Με ρυθμό ανόδου του ΑΕΠ κατά 4%, πολύ πιο υψηλό από τη μέση επίδοση ανά την ΕΕ αλλά και σημαντικά μεγαλύτερο από την προηγούμενη εκτίμηση και της Επιτροπής (3,5%) και του ΥΠΟΙΚ (3,1%) θα «τρέξει» φέτος η ελληνική οικονομία, σύμφωνα με τις θερινές εκτιμήσεις που δόθηκαν σήμερα στη δημοσιότητα. H Επιτροπή πάντως υποβαθμίζει στο 2,4%, από 3,1% προηγουμένως κατά τις εαρινές της εκτιμήσεις, τον ρυθμό ανόδου του ΑΕΠ για το 2023.
Από την άλλη πλευρά, επιδεινώνει σημαντικά την πρόβλεψή της για την πορεία των τιμών. Περιμένει άνοδο του πληθωρισμού φέτος κατά 8,9% στην Ελλάδα, ταχύτερη του μέσου όρου της ΕΕ (έναντι πρόβλεψης για αύξηση κατά 6,3% τον Μάιο) και για το 2023 εκτιμά πως ο δείκτης τιμών (εναρμονισμένος) θα αυξηθεί εκ νέου κατά 3,5% έναντι ανόδου κατά 1,9% που ανέμενε πριν.
Δραστική επιδείνωση σε 2 μήνες
Ουσιαστικά μέσα στους 2 μήνες που μεσολάβησαν από το προηγούμενο πακέτο εκτιμήσεων, η εικόνα για την ΕΕ και την πορεία της οικονομίας έχει αλλάξει δραστικά. Μάλιστα περιλαμβάνεται και ένα «κακό» σενάριο ύφεσης αν κλείσει η ροή φυσικού αερίου, ενώ στο βασικό σενάριο γίνεται σαφές πως ανά την ΕΕ η άνοδος του πληθωρισμού δεν έχει ακόμη κορυφωθεί. Επίσης στις δηλώσεις τους για την έκθεση τα αρμόδια στελέχη της Επιτροπής στέλνουν και τα «μηνύματα» που θα απασχολήσουν το πολιτικό «στίβο» το επόμενο διάστημα μιλώντας ο κ. Ντομπρόβσκις για συνετή δημοσιονομική πολιτική και ο κ. Τζεντιλόνι για αλληλεγγύη.
Το κεφάλαιο για την Ελλάδα – οι κίνδυνοι και οι ελπίδες
«Η οικονομική ανάπτυξη στην Ελλάδα διατήρησε τη δυναμική της το πρώτο τρίμηνο του 2022, με το πραγματικό ΑΕΠ να αυξάνεται κατά 2,3% σε τριμηνιαία βάση. Οι σταθερές καταναλωτικές δαπάνες υποστηρίχθηκαν από τις θετικές εξελίξεις στην αγορά εργασίας και οι επενδύσεις αυξήθηκαν σημαντικά» αναφέρεται στο κεφάλαιο για την Ελλάδα. Επίσης, οι καθαρές εξαγωγές συρρικνώθηκαν, λόγω της επιβράδυνσης του ΑΕΠ στους κύριους εμπορικούς εταίρους της Ελλάδας» καθώς και λόγω των συνεχιζόμενων διαταραχών στις παγκόσμιες εφοδιαστικές αλυσίδες.
«Η ανάπτυξη το πρώτο τρίμηνο υπερέβη τις προηγούμενες εκτιμήσεις, αλλά η πλήρης επίδραση του υψηλότερου πληθωρισμού και της συνακόλουθης συμπίεσης του πραγματικού διαθέσιμου εισοδήματος αναμένεται να φανεί αργότερα μέσα στο έτος» αναφέρεται. Εκτός από τη διατήρηση του υψηλού πληθωρισμού, αναμένεται και εξασθένιση της δυναμικής στο πεδίο των νέων θέσεων εργασίας, ειδικά σε τομείς που επηρεάζονται από το υψηλό κόστος εισαγωγών. Τούτο «αναμένεται να λειτουργήσει και ως τροχοπέδη στις δαπάνες των νοικοκυριών τα επόμενα τρίμηνα». Η ανάπτυξη το 2022 προβλέπεται να στηριχθεί επίσης από το Ταμείο Ανάκαμψης, αλλά και τον τουρισμό που θα καταγράψει πλήρη επιστροφή στα προ πανδημίας επίπεδα έως το 2023.
