Το γεγονός πως η οικονομία της Ευρωζώνης εξακολουθεί να ανακάμπτει από την ύφεση που προκάλεσε η πανδημία του κορονοϊού επισημαίνει στις φθινοπωρινές προβλέψεις της η Κομισιόν, υπογραμμίζοντας πως η τάση ανάπτυξης της οικονομίας που ξεκίνησε την περασμένη Άνοιξη, συνεχίστηκε με αμείωτη ένταση τους καλοκαιρινούς μήνες, λαμβάνοντας ώθηση από την άρση των περιορισμών και την πρόοδο της εμβολιαστικής εκστρατείας.
Σύμφωνα με την έκθεση με τις φθινοπωρινές προβλέψεις της Κομισιόν, η οικονομία της Ευρωπαϊκής Ένωσης αναμένεται να αναπτυχθεί με ρυθμό 5% για το τρέχον έτος και 4,3% για το 2022, ενώ για το 2023 η Κομισιόν προβλέπει ανάπτυξη 2,5%, παρά τις προκλήσεις που εξακολουθούν να κάνουν αισθητή την παρουσία τους.
Αναφορικά με την Ευρωζώνη, η Κομισιόν προβλέπει ρυθμούς ανάπτυξης αντίστοιχους με αυτούς της ΕΕ για τα έτη 2021 και 2022 και ποσοστό 2,4% για το 2023, ενώ η Επιτροπή εκτιμά πως δύο είναι οι σοβαρότεροι κίνδυνοι που ενδεχομένως να αλλάξουν τα δεδομένα: η εξέλιξη της πανδημίας του κορονοϊού το ερχόμενο χρονικό διάστημα και ο ρυθμός με τον οποίο η προσφορά θα καταφέρει να καλύψει την συσσωρευμένη ζήτηση που ακολούθησε το άνοιγμα των οικονομιών.
Εν συνεχεία, η Επιτροπή υπογραμμίζει το γεγονός πως η ευρωπαϊκή οικονομία συνεχίζει την αναπτυξιακή της πορεία με ταχύτερους ρυθμούς από ό,τι αναμενόταν προηγουμένως, επισημαίνοντας πως η ενίσχυση του ΑΕΠ κατά σχεδόν 14% στο β' τρίμηνο του 2021 αποτέλεσε ιστορικό ρεκόρ, ενώ παράλληλα τονίζεται πως η οικονομία της ΕΕ κατάφερε να «διαγράψει» τις απώλειες που προκάλεσε η πανδημία κατά το γ' τρίμηνο του 2021 και πλέον βρίσκεται σε καλύτερο σημείο από αυτό που βρισκόταν πριν το ξέσπασμα της κρίσης του κορονοϊού.
Σύμφωνα με την φθινοπωρινή έκθεση της Κομισιόν, η εγχώρια ζήτηση αναμένεται να συνεχίσει την ανοδική της πορεία, ξεπερνώντας τα προ-πανδημίας επίπεδα, ενώ εκτιμά πως η βελτίωση της απασχόλησης και η αναμενόμενη μείωση των αποταμιεύσεων θα δώσει νέα ώθηση στις καταναλωτικές δαπάνες.
Εν συνεχεία, η Επιτροπή αναφέρεται στην αύξηση του πληθωρισμού σε υψηλά δεκαετίας και πάνω από τις εκτιμήσεις της αγοράς, τονίζοντας πως αυτό το γεγονός οφείλεται στην ισχυρή ανάκαμψη της οικονομικής δραστηριότητας μετά τα διαδοχικά lockdown που τέθηκαν σε ισχύ τους προηγούμενους μήνες αλλά και στην αύξηση των τιμών της ενέργειας, γεγονός που υποδηλώνει ότι τα σημερινά υψηλά επίπεδα είναι σε μεγάλο βαθμό μεταβατικά.
Η Κομισιόν σημειώνει πως το ποσοστό στο οποίο διαμορφώθηκε ο πληθωρισμός στην ΕΕ (4,1%) τον Οκτώβριο αποτελεί το δεύτερο μεγαλύτερο στην ιστορία από όταν ξεκίνησε η καταγραφή των στοιχείων, ενώ εκτιμά πως στο τρέχον τρίμηνο ο πληθωρισμός θα διαμορφωθεί στο 2,4% για το 2021, πριν ξεκινήσει η σταδιακή αποκλιμάκωσή του κατά το 2022 (2,2%) και το 2023 (1,4%).
Για τον πληθωρισμό στην Ευρωζώνη, η Επιτροπή εκτιμά πως για το 2021 θα διαμορφωθεί στο 2,6%, ενώ θα μειωθεί στο 2,5% το 2022 και στο 1,6% το 2023, καθώς σταδιακά οι τιμές της ενέργειας θα υποχωρούν από τα τωρινά τους επίπεδα.
