Μία λεπτή ισορροπία ανάμεσα στην ανάγκη για διατήρηση κεντρικής κατεύθυνσης περί επιστροφής σε δημοσιονομική πειθαρχία από 2023, ειδικά για τα κράτη με υψηλό χρέος όπως η Ελλάδα, παράλληλα όμως πλέον με τη λήψη περισσότερων στοχευμένων μέτρων στήριξης θα επιχειρήσουν να βρουν οι υπουργοί Οικονομικών την άλλη εβδομάδα στη σύνοδο του Eurogroup που λαμβάνει χώρα στις 11 Ιουλίου. Και τούτο καθώς η κρίση όπως πλέον αποδέχονται αποδεικνύεται και σφοδρότερη και μεγαλύτερης διάρκειας από ότι αναμενόταν.
Για την Ελλάδα οι «εντολές» που μέχρι τώρα υπάρχουν με βάση τις συστάσεις της Επιτροπής, οδηγούν σε πρωτογενές έλλειμμα κοντά στο 2% του ΑΕΠ φέτος και σε επιστροφή σε πλεονάσματα περί το 1% του ΑΕΠ το 2023. Ο λόγος για δημοσιονομικούς στόχους που περιορίζουν, όπως επαναλαμβάνει διαρκώς και ο υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας που εκπροσωπεί στην σύνοδο την Ελλάδα, τη δυνατότητα για μέτρα στήριξης μόνο στο βαθμό που το επιτρέπει η υπέρβαση των φορολογικών εσόδων.
Η πρώτη εικόνα για την άποψη του «Βορρά»
Μία πρώτη εικόνα για την άποψη που διαμορφώνονται στην Ευρωζώνη δίδεται στο κείμενο που έχει διαμορφώσει το ολλανδικό υπουργείο Οικονομικών για τη σύνοδο. Σε αυτό αναφέρεται στην ανάγκη - με στοχευμένο πάντα τρόπο - να καλυφθούν οι επιπλέον ανάγκες στήριξης. Στη συζήτηση που θα γίνει για τη δημοσιονομική κατάσταση στην Ευρωζώνη και στη δημοσιονομική πολιτική που θα ισχύσει το 2023 αναφέρεται στο κείμενο πως το Eurogroup θα ανταλλάξει απόψεις σχετικά με τη δημοσιονομική κατάσταση και με τις δημοσιονομικές πολιτικές που θα πρέπει να ακολουθήσουν τα κράτη, προαναγγέλλοντας σχετική δήλωση μετά τη σύνοδο του Eurogroup.
Γίνεται σαφές πως λόγω της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία, των υψηλών τιμών της ενέργειας και της σχετικής αβεβαιότητας και των αυξημένων κινδύνων που προκαλούνται, «είναι σημαντικό τα κράτη μέλη να προσαρμόσουν ανάλογα τις δημοσιονομικές τους πολιτικές και να είναι σε θέση να ανταποκριθούν σε οποιεσδήποτε μεταβαλλόμενες συνθήκες».
Με βάση τις οικονομικές εκτιμήσεις για το 2022 και το 2023 και την εκτίμηση για ανάπτυξη μεν αλλά με υψηλό πληθωρισμό η ολλανδική πλευρά επιμένει πως δεν ενδείκνυται μια ευρεία κίνηση από πλευράς μέτρων δημοσιονομικής στήριξης. «Οποιαδήποτε μέτρα για την προστασία της αγοραστικής δύναμης των πιο ευάλωτων ομάδων πρέπει να είναι προσωρινά και στοχευμένα, και να μην οδηγήσουν σε περαιτέρω αύξηση του πληθωρισμού» αναφέρουν και υποστηρίζουν ότι η επέκταση της γενικής ρήτρας διαφυγής «δεν πρέπει να θεωρείται ως μήνυμα για ευρείες επεκτατικές δημοσιονομικές πολιτικές από όλα τα κράτη μέλη έως το 2023».
Από την άλλη πλευρά υπενθυμίσουν τις συστάσεις που δόθηκαν τον Μάιο προς τα κράτη να ακολουθήσουν πιο συνετές δημοσιονομικές πολιτικές το 2023, αλλά και να είναι έτοιμα να λάβουν πρόσθετα μέτρα λόγω της υψηλής αβεβαιότητας. Υπενθυμίσουν και την υποχρέωση τα κράτη με υψηλό χρέος να έχουν πιο «συνετές δημοσιονομικές πολιτικές και να μειώσουν το χρέος μόλις το επιτρέψει η κατάσταση» γιατί «αυτό είναι απαραίτητο για τη διασφάλιση της βιωσιμότητας των δημόσιων οικονομικών. Αλλά και περιγράφουν τα χρηματοδοτικά εργαλεία που δίδουν οι πόροι της ΕΕ.
Ουσιαστικά όπως εξηγούν αρμόδιες πηγές η στάση του «Βορρά» δεν παρουσιάζει κάποια δομική αλλαγή. Αυτό μόνο που μένει να φανεί είναι αν στην αναμενόμενη δήλωση των ΥΠΟΙΚ θα υπάρξει κάποια «ερμηνεία» του πως η πιο μεγάλη και πιο οξεία κρίση ενέργειας και ακρίβειας γενικότερα θα μπορεί να αντιμετωπισθεί και από χώρες υψηλού χρέους. Ειδικά αν οι τιμές του φυσικού αερίου διατηρηθούν σε τόσο υψηλά (ή και σε υψηλότερα επίπεδα). Με την κυβέρνηση προς το παρόν να αναζητεί υπερέσοδα για να καλύψει με βεβαιότητα το πακέτο ρεύματος-καυσίμων.
Στη σύνοδο του Ecofin που θα ακολουθήσει στις 12/7 οι ΥΠΟΙΚ της ΕΕ θα συζητήσουν ξανά το θέμα στο πλαίσιο του πακέτου για το Ευρωπαϊκό Εξάμηνο 2022, των πορισμάτων για τις μακροοικονομικές ανισορροπίες, αλλά και του πορίσματος για τη δημοσιονομική βιωσιμότητα που θα πρέπει να επικυρωθούν. Επίσης θα γίνει η προετοιμασία της συνόδου των G20 στις 15-16 Ιουλίου στο Μπαλί.