«Στο μέλλον, η αυξημένη αβεβαιότητα αναμένεται να μειώσει περαιτέρω τη ζήτηση για νέες θέσεις εργασίας και σε συνδυασμό με τον ακόμη υψηλό ρυθμό πληθωρισμού να αποδυναμώσει την ανάπτυξη το 2023» εκτιμάται. Επιπλέον, οι ασθενέστερες προοπτικές ανάπτυξης της οικονομίας, καθώς και οι αυστηρότεροι όροι δανεισμού, αναμένεται να επιβραδύνουν τις ιδιωτικές επενδύσεις, παρά την ώθηση του Ταμείου Ανάκαμψης» επισημαίνεται.
Οι εξαγωγές αγαθών αναμένεται να επιβραδυνθούν σε σύγκριση με την προηγούμενη πρόβλεψη του Μαίου, δεδομένου του λιγότερο υποστηρικτικού εξωτερικού περιβάλλοντος. Ο πληθωρισμός θα συνεχίζει να αυξάνεται, κυρίως λόγω της έκρηξης των διεθνών τιμών ενέργειας και τροφίμων. Η μετακύλιση στα υπόλοιπα είδη του καλαθιού της κατανάλωσης αναμένεται να διατηρήσει τον πληθωρισμό σε υψηλά επίπεδα και το 2023.
«Οι κίνδυνοι για τις προβλέψεις έχουν αυξηθεί» αναφέρεται. Ονοματίζεται ο τουριστικός τομέας υπό το πρίσμα της αβέβαιης καταναλωτικής ισχύος των εισερχόμενων τουριστών και οι αυξημένες γεωπολιτικές εντάσεις. Από την άλλη πλευρά, καταγράφεται και η δυνητικά πιο θετική δυναμική της αγοράς εργασίας που θα μπορούσε να προσφέρει ισχυρότερη στήριξη στο εισόδημα των νοικοκυριών και, ως εκ τούτου, στην ιδιωτική κατανάλωση στο μέλλον.
Οι ανακοινώσεις για την ΕΕ
Αναλυτικά, στην ανακοίνωσή της για τις Καλοκαιρινές Προβλέψεις η Επιτροπή αναφέρει πως «ο πόλεμος της Ρωσίας χειροτερεύει τις προοπτικές» και «συνεχίζει να επηρεάζει αρνητικά την οικονομία της ΕΕ, θέτοντάς την σε τροχιά χαμηλότερης ανάπτυξης και υψηλότερου πληθωρισμού σε σύγκριση με τις εαρινές προβλέψεις» του Μαίου. Σε επίπεδο ΕΕ προβλέπεται άνοδος του ΑΕΠ κατά 2,7% το 2022 και κατά 1,5% το 2023. Σε επίπεδο Ευρωζώνης αναμένεται άνοδος του ΑΕΠ κατά 2,6% το 2022 και πιο ήπια αύξηση κατά 1,4% το 2023.
Ο μέσος ετήσιος πληθωρισμός (εναρμονισμένος) εκτιμάται πως θα αναρριχηθεί σε ιστορικά υψηλά το 2022, με άνοδο κατά 7,6% στην Ευρωζώνη και κατά 8,3% στην ΕΕ. Αναμένεται να επιβραδυνθεί το 2023 με άνοδο 4% και 4,6%, αντίστοιχα.