Η βελτίωση στην αγορά εργασίας αναμένεται να συνεχιστεί
Οι αγορές εργασίας της ΕΕ βελτιώθηκαν αισθητά χάρη στη χαλάρωση των περιορισμών στις δραστηριότητες που σχετίζονται με τους καταναλωτές και τις καταναλώτριες. Το δεύτερο τρίμηνο του τρέχοντος έτους, η οικονομία της ΕΕ δημιούργησε περίπου 1,5 εκατομμύρια νέες θέσεις εργασίας, πολλοί/-ές εργαζόμενοι/-ες εξήλθαν από προγράμματα διατήρησης θέσεων εργασίας και το ποσοστό ανεργίας μειώθηκε. Ωστόσο, η συνολική απασχόληση σε όρους αριθμού εργαζομένων στην ΕΕ εξακολούθησε να είναι 1 % κάτω από το προ πανδημίας επίπεδο.
Έκτοτε, η ανεργία μειώθηκε περαιτέρω. Στο 6,8 %, το ποσοστό ανεργίας στην ΕΕ τον Αύγουστο μόλις υπερέβαινε το ποσοστό που είχε καταγραφεί στο τέλος του 2019. Τα στοιχεία που δημοσιεύτηκαν μετά την καταληκτική ημερομηνία των προβλέψεων δείχνουν περαιτέρω ελαφρά μείωση τον Σεπτέμβριο. Οι έρευνες της Επιτροπής για τις επιχειρήσεις αποκαλύπτουν ότι εμφανίζονται θύλακες ελλείψεων εργατικού δυναμικού, ιδίως σε τομείς όπου η δραστηριότητα παρουσιάζει τη μεγαλύτερη αύξηση. Όσο περισσότερο διαρκούν οι ελλείψεις αυτές, τόσο μεγαλύτερος είναι ο κίνδυνος να μειώσουν τη δραστηριότητα και να τροφοδοτήσουν τον πληθωρισμό μέσω μισθολογικών πιέσεων.
Σύμφωνα με τις προβλέψεις, η απασχόληση στην ΕΕ θα αυξηθεί με ρυθμό 0,8 % εφέτος, 1 % το 2022 και 0,6 % το 2023. Η απασχόληση αναμένεται να υπερβεί το προ κρίσης επίπεδο το επόμενο έτος και να περάσει σε φάση επέκτασης το 2023. Η ανεργία στην ΕΕ προβλέπεται να μειωθεί από 7,1 % φέτος σε 6,7 % και 6,5 % το 2022 και το 2023, αντίστοιχα. Στη ζώνη του ευρώ, σύμφωνα με τις προβολές, θα διαμορφωθεί σε 7,9 %, 7,5 % και 7,3 % κατά την εν λόγω τριετία.
Χαμηλότερα ελλείμματα από τα αναμενόμενα
Οι βελτιωμένες προοπτικές ανάπτυξης υποδηλώνουν χαμηλότερα ελλείμματα το 2021 από ό,τι αναμενόταν την άνοιξη. Αφότου έφτασε το 6,9 % του ΑΕΠ το 2020, το συνολικό έλλειμμα στην ΕΕ αναμένεται να μειωθεί οριακά στο 6,6 % το 2021 λόγω της δημοσιονομικής στήριξης που εξακολουθούσε να είναι υψηλή στις αρχές του έτους.
Καθώς τα μέτρα στήριξης και η λειτουργία των αυτόματων σταθεροποιητών πρόκειται να σταματήσουν εφόσον συνεχίζεται η οικονομική επέκταση, το συνολικό έλλειμμα της ΕΕ προβλέπεται να μειωθεί κατά το ήμισυ φτάνοντας περίπου στο 3,6 % του ΑΕΠ το 2022 και να μειωθεί περαιτέρω στο 2,3 % το 2023.
Αφού έφθασε γύρω στο 92 % στην ΕΕ (99 % στη ζώνη του ευρώ), ο συνολικός δείκτης χρέους προς το ΑΕΠ αναμένεται να σταθεροποιηθεί σε γενικές γραμμές φέτος και να αρχίσει να μειώνεται το 2022, φτάνοντας στο 89 % του ΑΕΠ το 2023 (97 % στη ζώνη του ευρώ).
Η αβεβαιότητα και οι κίνδυνοι όσον αφορά τις προοπτικές ανάπτυξης παραμένουν πολύ υψηλοί
Μολονότι ο αντίκτυπος της πανδημίας στην οικονομική δραστηριότητα έχει εξασθενήσει σημαντικά, η νόσος COVID-19 δεν έχει ακόμη νικηθεί και η ανάκαμψη εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την εξέλιξή της, τόσο εντός όσο και εκτός της ΕΕ. Δεδομένου ότι τα κρούσματα αυξάνονται σε πολλές χώρες τελευταία, δεν μπορεί να αποκλειστεί η επαναφορά περιορισμών με αντίκτυπο στην οικονομική δραστηριότητα. Στην ΕΕ, ο κίνδυνος αυτός είναι ιδιαίτερα σημαντικός στα κράτη μέλη με σχετικά χαμηλά ποσοστά εμβολιασμού.
