Λόγω «της συνεχιζόμενης άνισης πρόσβασης σε εμβόλια (παγκοσμίως) και της πιθανότητας για νέες μεταλλάξεις, παραμένει ασαφές εάν η πιο οξεία φάση της κρίσης Covid-19 είναι πίσω μας» προειδοποιούσε πριν από λίγες ημέρες ο ESM σε έκθεσή του για τα μέτρα στήριξης από την πανδημία στην οποία μάλιστα ανέφερε πως η Ελλάδα έχει ήδη πάρει το 3ο πιο μεγάλο πακέτο ανά την ΕΕ. Η μετάλλαξη Όμικρον έφτασε στην Ευρώπη προκαλώντας συναγερμό σε υγειονομικό, πολιτικό αλλά και οικονομικό επίπεδο, με μίνι «κραχ» στις αγορές την Παρασκευή, αλλά και με νέα περιοριστικά μέτρα που ξεκίνησαν να λαμβάνουν οι χώρες ανά την Ευρώπη.
Υπό αυτές τις συνθήκες την Τρίτη η προγραμματισμένη (με άλλη επίσημη ατζέντα) συνάντηση των εκπρόσωπων των υπουργών οικονομικών της Ευρωζώνης (σε επίπεδο Euro Working Group) θα κάνει, μοιραία, έναν πρώτο απολογισμό, χωρίς να έχει σαφή υγειονομική εικόνα. Η συνάντηση γίνεται στον απόηχο της συγκρότησης της νέας γερμανικής κυβέρνησης (σ.σ. η οποία ωστόσο σύμφωνα με πληροφορίες δεν θα εκπροσωπείται ακόμα επισήμως), προκειμένου να ετοιμάσει το Eurogroup της 6ης Δεκεμβρίου. Με την Αθήνα να περιμένει την έγκριση του επόμενου πακέτου «δόσεων», αλλά και τα επόμενα «μηνύματα» για το πώς μπορεί να διευκολυνθεί για περαιτέρω μέτρα στήριξης (αν χρειαστούν) για τις 2 παράλληλες κρίσεις (την ενεργειακή που συνεχίζει να εντείνεται, αλλά και της υγειονομικής κρίσης που επίσης κλιμακώνεται).
Πηγές των Βρυξελλών εξηγούν ότι η εμπειρία των τελευταίων περιοριστικών μέτρων δείχνει ότι η οικονομία προσαρμόζεται. Και αυτό φαίνεται από την ταχύτητα ανάκαμψης. Με άλλα λόγια, οι επιπτώσεις στην οικονομία από τα μέτρα αποστασιοποίησης φάνηκε πως όσο περνά ο χρόνος είναι και πιο μικρές. Αιτιολογούν οι ίδιες πηγές με τη θέση αυτή και την πολιτική σταδιακής απόσυρσης των μέτρων στήριξης και χρηματοδότησης, από εδώ και πέρα, της ανάκαμψης.
Ωστόσο, γίνεται σαφές και στα κείμενα που δόθηκαν στη δημοσιότητα την προηγούμενη εβδομάδα στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου, πως τα μέτρα στήριξης θα πρέπει να συνεχιστούν, όσο υπάρχουν περιορισμοί (με στοχευμένο τρόπο για όσους πλήττονται). Και τούτο αντανακλάται στην πορεία των διαπραγματεύσεων και για τα πρωτογενή πλεονάσματα, αλλά και στο πως τελικά θα διανεμηθεί η «πίτα» των κοινοτικών κονδυλίων που έχουν ήδη αποφασιστεί σε Ευρωπαϊκό επίπεδο με βάση τα δεδομένα όμως το 2020.
