροποίησης...».
Με αυτά τα δεδομένα το ΥΠΟΙΚ αντιμετωπίζει ένα πραγματικό δίλημμα διόρθωσης της «λίστας των αριθμών», πριν αυτή πάει στη Βουλή για να αντιμετωπίσει τα πραγματικά οικονομικά δεδομένα του 2022.