Το «νέο οικονομικό μοντέλο» του Τούρκου προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν έριξε την οικονομία της χώρας στα… Τάρταρα, και «εξαφάνισε» παραδοσιακά προϊόντα διατροφής από τα τραπέζια των νοικοκυριών.
Το παραπάνω επισημαίνει δημοσίευμα του CNBC αναφέροντας συγκεκριμένα το παράδειγμα του δαμάσκηνου. Αυτό που κάποτε δεν έλειπε από τα τούρκικα σπίτια και συμβόλιζε τον ερχομό της άνοιξης, τώρα έχει γίνει δυσεύρετο αγαθό. Με την τιμή του να φτάνει πλέον στις 750 τουρκικές λίρες (47 με 51 δολάρια), είναι εξαιρετικά δυσπρόσιτο πλέον για τους πολίτες μιας χώρας όπου ο κατώτατος μισθός κινείται περί των 290 δολαρίων.
Το «νέο οικονομικό μοντέλο»
Από την ώθηση της τουρκικής οικονομίας των πρώτων ετών της διακυβέρνησης Ερντογάν από το 2002, η Τουρκία πλέον «βολοδέρνει» σε έναν κυκεώνα υποτίμησης του νομίσματος της κι ενός γιγάντιου πληθωρισμού, που έχει φέρει το φάσμα της πείνας να επικρέμεται πάνω από την χώρα.
Στον πυρήνα αυτής της συνθήκης, βρίσκεται η πρωτότυπη σύλληψη από πλευράς του Τούρκου προέδρου, για το «νέο οικονομικό μοντέλο», ήτοι για την μείωση των επιτοκίων αναφοράς με στόχο την συγκράτηση του πληθωρισμού – μια «ιδέα» που αντιβαίνει σε κάθε οικονομική θεωρία.
«Θα άρουμε αυτή τη μάστιγα των επιτοκίων από τις πλάτες των ανθρώπων. Σίγουρα δεν μπορούμε να επιτρέψουμε ο λαός μας να συντρίβεται από τα επιτόκια», δήλωνε ο Ερντογάν στους βουλευτές του AKP τον Νοέμβριο.
Mια «επώδυνη» νομισματική πολιτική
Η τουρκική οικονομία υποφέρει ως αποτέλεσμα της νομισματικής πολιτικής, αναφέρει στο CNBC ο Τούρκος οικονομολόγος Αρντά Τουντσά.
«Το πραγματικό κατά κεφαλήν εισόδημα έχει συρρικνωθεί τα τελευταία επτά με οκτώ χρόνια και η αγοραστική δύναμη εξασθενεί τρομερά. Το πιο σημαντικό σημείο είναι ότι δεν γίνεται τίποτα για να αποτραπεί η άνοδος του πληθωρισμού».
Ο Ταγίπ Ερντογάν άσκησε τρομακτικές πιέσεις στους παραδοσιακά ανεξάρτητους διοικητές της Κεντρικής Τράπεζας, να εφαρμόσουν το «νέο οικονομικό μοντέλο» του μειώνοντας τα επιτόκια και απομάκρυνε όσους αντιστάθηκαν. Η κεντρική τράπεζα άρχισε να μειώνει τα επιτόκια τον Σεπτέμβριο από 19%, παρά τον υψηλό πληθωρισμό, ο οποίος τότε ήταν ακόμα κάτω από το 20%. Το ποσοστό ανέρχεται πλέον στο 14%.
Στο μεταξύ, η λίρα έχει χάσει περισσότερο από το 60% της αξίας της έναντι του δολαρίου μέσα σε μόλις έξι μήνες.
Δεδομένου ότι η αγροτική βιομηχανία της Τουρκίας εισάγει μια σειρά ειδών από σπόρους έως λιπάσματα σε δολάρια, η υποτίμηση της λίρας μεταφράστηκε σε υψηλές τιμές τροφίμων για τα νοικοκυριά. Τα στοιχεία του δείκτη τιμών καταναλωτή της Τουρκίας για τα τρόφιμα και τα μη αλκοολούχα ποτά παρουσίασαν αύξηση 70,3% σε ετήσια βάση για τον Μάρτιο.
Αν και η Τουρκία έχει εύφορη γη για καλλιέργειες, εξαρτάται από τις αγροτικές εισαγωγές.
«Η υφιστάμενη κυβέρνηση δεν ανοίγει το δρόμο στους τοπικούς κατασκευαστές και παραγωγούς για να αναπτύξουν τις δυνατότητές τους στην κατασκευή και την παραγωγή», δήλωσε ο Τουντσά.
Δεν υπάρχουν σχέδια για αύξηση των επιτοκίων
Ενόψει των εκλογών του 2023, το AKP και οι αξιωματούχοι του δεν έχουν εκφράσει σχέδια για αύξηση των επιτοκίων.
Ο Τουντσά είπε ότι ενώ οι βραχυπρόθεσμες αλλαγές μπορούν να ανακόψουν την «αιμορραγία» της οικονομίας προς το παρόν, θα χρειαστούν ακόμα περισσότερα: «Η Τουρκία έχει ανάγκη από διαρθρωτικές αλλαγές για δεκαετίες. Ο μόνος τρόπος για να αναθεωρηθούν οι οικονομικές πολιτικές της Τουρκίας με στόχο την ανάπτυξη είναι μια νέα εργαλειοθήκη που θα έχει την ικανότητα να εκσυγχρονίσει την οικονομία», προσέθεσε.
Σε πρόσφατη ομιλία του, ο πρόεδρος Ερντογάν παραδέχτηκε ότι η αύξηση του παγκόσμιου κόστους ενέργειας και τροφίμων έχει πλήξει την Τουρκία, χωρίς να κάνει καμία συσχέτιση με τα επιτόκια. Αντ’ αυτού, έχει διαμηνύσει ότι η κυβέρνηση του θα καταστείλει όσους αυξάνουν τις τιμές.
«Ο πληθυσμός της Τουρκίας άνω των 40 ετών βίωσε τη σοβαρότητα των στρεβλώσεων στην εισοδηματική ισότητα. Ωστόσο, οι νεότερες γενιές γίνονται μάρτυρες τόσο υψηλών επιπέδων για πρώτη φορά», είπε ο Τουντσά.