Αρμόδιες για τα κονδύλια της ΕΕ πηγές υπενθυμίζουν πως η Κομισιόν έχει ουσιαστικά έχει ήδη «μεταφέρει» για την άνοιξη-καλοκαίρι του 2022 τη διανομή των «δόσεων» όχι μόνο από το Ταμείο Ανάκαμψης της ΕΕ (που τροφοδοτεί το Ελλάδα 2.0), αλλά και από το νέο ΕΣΠΑ. Υπενθυμίζουν επίσης, πως στο υφιστάμενο ΕΣΠΑ δόθηκε μεν το 2020 η δυνατότητα να διατεθεί και για μέτρα στήριξης από την Πανδημία (το ποσό που εγκρίθηκε ξεπερνά τα 9 δισ. ευρώ μαζί με το React EU), αλλά πλέον τα περιθώρια κονδυλίων προς διάθεση έχουν μηδενιστεί. Από την άλλη πλευρά το νέο ΕΣΠΑ προς το παρόν δεν υπάρχει τέτοια δυνατότητα (με βάση τους ευρωπαϊκούς κανόνες), καθώς ο σχεδιασμός του είναι καθαρά επενδυτικός (με έμφαση μάλιστα στην πράσινη και ψηφιακή μετάβαση). Ακόμα πιο ανελαστική είναι η κατανομή στο Σχέδιο Ανάκαμψης για συγκεκριμένες επενδύσεις και μεταρρυθμίσεις με ορίζοντα ολοκλήρωσης το 2026. Επιπλέον η Επιτροπή πρόσφατα παράτεινε την «ελευθερία» για μέτρα στήριξης έως τον Ιούνιο του 2022 αλλά χωρίς προφανώς να υπάρξουν νέα κονδύλια.
Στο πεδίο των δημοσιονομικών κανόνων, οι πολιτικές αποφάσεις προς το παρόν προσδιορίζονται για το δεύτερο εξάμηνο του 2022 (με δεδομένο ότι το ταχύτερο δυνατό τον Απρίλιο θα υπάρχει νέα κυβέρνηση στη Γαλλία). Προς το παρόν υπάρχουν μόνο οι προτάσεις εκ μέρους του ESM, αλλά όχι της Κομισιόν η οποία θα πρέπει να κάνει έως τον Μάρτιο το πρώτο βήμα των «συστάσεων» για την επαναφορά σε πλεονάσματα το 2023.
Οι κυβερνήσεις με άλλα λόγια έχουν δυνητικά το περιθώριο για μέτρα στήριξης- και για φέτος και για το 2022 (με τη λογική της παραμονής σε ισχύ της διαφυγής) - χωρίς όμως να ξέρουν τι θα τους ζητηθεί για το 2023…
Προς το παρόν η «επίσημη» θέση είναι πως η ρήτρα διαφυγής τελειώνει στο τέλος του 2022. Η Επιτροπή στην ανάλυση βιωσιμότητας χρέους που περιλαμβάνει στην τελευταία έκθεση για την Ελλάδα, αποδέχεται πάντως πως το 2023 το πλεόνασμα δεν θα έχει «επιστρέψει» στον μακροχρόνιο στόχο του 2,2% του ΑΕΠ που υπολογίζει στο σενάριο βάσης (σ.σ. διατηρώντας τη μακροπρόθεση υπόθεση που είχε κάνει το 2018). Και με βάση αυτήν την υπόθεση πλεονασμάτων εκτιμά πως η επιστροφή του χρέους σε επίπεδα κάτω του 60% θα γίνει πολύ πιο αργά από ότι «λέει» το κριτήριο του 1/20ου απομείωσης ετησίως (που είναι και το πλέον επίμαχο θέμα των δημοσιονομικών κανόνων).
Βεβαίως, υπάρχουν πολύ πιο «δύσκολοι» στόχοι, με τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας (ESM) στο πακέτο προτάσεών του για αλλαγές στους κανόνες να εκτιμά (ως μέσω πίεσης για τις αλλαγές που προτείνει) πως με βάση τα σημερινά δεδομένα η Ελλάδα πρέπει να «παράγει» πλεονάσματα στο 6% του ΑΕΠ.
Οι υγειονομικές και οι ενεργειακές εξελίξεις μένει να φανεί πως θα προσαρμόσουν τη στάση θεσμών και κρατών, εξηγούν αρμόδιες πηγές. Εν αναμονή και των πρώτων δειγμάτων γραφής από την στάση της Γερμανίας.