Δύο μεγάλα σε σημασία αλλά και σε συνολικό προϋπολογισμό οδικά έργα, καθώς προσεγγίζουν τα 700 εκατ. ευρώ, βρίσκονται στον «προθάλαμο» της έγκρισης για να προχωρήσουν με το μοντέλο ΣΔΙΤ. Πρόκειται για την αναβάθμιση του οδικού άξονα «Θεσσαλονίκη – Έδεσσα», ύψους περίπου 420 εκατ. ευρώ και την αναβάθμιση οδικού άξονα «Δράμα – Αμφίπολη» με προϋπολογισμό περί τα 275 εκατ. ευρώ. Για τα δύο αυτά έργα, για τα οποία αναθέτουσα αρχή είναι η Γενική Γραμματεία Υποδομών, το αρμόδιο υπουργείο Υποδομών και Μεταφορών τα έχει ψηλά στην ατζέντα του για να προχωρήσουν δίνοντας λύσεις στη Βόρεια Ελλάδα.
Μάλιστα, πληροφορίες του insider.gr αναφέρουν ότι για το project «Δράμα – Αμφίπολη» η πρόταση υπαγωγής του έργου βρίσκεται στο τελικό στάδιο επεξεργασίας από τους Συμβούλους και προσεχώς, ίσως και εντός του Μαΐου, αναμένεται να υποβληθεί στη Γενική Γραμματεία ΣΔΙΤ, ενώ για το πρώτο έργο, το «Θεσσαλονίκη – Έδεσσα», πρέπει να αναφερθεί ότι η πρόταση υπαγωγής του έργου έχει ήδη υποβληθεί στη Γενική Γραμματεία ΣΔΙΤ.
Όσον αφορά στο οδικό έργο «αναβάθμιση οδικού άξονα Θεσσαλονίκη – Έδεσσα» (419 εκατ. ευρώ), συνοπτικά αφορά στην αναβάθμιση του οδικού άξονα συνολικού μήκους περίπου 80 χλμ. που σήμερα περιλαμβάνει τμήματα με ανεπαρκή διαμόρφωση, μεγάλες κατά μήκος κλίσεις, ανεπαρκείς οδικές διατομές, κακή ορατότητα, και πολύ συχνά διέρχεται μέσω πόλεων. Η περιοχή στην οποία θα εκτελεστεί το έργο εκτείνεται από το νομό Θεσσαλονίκης έως και το νομό Πέλλας και οι παρεμβάσεις θα αφορούν σε 25 χλμ., ενώ στη σύμβαση θα προβλέπεται η συντήρηση και λειτουργία για το συνολικό μήκος του οδικού άξονα.
Το έργο αναμένεται να αναβαθμίσει την ασφάλεια των μεταφορών και μειώσει σημαντικά τον χρόνο ταξιδιού κατά 6 έως 8 λεπτά για τις διαδρομές Θεσσαλονίκη- Γιαννιτσά και Θεσσαλονίκη - Σκύδρα και 10 λεπτά για τη διαδρομή Θεσσαλονίκη - Έδεσσα. Τα έργα αυτά ενισχύουν τη θέση και το ρόλο της Θεσσαλονίκης και της Μακεδονίας μας στην ευρύτερη περιοχή, τον τουρισμό, τη διάθεση των αγροτικών προϊόντων. Ο άξονας Θεσσαλονίκη – Έδεσσα διευκολύνει τη σύνδεση του σιδηροδρομικού σταθμού και του λιμανιού της Θεσσαλονίκης με τις γειτονικές περιοχές.
Σε σχέση με την «αναβάθμιση οδικού άξονα Δράμα – Αμφίπολη», το έργο αφορά στην αναβάθμιση της Εθνικής Οδού Δράμας – Αμφίπολης, είτε με αποκατάσταση και διαπλάτυνση τμημάτων της υπάρχουσας οδού είτε με κατασκευή εντελώς νέων τμημάτων κατά μήκος του τμήματος από Παλιοκώμη σε Μαυρολεύκη, και από Μαυρολεύκη σε Δράμα συνολικού μήκους 43 χλμ. Συγκεκριμένα, η κύρια αρτηρία θα αναβαθμιστεί σε αυτοκινητόδρομο με αποκατάσταση της υπάρχουσας οδοποιίας για περίπου 13,5 χλμ. και κατασκευή περίπου 29,5 χλμ. νέων τμημάτων. Τα κύρια χαρακτηριστικά του έργου περιλαμβάνουν την αναβάθμιση της κύριας αρτηρίας, την κατασκευή δύο νέων τμημάτων και τη σύνδεση με τις υφιστάμενες οδούς με 9 κόμβους. Στη σύμβαση θα προβλέπεται η λειτουργία και συντήρηση του οδικού άξονα μήκους 43 χλμ., για περίοδο 27 ετών που θα εκκινεί μετά την τριετή κατασκευαστική περίοδο του έργου.
Σύμφωνα με το υπουργείο, αναφορικά με το οδικό έργο που έχει χαρακτηριστεί ως Εθνικού Επιπέδου, η ένωση της Δράμας με τις γύρω μεγάλες πόλεις με ένα σύγχρονο και ασφαλή οδικό άξονα, όπως είναι η Εγνατία Οδός, αποτελεί ένα χρόνιο πρόβλημα για όλους τους διερχόμενους οδηγούς, αλλά και όσους εισέρχονται στη χώρα μας από τα βόρεια σύνορά. Η δε επίλυσή του με την κατασκευή ενός καινούριου και βασισμένου στα σύγχρονα πρότυπα κάθετου οδικού άξονα, αφενός θα εξυπηρετήσει τους πολίτες, αφετέρου θα διευκολύνει την μετακίνηση εισαγόμενων και εξαγόμενων εμπορικών προϊόντων, μιας και αποτελεί τον οδικό δίαυλο επικοινωνίας με τα μεγάλα αστικά κέντρα και λιμάνια της χώρας. Επιπλέον θα μειώσει το χρόνο μετακίνησης, αλλά και θα εξασφαλίσει μια πιο ασφαλή διέλευση των οχημάτων, εφόσον αυτά δε θα διέρχονται μέσω κατοικημένων περιοχών.
Αξίζει να αναφέρουμε ότι μόλις πρόσφατα ο υφυπουργός Υποδομών, Γ. Καραγιάννης, αναφέρθηκε στα δύο αυτά οδικά ΣΔΙΤ που εντάσσονται στο «πακέτο» των μεγάλων projects που προχωρούν με το μοντέλο αυτό (χωρίς διόδια), επισημαίνοντας «ότι με τη μέθοδο των ΣΔΙΤ μοχλεύονται ιδιωτικά κεφάλαια, συνδέεται η αποπληρωμή του έργου με ταυτόχρονη διασφάλιση παροχής ποιοτικών υπηρεσιών καθ’ όλη τη διάρκεια της σύμβασης, επιταχύνονται οι χρόνοι ολοκλήρωσης της διαγωνιστικής διαδικασίας και της υλοποίησης των έργων, ενώ μετακυλίεται η διαχείριση των κινδύνων στον ιδιώτη».