Οι οικονομικοί κίνδυνοι συνδέονται επίσης με τον δυνητικά παρατεταμένο αντίκτυπο των σημερινών περιορισμών και εμπλοκών στον εφοδιασμό.
Ο κυριότερος ανοδικός κίνδυνος όσον αφορά τις προοπτικές ανάπτυξης σχετίζεται με πιθανή βελτίωση της αποτελεσματικότητας και πρόοδο της βιώσιμης παραγωγικότητας λόγω των διαρθρωτικών αλλαγών που προκαλεί η πανδημία. Οι επενδύσεις που προωθεί ο Μηχανισμός Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας και οι συνοδευτικές διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις θα είναι καθοριστικής σημασίας στο πλαίσιο αυτό. Συνολικά, η ισορροπία των κινδύνων που περιβάλλουν αυτή την πρόβλεψη παρουσιάζει τάση επιδείνωσης.
Ο πληθωρισμός μπορεί να αποδειχθεί υψηλότερος από τον προβλεπόμενο, εάν οι περιορισμοί στον εφοδιασμό διαρκέσουν περισσότερο και εάν αύξηση των μισθών μεγαλύτερη από την παραγωγικότητα μετακυλιστεί στις τιμές καταναλωτή.
Ο Βάλντις Ντομπρόβσκις, Εκτελεστικός Αντιπρόεδρος για μια Οικονομία στην Υπηρεσία των Ανθρώπων, δήλωσε: «Η ευρωπαϊκή οικονομία ανακάμπτει έντονα από την ύφεση, με προβλεπόμενο ρυθμό ανάπτυξης 5 % εφέτος. Τα μέτρα που λάβαμε για να μετριαστούν οι επιπτώσεις της πανδημίας και να εντατικοποιηθούν οι εμβολιασμοί σε ολόκληρη την ΕΕ συνέβαλαν σαφώς στην επιτυχία αυτή. Ωστόσο, δεν είναι καιρός για εφησυχασμό: αυτός ο ιός εξακολουθεί να μας προκαλεί αβεβαιότητα και πρέπει να αγωνιστούμε κατά ορισμένων κινδύνων.
Μεταξύ άλλων, πρέπει να αντιμετωπίσουμε τις εμπλοκές στις αλυσίδες εφοδιασμού, καθώς και την αύξηση των τιμών της ενέργειας, η οποία θα επηρεάσει πολλά νοικοκυριά και επιχειρήσεις σε ολόκληρη την Ευρώπη. Πρέπει επίσης να παρακολουθούμε στενά τον πληθωρισμό και, εάν χρειαστεί, να προσαρμόσουμε τις πολιτικές μας. Για να επιτευχθούν οι στόχοι μας, πρέπει τώρα να επικεντρωθούμε στην υλοποίηση επενδύσεων και μεταρρυθμίσεων που έχουν προγραμματιστεί στο πλαίσιο του Μηχανισμού Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας για την ενίσχυση του οικονομικού μας δυναμικού».
Ο Πάολο Τζεντιλόνι, Επίτροπος Οικονομίας, δήλωσε: «Η ευρωπαϊκή οικονομία μεταβαίνει από την ανάκαμψη προς την επέκταση, αντιμετωπίζει όμως τώρα ορισμένα προβλήματα. Μια πρωτοφανής πολιτική απόκριση μετρίασε τον αντίκτυπο της νόσου COVID-19 στους εργαζομένους και τις επιχειρήσεις και μια επιτυχημένη εκστρατεία εμβολιασμού κατέστησε δυνατή την επαναλειτουργία των οικονομιών μας από την άνοιξη. Τούτο έχει προκαλέσει αύξηση της ανάπτυξης, η οποία με τη σειρά της συμβάλλει στη σταθεροποίηση των δημόσιων οικονομικών μας.
Και με τη στήριξη του NextGenerationEU, οι δημόσιες επενδύσεις αναμένεται να φθάσουν στο υψηλότερο επίπεδό τους σε διάστημα μεγαλύτερο της δεκαετίας. Υπάρχουν τρεις βασικές απειλές για αυτήν τη θετική εικόνα: σημαντική αύξηση των κρουσμάτων COVID, οξύτερη σε περιοχές όπου οι εμβολιασμοί είναι σχετικά χαμηλοί· αύξηση του πληθωρισμού, η οποία οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στην αύξηση των τιμών της ενέργειας· και διαταραχές στην αλυσίδα εφοδιασμού που επιβαρύνουν πολυάριθμους τομείς. Πρέπει να παραμείνουμε σε εγρήγορση και να ενεργήσουμε όπως απαιτείται για να διασφαλίσουμε ότι οι εν λόγω αντιξοότητες δεν θα πλήξουν την ανάκαμψη».