Bραδύτερη άνοδο του ΑΕΠ κατά 2,8% φέτος και κατά 2,5% το 2023, αλλά και υψηλές πληθωριστικές πιέσεις της τάξης του 8,8% το 2022 σε επίπεδο εναρμονισμένου δείκτη τιμών και του 3,4% το 2023, προβλέπει ο ΟΟΣΑ στο νέο Economic Outlook, εκτιμώντας πως το έλλειμμα στο εξωτερικό ισοζύγιο της χώρας (ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών) θα διευρυνθεί στο 7,7% του ΑΕΠ φέτος και στο 7,6% το 2023.
Σε δημοσιονομικό επίπεδο ο Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης εκτιμά πως θα υπάρξει μεγάλη αποκλιμάκωση του χρέους έως το 2023 στο 2,8% του ΑΕΠ, ενώ αναμένει περιστολή των δημοσιονομικών ελλειμμάτων με τόκους προς το 1,1% του ΑΕΠ το 2023. Όπως αναφέρεται στην έκθεση, τα κρατικά έσοδα ενισχύονται από την αύξηση των τιμών και την ανάκαμψη. Ετσι, θα βοηθήσουν την κυβέρνηση να επιστρέψει τον προϋπολογισμό σε πρωτογενές πλεόνασμα το 2023.
Ο ΟΟΣΑ εκτιμά πως η διασφάλιση ότι τα μέτρα στήριξης είναι προσωρινά και στοχεύουν μόνο σε ευάλωτα νοικοκυριά και όχι σε επιδότηση τιμών θα βελτίωνε περαιτέρω τη δημοσιονομική βιωσιμότητα. Κάτι που μαζί με μεγαλύτερη πρόοδο στο πεδίο των μη εξυπηρετούμενων δανείων θα στηρίξει την επιστροφή της Ελλάδας σε επενδυτική βαθμίδα, βελτιώνοντας την πρόσβαση στη χρηματοδότηση. Επιπλέον, η βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης και η ανάπτυξη ανανεώσιμων πηγών θα υποστηρίξουν – και αυτές - τη μακροπρόθεσμη ενεργειακή ασφάλεια και βιωσιμότητα.
Έμφαση δίνεται επίσης σε στοχευμένα μέτρα. Ειδικότερα, ο Οργανισμός συστήνει την ανάπτυξη συστήματος καθορισμού των μισθών με ευρεία διαπραγμάτευση των εταίρων «αντί να βασίζονται σε διοικητικές προσαρμογές» αλλά και επέκταση των σχεδίων Εξοικονομώ για να αντιμετωπίσει τα υψηλά ποσοστά ενεργειακής φτώχειας.
Όπως αναφέρει στην έκθεση, οι αυξανόμενες παγκόσμιες τιμές, η αυξημένη αβεβαιότητα και οι αυστηρότερες νομισματικές συνθήκες θα αντισταθμιστούν εν μέρει από τις εκταμιεύσεις του ελληνικού Σχεδίου Ανάκαμψης, τη δημοσιονομική στήριξη σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις και την αύξηση των εξαγωγών και των επενδύσεων. Η αύξηση της απασχόλησης αναμένεται να σταματήσει προσωρινά, καθώς οι εργοδότες αντιμετωπίζουν μεγαλύτερη αβεβαιότητα, δυσκολίες στην πρόσληψη εργαζομένων με σχετικές δεξιότητες και αυξανόμενους μισθούς.
Εκτιμά πάντως πως παρά την πίεση από πλευράς προσφοράς (π.χ. ενέργειας, εμπορευμάτων), η δημιουργία πλεονάζουσας παραγωγικής ικανότητας θα μειώσει τις πιέσεις στις τιμές.
Στα 5,4 δισ. το κόστος των μέτρων στήριξης
Ο ΟΟΣΑ αναφέρει πως η Ελλάδα είναι κατά κύριο λόγο εκτεθειμένη στον πόλεμο στην Ουκρανία μέσω των εισαγωγών ενέργειας από τη Ρωσία, που ισοδυναμούν με το 30% της συνολικής της κατανάλωσης. Εξηγεί πως η κυβέρνηση σχεδιάζει να επιτύχει πρωτογενές πλεόνασμα το 2023, αν και προβλέπει βραδύτερη δημοσιονομική εξυγίανση από ό,τι στα τέλη του 2021 και περιγράφει τις παρεμβάσεις για μείωση σε φόρους και σε εισφορές κοινωνικής ασφάλισης, αλλά και στον ΕΝΦΙΑ.
Επίσης, εκτιμά το συνολικό κόστος για το 2022 σε 5,4 δισεκατομμύρια ευρώ (2,7% του ΑΕΠ) τον Μάιο του 2022, ενώ προβλέπει πως η κρίση ενέργειας ενδέχεται να επεκταθεί έως το 2023 μετά το εμπάργκο στις εισαγωγές πετρελαίου από τη Ρωσία. Οι πληθωριστικές πιέσεις και η αβεβαιότητα αποδυναμώνουν την ιδιωτική κατανάλωση και αμβλύνουν την επιχειρηματική εμπιστοσύνη, τις επενδύσεις και τη δημιουργία θέσεων εργασίας, αναφέρει. Η κρατική στήριξη και η εφαρμογή του Σχεδίου Ανάκαμψης θα παράσχει αντισταθμιστική στήριξη. Τα μέτρα για το ρεύμα και από το 2023, η αναμενόμενη υποχώρηση των τιμών της ενέργειας και των άλλων διεθνών τιμών θα επιτρέψουν τη συγκράτηση του πληθωρισμού, εκτιμάται, και έτσι θα ενισχύσουν την ανάπτυξη.
Το δυσμενές σενάριο
Αντιθέτως, αναφέρει πως πρόσθετες διαταραχές στον ενεργειακό εφοδιασμό, ιδίως σε φυσικό αέριο, θα ενίσχυαν τις τρέχουσες υψηλές τιμές ενέργειας ή μεγάλες αυξήσεις μισθών θα προκαλέσουν κίνδυνο «να παγιωθεί υψηλότερος ρυθμός ανόδου του πληθωρισμού» αλλά και θα επιβαρύνουν την ανταγωνιστικότητα και θα αποδυναμώσουν επενδύσεις και εξαγωγές. Το αυξανόμενο κόστος πρώτων υλών και η έλλειψη προσωπικού σε κάποιες ειδικότητες εκτιμάται πως θα επιβραδύνουν την υλοποίηση των δημοσίων επενδύσεων.
Επίσης αναφέρεται πως μη στοχευμένα μέτρα στήριξης των τιμών της ενέργειας και επιδοτήσεις ενδέχεται να αποδυναμώσουν τη δημοσιονομική αξιοπιστία και την επιστροφή σε επενδυτική βαθμίδα. Ακόμη, μία επιδείνωση των οικονομικών συνθηκών και αύξηση των επιτοκίων μπορεί να καθυστερήσει την πρόοδο στα οικονομικά των τραπεζών και στη μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων και καθιστώντας πιο δύσκολη την τιτλοποίηση υφιστάμενων μη εξυπηρετούμενων δανείων ή την άντληση κεφαλαίων.