Οι κρίσεις επηρεάζουν την ανάπτυξη και «πολλοί από τους αρνητικούς κινδύνους που περιβάλλουν τις εαρινές προβλέψεις του 2022 έχουν υλοποιηθεί» αναφέρει. Η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία έχει ασκήσει πρόσθετες ανοδικές πιέσεις στις τιμές της ενέργειας και των βασικών τροφίμων που ¨»τροφοδοτούν τις παγκόσμιαν κλίμακας πληθωριστικές πιέσεις, διαβρώνουν την αγοραστική δύναμη των νοικοκυριών και πυροδοτούν μια ταχύτερη απόκριση της νομισματικής πολιτικής από ό,τι αναμενόταν προηγουμένως». Επίσης, επισημαίνεται πως επιβαρύνει την εικόνα και η συνεχιζόμενη επιβράδυνση της ανάπτυξης στις ΗΠΑ, αλλά και η αυστηρή υγειονομική πολιτική της Κίνας για μηδενικά κρούσματα COVID-19.
«Η οικονομία της ΕΕ παραμένει ιδιαίτερα ευάλωτη στις εξελίξεις στις αγορές ενέργειας λόγω της υψηλής εξάρτησής της από τα ρωσικά ορυκτά καύσιμα και την αποδυνάμωση της παγκόσμιας ανάπτυξης που μειώνει την εξωτερική ζήτηση» επισημαίνεται. Ετσι, η ανάκαμψη του 2021 προσφέρει μεν στήριξη το πρώτο τρίμηνο του έτους, αλλά η οικονομική δραστηριότητα για το υπόλοιπο του 2022 θα είναι υποτονική, παρά τον πολλά υποσχόμενο θερινό τουρισμό. Για το 2023, ο ρυθμός ανόδου του ΑΕΠ αναμένεται να αποκτήσει δυναμική, με προϋποθέσεις μία ανθεκτική αγορά εργασίας, μετριασμό των πληθωριστικών πιέσεων και στήριξη από το Ταμείο Ανάκαμψης και τη σώρευση αποταμιεύσεων.
Το βασικό σενάριο
Γενικά το βασικό σενάριο είναι πως συνολικά, η οικονομία της ΕΕ θα συνεχίσει να αναπτύσσεται μεν αλλά με σημαντικά χαμηλότερο ρυθμό από ό,τι αναμενόταν στις εαρινές προβλέψεις. Στο ίδιο σενάριο ο πληθωρισμός αναμένεται να επιβραδυνθεί λίγο το 2023.
Γίνεται σαφές πως η πρόβλεψη για τον πληθωρισμό πως έχει αναθεωρηθεί σημαντικά προς τα πάνω σε σύγκριση με τις εαρινές προβλέψεις. Προαναγγέλεται επίσης πως εκτός από την ισχυρή αύξηση των τιμών το δεύτερο τρίμηνο, μια περαιτέρω άνοδος των τιμών του φυσικού αερίου στην Ευρώπη θα μεταφερθεί στους καταναλωτές και μέσω των τιμών ηλεκτρικής ενέργειας.
Με άλλα λόγια εκτιμάται πως ο πληθωρισμός προβλέπεται να συνεχίσει να κλιμακώνεται και η άνοδος θα κορυφωθεί στο 8,4% σε ετήσια βάση το τρίτο τρίμηνο του 2022 στην Ευρωζώνη. Μετά θα υποχωρεί σταθερά έως ότου η άνοδος είναι πιο μικρή από το 3% το τελευταίο τρίμηνο του 2023 «καθώς τότε οι πιέσεις από την πλευρά της προσφορά και των περιορισμών των εμπορευματικών ροών θα αρχίσουν να εξασθενούν. ¨
Το κακό σενάριο ύφεσης
Από την άλλη πλευρά γίνεται σαφές πως «οι κίνδυνοι παραμένουν υψηλοί και εξαρτώνται από τον πόλεμο» με το κακό σενάριο να οδηγεί σε ύφεση. Οι προβλέψεις για την οικονομική δραστηριότητα και για τον πληθωρισμό έχουν υψηλό βαθμό επικινδυνότητας, αναφέρεται και «εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από την εξέλιξη του πολέμου και ειδικότερα από τις επιπτώσεις του στον εφοδιασμό με φυσικό αέριο της Ευρώπης».
Επισημαίνεται πως «νέες αυξήσεις των τιμών του φυσικού αερίου θα μπορούσαν να αυξήσουν περαιτέρω τον πληθωρισμό και να καταπνίξουν την ανάπτυξη. Οι δευτερογενείς μάλιστα επιπτώσεις «θα μπορούσαν με τη σειρά τους να ενισχύσουν τις πληθωριστικές πιέσεις και να οδηγήσουν σε πιο ταχεία και απότομη συρρίκνωση των νομισματικών συνθηκών που όχι μόνο θα επιβάρυνε την ανάπτυξη, αλλά θα συνεπαγόταν επίσης αυξημένους κινδύνους για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα». Μάλιστα, γίνεται σαφές πως «δεν μπορεί να αποκλειστεί το ενδεχόμενο η αναζωπύρωση της πανδημίας στην ΕΕ να φέρει νέες διαταραχές στην οικονομία».
Από την άλλη πλευρά δεν αποκλείει «η πρόσφατη τάση μείωσης των τιμών του πετρελαίου και άλλων εμπορευμάτων να προσφέρει ταχύτερη μείωση του πληθωρισμού από ό,τι αναμένεται σήμερα». Αλλά και αν παραμείνει ισχυρή η αγορά εργασίας, τότε η ιδιωτική κατανάλωση να αποδειχθεί πιο ανθεκτική στην αύξηση των τιμών, εάν τα νοικοκυριά χρησιμοποιήσουν «περισσότερες από τις συσσωρευμένες αποταμιεύσεις τους».
Συνετή δημοσιονομική πολιτική από Ντομπρόβσκις – Αλληλεγγύη από Τζεντιλόνι
Από πλευράς Επιτροπής κατά την ανακοίνωση των προβλέψεων ο Εκτελεστικός Αντιπρόεδρος Βάλντις Ντομπρόβσκις ανέφερε πως «ο πόλεμος της Ρωσίας εναντίον της Ουκρανίας συνεχίζει να σκιάζει την Ευρώπη και την οικονομία μας. Αντιμετωπίζουμε προκλήσεις σε πολλαπλά μέτωπα, από την αύξηση των τιμών της ενέργειας και των τροφίμων, έως μια εξαιρετικά αβέβαιη παγκόσμια προοπτική. Είμαστε τυχεροί που ξεκινάμε από μια θέση ισχύος, έχοντας ξεπεράσει την προηγούμενη κρίση». Στο δημοσιονομικό πεδίο επανέλαβε πως «θα είναι σημαντικό να βρεθεί η σωστή ισορροπία μεταξύ της μετάβασης προς μια πιο συνετή δημοσιονομική στάση και της προστασίας των περισσότερων ευάλωτων». Αναφέρθηκε επίσης στην ανάγκη μείωσης της εξάρτησης της ΕΕ από τα ρωσικά ορυκτά καύσιμα.
Ο αρμόδιος Επίτροπος Πάολο Τζεντιλόνι ανέφερε πως ο πόλεμος «συνεχίζει να προκαλεί κρουστικά κύματα στην παγκόσμια οικονομία», με τη δυναμική από την επιστροφή από την πανδημία να στηρίζει το ΑΕΠ του 2022, «αλλά για το 2023 έχουμε αναθεωρήσει σημαντικά προς τα κάτω τις προβλέψεις μας». Η επιτάχυνση του πληθωρισμού πλέον εκτιμά πως θα κορυφωθεί αργότερα μέσα στο έτος και σταδιακά θα υποχωρήσει το 2023.
Ο κ. Τζεντιλόνι επισημαίνει επίσης πως «καθώς η πορεία του πολέμου και η αξιοπιστία των προμηθειών φυσικού αερίου είναι άγνωστη, αυτή η πρόβλεψη υπόκειται σε υψηλή αβεβαιότητα και σε καθοδικούς κινδύνους». «Για να πλοηγηθεί σε αυτά τα ταραγμένα νερά η Ευρώπη, θα πρέπει να επιδείξει ηγετικό ρόλο, με τρεις λέξεις που θα πρέπει να καθορίζουν τις πολιτικές μας: αλληλεγγύη, βιωσιμότητα και ασφάλεια» ανέφερε.